
Τα συνεχιζόμενα δυστυχήματα στους δρόμους, με θύματα πολύ συχνά νέους, συχνά επειδή οδηγούσαν επικίνδυνα είτε επειδή παραβίασαν τους σηματοδότες, κάνουν ακόμα μια φορά επείγουσα τη ανάγκη να λειτουργήσουν, επιτέλους, οι κάμερες σε κρίσιμα σημεία της πρωτεύουσας και όλης της χώρας – και ιδίως στις διασταυρώσεις και στις διαβάσεις πεζών, όπου υπάρχουν φανάρια. Είναι ένα έργο που έχει μεγάλα οφέλη, επειδή οι κάμερες είναι απαραίτητες για τον έλεγχο της κυκλοφορίας και την αυτόματη επιβολή διοικητικών ποινών και προστίμων σε παραβάτες του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας.
Μάλιστα, δεν πρέπει να υπάρχει πιο προφανές έργο σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) από την τοποθέτηση καμερών στους δρόμους. Οι ΣΔΙΤ, υπενθυμίζω, είναι ένα δημοσιονομικό εργαλείο που επιτρέπει στην κυβέρνηση να εκτελεί δημόσια έργα ή να προσφέρει υπηρεσίες στους πολίτες και είτε να κατανέμει το κόστος στη διάρκεια της λειτουργίας του έργου ή να το μοιράζεται με τους χρήστες της υπηρεσίας ή της υποδομής. Η Αττική Οδός είναι το χαρακτηριστικότερο έργο ΣΔΙΤ: μέρος των ιδίων κεφαλαίων για την εκτέλεση του έργου κατέβαλε το κράτος από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και μέρος πλήρωσαν οι χρήστες του αυτοκινητόδρομου σε ορίζοντα 25-30 ετών. Τα τελευταία 15 χρόνια έχουν γίνει με τον τρόπο αυτό δεκάδες έργα, τα οποία είτε αποπληρώνονται με δόσεις (εν είδει leasing) από το ελληνικό κράτος είτε η αποπληρωμή και το κόστος λειτουργίας τους βαραίνουν τους πολίτες που τα χρησιμοποιούν.
Επιπλέον, οι κάμερες ελέγχου της κυκλοφορίας, η τοποθέτησή τους, ίσως να είναι το μοναδικό έργο ΣΔΙΤ που δεν απαιτεί επένδυση από το κράτος. Για να αντιληφθείτε για τι μιλάμε, θα αναφερθώ στο παράδειγμα της Νέας Υόρκης, όπως μου το μετέφερε ένας φίλος που ζει μεγάλο μέρος της ζωής του εκεί. Η πόλη αποφάσισε το 2014 να εγκαταστήσει κάμερες ελέγχου της υπερβολικής ταχύτητας σε δρόμους γύρω από τα σχολεία, για προφανείς λόγους. Το κόστος εγκατάστασης των περίπου δύο χιλιάδων τέτοιων καμερών από το 2014 έως το 2019 ήταν περίπου 60 εκατομμύρια δολάρια. Το συνολικό ετήσιο κόστος λειτουργίας του συστήματος, από το 2014 έως σήμερα, ήταν περίπου 17,5 εκατομμύρια δολάρια. Μόνο τους πρώτους εννιά μήνες του 2023, που ο φίλος μπόρεσε να βρει στοιχεία, οι κάμερες του δήμου της Νέας Υόρκης κατέγραψαν 4,4 εκατομμύρια παραβάσεις για υπερβολική ταχύτητα και επέβαλαν πρόστιμα συνολικού ύψους 223 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η κυβέρνηση και οι μεγάλοι δήμοι της χώρας θα μπορούσαν (θα έπρεπε), αντί κάθε τόσο να ζητάνε λεφτά από το κράτος, να έχουν εγκαταστήσει τέτοια συστήματα ελέγχου της κυκλοφορίας εδώ και χρόνια. Οχι μόνο θα είχαν, σε μεγάλο βαθμό, μειώσει τις παραβιάσεις του ΚΟΚ στους δρόμους, αλλά θα είχαν αποκτήσει και μια νέα σημαντική πηγή εσόδων, τα οποία θα μπορούσαν να διοχετευτούν σε υποδομές ασφάλειας των πεζών, στη βελτίωση των πεζοδρομίων κ.λπ. Αλλά και οι δημόσιοι φορείς, με βάση την εμπειρία της Νέας Υόρκης, όπου οι οδηγοί είναι πολύ πιο νομοταγείς από τον μέσο έλληνα οδηγό, θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε αυτή την ανυπολόγιστη βελτίωση της καθημερινής ζωής όλων μας με μηδενικό κόστος: οι εργολάβοι της ΣΔΙΤ θα έπαιρναν πίσω τα λεφτά τους και ένα σημαντικό κέρδος μέσα σε έναν χρόνο ή και λιγότερο και το έργο θα περιερχόταν στον δημόσιο φορέα (κυβέρνηση ή δήμο) πριν καλά καλά αρχίζει να λειτουργεί. Ακούει κανείς;