
Ο Ντόναλντ Τραμπ αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσματικός στην αυτοκαταστροφή. Μόλις λίγους μήνες μετά την ανάληψη της προεδρίας του, έχει ήδη καταστρέψει τη διατλαντική συμμαχία μεταξύ της Βόρειας Αμερικής και της δημοκρατικής Ευρώπης. Εξαπολύοντας εμπορικούς πολέμους εναντίον συμμάχων των ΗΠΑ και διασπείροντας αμφιβολίες για τις εγγυήσεις που παρέχει η Αμερική στην Ευρώπη, έχει επίσης διαλύσει την εμπιστοσύνη προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για τουλάχιστον μία γενιά. Ο ρόλος της Αμερικής στον κόσμο παρακμάζει ραγδαία.
Ο λόγος της κυβέρνησης Τραμπ είναι απολύτως αναξιόπιστος, όπως αποδείχθηκε από την προδοσία της Ουκρανίας, η οποία συνεχίζει να μάχεται για την ελευθερία, τη δημοκρατία και άλλες κατεξοχήν δυτικές αξίες. Από εδώ και στο εξής, η Ευρώπη θα είναι μόνη της απέναντι στον επιθετικό, ιμπεριαλιστικό της γείτονα, τη Ρωσία. Αν δεν θέλει να έχει την ίδια μοίρα με την Ουκρανία, πρέπει να απαντήσει σε μερικά πιεστικά ερωτήματα, χωρίς καθυστέρηση.
Η απόσυρση της Αμερικής από τον ρόλο της ως κορυφαίας παγκόσμιας δύναμης – που διατηρούσε την τάξη και εγγυόταν το ελεύθερο εμπόριο – θα οδηγήσει σε μια νέα παγκόσμια τάξη. Η νέα αυτή τάξη δεν θα περιστρέφεται γύρω από την αμερικανική ισχύ, αλλά γύρω από τον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων. Οπως ήδη δείχνει η συμπεριφορά της Ρωσίας, εκείνοι που διαθέτουν πυρηνική βόμβα δεν θα διστάζουν να εκβιάζουν όσους δεν την έχουν. Η τάξη βασισμένη σε κανόνες είναι ήδη παρελθόν· από εδώ και πέρα, η παγκόσμια τάξη θα λειτουργεί σύμφωνα με τις ορέξεις των ισχυρών – αν τελικά λειτουργεί.
Η Ευρώπη κρατά τα χειρότερα δυνατά χαρτιά σε αυτό το σενάριο, καθώς δεν είναι «πραγματική» παγκόσμια δύναμη υπό την έννοια ότι δεν αποτελεί στρατιωτική δύναμη ικανή να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Η σημερινή πολιτική δομή της Ευρώπης – αποτελούμενη από μικρά και μεσαία έθνη-κράτη – είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει τις παρούσες απειλές.
Αυτό που ενώνει σήμερα τους Ευρωπαίους είναι, πάνω απ’ όλα, μια κοινή μοίρα, γεννημένη από μια απελπιστική κατάσταση. Θα ενωθούν τελικά; Αποτελεί έστω επιθυμία τους να γίνουν μια πραγματική δύναμη; Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα καθορίσουν το μέλλον της ηπείρου και των εκατοντάδων εκατομμυρίων πολιτών της.
Η επιλογή που πρέπει να κάνουν οι Ευρωπαίοι είναι τώρα μεταξύ ελευθερίας και υποδούλωσης. Ομως δεν είναι καθόλου σαφές αν οι Ευρωπαίοι διαθέτουν ακόμη το θάρρος να διεκδικήσουν την κυριαρχία και την ανεξαρτησία τους σε θέματα ασφάλειας.
Η κυβέρνηση Τραμπ δεν θέτει υπό αμφισβήτηση μόνο τη στρατιωτική ασφάλεια της Ευρώπης· αμφισβητεί και το παγκόσμιο εμπόριο που στηρίζει την ευρωπαϊκή οικονομία. Η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να ανέχεται να εξαρτάται τεχνολογικά από εξωευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις, ιδιαίτερα τώρα που ανατέλλει η εποχή της τεχνητής νοημοσύνης. Το ίδιο ισχύει και για την εξάρτηση από πρώτες ύλες, καθώς μπορεί πολύ εύκολα να πλήξει άλλους τομείς και να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ή περιφερειακή ασφάλεια.
Οι Ευρωπαίοι πρέπει να εντοπίσουν όλους τους τομείς για τους οποίους βασίζονταν στην Αμερική και να επενδύσουν στην αυτάρκειά τους. Η «ευρωπαϊκή κυριαρχία» πρέπει να επιτευχθεί τώρα ή ποτέ.
Επειτα από τους δύο καταστροφικούς παγκόσμιους πολέμους του εικοστού αιώνα, ο ευρωπαϊκός πυρήνας – ξεκινώντας από τη Γαλλία και τη Γερμανία – κατόρθωσε να πετύχει μια ισορροπία συμφερόντων και ένα είδος αλληλεγγύης. Ομως η Ευρώπη ποτέ δεν έκανε το αποφασιστικό βήμα για να διαμορφώσει μια κοινή πολιτική βούληση. Ο εθνικός εγωισμός αποδείχθηκε πάντα ισχυρότερος από αυτή την αναγκαιότητα – όχι μόνο, αλλά κυρίως επειδή η αμερικανική παρουσία ως «ομπρέλα ασφαλείας» καθιστούσε αυτό το βήμα λιγότερο επείγον. Τώρα όμως, η ανάγκη αυτή είναι εκτυφλωτικά προφανής.
Οι Ευρωπαίοι πρέπει να κάνουν το τελικό βήμα που οι προηγούμενες γενιές πάντα έβρισκαν τρόπους να αποφεύγουν.
Τώρα, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε έναν ισχυρό ιδεολογικό πυρήνα: μια κοινή ιδέα της Ευρώπης ως ηπείρου της ελευθερίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της αλληλεγγύης και του κράτους δικαίου. Η Ευρώπη πρέπει να παραμείνει το προπύργιο της προόδου και της ευπρέπειας στον πλανήτη. Αυτές οι αξίες μπορούν να διατηρηθούν μόνο αν δράσουμε ως ένας λαός για να γίνουμε μια πραγματική παγκόσμια δύναμη.
Ο Γιόσκα Φίσερ, πρώην υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας (1998-2005), υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία των Γερμανών Πρασίνων επί σχεδόν 20 χρόνια.