
Στις βόρειες ακτές των ηπείρων που περιβάλλουν τον Βόρειο Πόλο εντοπίζεται αξιοσημείωτη συγκέντρωση μετάλλων.
Χώρες όπως η Φινλανδία, η Σουηδία και ο Καναδάς διαθέτουν πλούσιες πηγές και δεν υστερούν σε τίποτα από τη Γροιλανδία.
Λογικό επακόλουθο, οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες να ενδιαφέρονται να αναπτύξουν δραστηριότητες γρήγορης εξαγωγής φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου του αρκτικού κύκλου, με στόχο να καλυφθούν οι προβλεπόμενες ανάγκες για την τεχνητή νοημοσύνη και τα κέντρα δεδομένων.
Σε αυτό το πλαίσιο η Exxon και η Chevron συνέστησαν ιδιαίτερα hedge funds για την κατασκευή σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο, με στόχο την τροφοδοσία κέντρων δεδομένων.
Οι μονάδες αυτές σχεδιάζονται με στόχο τη δέσμευση και την αποθήκευση άνθρακα και αναμένεται να φτάσουν τα 4 γιγαβάτ συνολικά έως το 2027, με κόστος δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι ΗΠΑ και η Ρωσία συμφώνησαν στο Ριάντ πριν από δύο μήνες για «κοινά έργα στην Αρκτική», που θεωρείται ότι κατέχει το 13% του μη πιστοποιημένου παγκοσμίως πετρελαίου και το 30% των ανεκμετάλλευτων αποθεμάτων φυσικού αερίου.
Η Αρκτική είναι γεωπολιτικά και οικονομικά σημαντική, με ΗΠΑ και Ρωσία να τείνουν να διαμορφώσουν το μέλλον της περιοχής, επηρεάζοντας τις διεθνείς σχέσεις, τις θαλάσσιες μεταφορές, την ανάπτυξη τεχνολογίας και τα μέτρα ασφαλείας.
Οι δύο χώρες θα επιταχύνουν επίσης την εξερεύνηση και την εξόρυξη κρίσιμων πρώτων υλών, όπως ο χαλκός, το κοβάλτιο και οι σπάνιες γαίες.
Οι σπάνιες γαίες είναι κρίσιμες για τη σύγχρονη τεχνολογία και η εξάρτηση των ΗΠΑ από την Κίνα έχει ωθήσει την αναζήτηση εναλλακτικών πηγών, ενώ η Ρωσία επενδύει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη της Αρκτικής και την ενίσχυση της ναυτιλίας.
Στον ευρωπαϊκό περίγυρο, η γεωπολιτική ένταση παραμένει υψηλή, συνοδευόμενη το 2025 από επιθέσεις σε πετρελαϊκές εγκαταστάσεις σε Ρωσία και Ουκρανία, όπως πρόσφατα στον πετρελαϊκό αγωγό CPC (Caspian Petroleum Consortium) στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά την επιβολή νέων αμερικανικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, υπήρξαν εξαιρέσεις για τις πετρελαϊκές υπηρεσίες προς τον CPC, διότι εκτός από το Καζακστάν συμμετέχουν ρωσικές, αμερικανικές, αγγλικές και ιταλικές εταιρείες στην παραγωγή και διακίνηση ημερησίως 1,3 εκατομμυρίων βαρελιών πετρελαίου του κοιτάσματος Tengiz (1,4% της παγκόσμιας παραγωγής).
Ο κίνδυνος δολιοφθοράς υποθαλάσσιων καλωδίων και αγωγών παραμένει στη Μαύρη Θάλασσα και μπορεί να επεκταθεί στη Μεσόγειο.
Η δυσκολία των ΗΠΑ να αυξήσει τις εξαγωγές LNG πριν από το 2027 και οι διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία θα οδηγήσουν στην αύξηση ρωσικού LNG προς την Ευρώπη, ίσως και στην επαναλειτουργία ρωσικών αγωγών, ενδεχομένως ακόμη και του Nord Stream 2.
Ενδεικτική είναι η πρόσφατη θέση της Τσεχίας και της Ουγγαρίας να διατηρήσουν πρόσβαση φυσικού αερίου μέσω ρωσικών αγωγών.
Διαφαίνεται ότι η ειρήνη στην Ευρώπη θα βασιστεί σε ένα διπλό εξαγωγικό μοντέλο των ΗΠΑ, ειρήνης και οπλικής βιομηχανίας.
Η ΕΕ θα αγοράσει περισσότερα οπλικά συστήματα από τις ΗΠΑ για να ισορροπήσει τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα η παραγωγή οπλικού υλικού να πωλείται για την αμυντική αναδιοργάνωση των μελών του ΝΑΤΟ αντί να προορίζεται για την Ουκρανία και τη Γάζα.
Σε επίπεδο αμερικανικών εξαγωγών είναι διπλά κερδοφόρο ενισχύοντας την επίτευξη ειρήνης στον ευρωπαϊκό χώρο και τη ΝΑ Μεσόγειο με φόντο στο βάθος την Κίνα.
Ο Γιάννης Μπασιάς είναι ενεργειακός αναλυτής και τέως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ)