Τα fake news, η παραπληροφόρηση και οι θεωρίες συνωμοσίας

Δεν πρόκειται για αθώες πρακτικές αλλά για οργανωμένες επιθέσεις στους δημοκρατικούς θεσμούς – Πιο ευάλωτοι, οι ηλικιωμένοι και οι ψηφιακώς αναλφάβητοι που δεν μπορούν να ελέγξουν τις πηγές

Χειρόγραφα, πιεστήρια, μελάνια… στριμώχνονται τα τελευταία χρόνια στην ιστορία της ενημέρωσης. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πιο σύγχρονα ΜΜΕ όπως το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, καθώς η εποχή της ψηφιακής πληροφορίας έχει φέρει επανάσταση στον τρόπο που οι πολίτες ενημερώνονται. Η επανάσταση αυτή όμως έχει κα την σκοτεινή της πλευρά. Είναι τα fake news και η παραπληροφόρηση. Οι ψευδείς πληροφορίες, που διαδίδονται με ταχύτητα κυρίως μέσω των κοινωνικών, επηρεάζουν την κοινή γνώμη, διαμορφώνουν πολιτικές αντιλήψεις και, σε ακραίες περιπτώσεις, υπονομεύουν τη δημοκρατία.

Η ΕΕ, έχει αναγνωρίσει την παραπληροφόρηση ως μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τις δημοκρατικές διαδικασίες, ιδιαίτερα λόγω της ικανότητάς της να παρεμβαίνει σε εκλογικές διαδικασίες.

Είναι βιομηχανία ψεύδους

Οι σκόπιμα παραποιημένες ή κατασκευασμένες πληροφορίες που παρουσιάζονται ως αληθινές, λειτουργούν ως εργαλείο χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Σύμφωνα με έρευνες, οι ψευδείς ειδήσεις εξαπλώνονται έξι φορές ταχύτερα από τις αληθινές, κυρίως γιατί είναι προκλητικές και πομπώδεις και αντί να στοχεύουν στη λογική στοχεύουν στο συναίσθημα.
Ιστορίες που προκαλούν φόβο, οργή ή ενθουσιασμό τείνουν να κοινοποιούνται μαζικά, ακόμη κι αν «βγάζει μάτι», ότι είναι ψεύτικες. Αυτό οφείλεται στον τρόπο που λειτουργούν οι αλγόριθμοι των κοινωνικών δικτύων, οι οποίοι προωθούν περιεχόμενο που προκαλεί έντονη συζήτηση με likes, αναδημοσιεύσεις και σχόλια.

Δεν είναι λίγοι αυτοί που επηρεάζονται από τα fake news επειδή συχνά επιβεβαιώνουν τις εμμονές τους. Για παράδειγμα, ένας πολίτης που είναι επιφυλακτικός απέναντι στους μετανάστες μπορεί να πιστέψει εύκολα μια ψεύτική είδηση για εγκλήματα που φέρονται να διέπραξαν μετανάστες, χωρίς να ελέγξει την πηγή. Ο τεράστιος όγκος πληροφοριών που διοχετεύονται καθημερινώς στο διαδίκτυο δυσκολεύει τους χρήστες να διακρίνουν την αλήθεια από το ψέμα, ενώ η έλλειψη κριτικής σκέψης ενισχύει την αποδοχή ψευδών πληροφοριών.

Ποιοι πατάνε την μπανανόφλουδα;

Έρευνες δείχνουν ότι ορισμένες ομάδες είναι πιο επιρρεπείς στην υιοθέτηση ψεύτικων πληροφοριών.
•     Άτομα μεγάλης ηλικίας : Χρήστες άνω των 65 ετών τείνουν να είναι λιγότερο εξοικειωμένοι με την ψηφιακή τεχνολογία και συχνά δυσκολεύονται να αξιολογήσουν την αξιοπιστία των πηγών. Μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Princeton το 2019 έδειξε ότι οι ηλικιωμένοι κοινοποιούν fake news σε μεγαλύτερο βαθμό από τους νεότερους.
•     Ψηφιακώς αναλφάβητοι: Όσοι δεν έχουν εκπαιδευτεί στη χρήση του διαδικτύου ή δεν γνωρίζουν πώς να επαληθεύουν πληροφορίες είναι πιο ευάλωτοι. Αυτό περιλαμβάνει άτομα με περιορισμένη μόρφωση που μπορούν εύκολα να υιοθετήσουν ψεύτικες πληροφορίες για ταεμβόλια, για το 5G, για την Γη που είναι επίπεδη και για το ότι οι Αμερικάνοι δεν πήγαν ποτέ στο φεγγάρι!
•     Φανατικοί: Άνθρωποι με έντονες πολιτικές, ιδεολογικές ή και οπαδικές απόψεις είναι πιο πιθανό να πιστέψουν ειδήσεις που ευθυγραμμίζονται με τις πεποιθήσεις τους ακόμη κι αν αυτές είναι εξόφθαλμα ψευδείς. Την ίδια ώρα αυτοί οι άνθρωποι χαρακτηρίζουν τις πραγματικές ειδήσεις που δεν συμφωνούν με το δικό τους αφήγημα ως «ψευδείς»
•     «Ψεκασμένοι»: Άνθρωποι με έμφυτη καχυποψία, είναι πολύ εύκολο να υιοθετήσουν ιστορίες συνωμοσίας, ακόμα και αν αυτές είναι εξωπραγματικές, θεωρώντας πως όλοι οι δημοσιογράφοι είναι πουλημένοι και όλα τα ΜΜΕ εξυπηρετούν τη Νέα Τάξη Πραγμάτων ή κάποια σκοτεινά κέντρα κλπ

Απειλή για τη Δημοκρατία

Η ΕΕ θεωρεί την παραπληροφόρηση σοβαρό πρόβλημα για τη δημοκρατία, καθώς απειλεί την ελεύθερη και δίκαιη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Το 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δημιούργησε μια ομάδα εμπειρογνωμόνων για την αντιμετώπιση των fake news και της παραπληροφόρησης, η οποία κατέληξε σε μια σειρά συστάσεων για την καταπολέμησή τους.

Σύμφωνα με την ΕΕ, η παραπληροφόρηση υπονομεύει τη δημοκρατία με τους εξής τρόπους:
•     Παρέμβαση σε Εκλογές: Τα fake news έχουν χρησιμοποιηθεί για να επηρεάσουν εκλογικές διαδικασίες, όπως φάνηκε στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016 και στο δημοψήφισμα για το Brexit. Ψευδείς ειδήσεις, που διαδίδονται από κρατικούς ή μη κρατικούς παράγοντες, μπορούν να χειραγωγήσουν την ψήφο των πολιτών, προωθώντας ακραίες θέσεις.
•     Απώλεια Εμπιστοσύνης: Η παραπληροφόρηση διαβρώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς, τα ΜΜΕ και την επιστήμη. Για παράδειγμα, ψευδείς πληροφορίες για την πανδημία του κορονοϊού ή τα εμβόλια οδήγησαν σε μαζική δυσπιστία, με σοβαρές συνέπειες για τη δημόσια υγεία και χιλιάδες ανθρώπους να χάνουν την ζωή τους γιατί δεν εμβολιάστηκαν εγκαίρως.
•     Πόλωση και Ριζοσπαστικοποίηση: Τα fake news ενισχύουν την κοινωνική και πολιτική πόλωση, δημιουργώντας διαιρέσεις μεταξύ των πολιτών. Σε ακραίες περιπτώσεις, μπορούν να οδηγήσουν στη ριζοσπαστικοποίηση ατόμων, όπως φαίνεται σε περιπτώσεις εξτρεμιστικών κινημάτων που τροφοδοτούνται από διαδικτυακές θεωρίες συνωμοσίας.
Η ΕΕ έχει τεκμηριώσει περιπτώσεις όπου η παραπληροφόρηση χρησιμοποιήθηκε για παρέμβαση σε εκλογές. Για παράδειγμα, κατά τις ευρωεκλογές του 2019, εντοπίστηκαν εκστρατείες παραπληροφόρησης που προωθούσαν αντιευρωπαϊκές αφηγήσεις ή υποστήριζαν ακροδεξιά κόμματα. Τέτοιες εκστρατείες συχνά χρηματοδοτούνται από εξωτερικούς παράγοντες, (συνήθως τη Ρωσία) που επιθυμούν να αποδυναμώσουν την ευρωπαϊκή συνοχή. Οι μέθοδοι περιλαμβάνουν τη χρήση bots, ψεύτικων λογαριασμών και στοχευμένων διαφημίσεων.

Για την αντιμετώπιση αυτών των απειλών, η ΕΕ έχει θεσπίσει μέτρα όπως τον Κώδικα Δεοντολογίας για την Παραπληροφόρηση, που υποχρεώνει τις πλατφόρμες όπως η Meta και η Google να παρακολουθούν και να αφαιρούν ψευδές περιεχόμενο. Επιπλέον, ο DSA του 2022 ενισχύει τη διαφάνεια στις διαφημίσεις και την ευθύνη των πλατφορμών για το περιεχόμενο που φιλοξενούν.

Η εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ έχει δημιουργήσει ρήγμα με αποτέλεσμα τους τελευταίους μήνες να εμφανίζονται όλο και συχνότερα ψευδείς ειδήσεις.

Το άρθρο Τα fake news, η παραπληροφόρηση και οι θεωρίες συνωμοσίας εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.