Η ρήτρα διαφυγής δεν δίνει χώρο για παροχές

Τα δημοσιονομικά περιθώρια που δίνει η ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την αύξηση των αμυντικών δαπανών, ενώ πρόσθετες δαπάνες σε άλλους τομείς θα πρέπει να είναι συνεπείς με την πορεία των καθαρών δαπανών που ορίζονται στα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά διαρθρωτικά σχέδια, δηλώνει ο Επίτροπος Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες στα «ΝΕΑ» και σε μικρή ομάδα ανταποκριτών ευρωπαϊκών μέσων στις Βρυξέλλες με αφορμή τις Εαρινές Οικονομικές Προβλέψεις της Κομισιόν. Παράλληλα, ο αρμόδιος επίτροπος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επιπλέον ευρωπαϊκού δανεισμού για τη χρηματοδότηση της άμυνας.

«Ημασταν σαφείς ότι η εθνική ρήτρα διαφυγής υπάρχει για να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες, οπότε θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε την εφαρμογή των δημοσιονομικών διαθρωτικών σχεδίων και με την ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική, λαμβάνοντας επίσης υπόψη το περιθώριο 1,5% του ΑΕΠ για την άμυνα. Εάν ένα κράτος – μέλος έχει πρόσθετα σχέδια (για δαπάνες) σε άλλους τομείς, το ερώτημα είναι πώς αυτά τα σχέδια είναι συνεπή με την πορεία των καθαρών δαπανών της χώρας, που ορίζονται στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό διαρθρωτικό της σχέδιο», είπε συγκεκριμένα ο Ντομπρόβσκις απαντώντας σε ερώτημα για τις προθέσεις κυβερνήσεων, όπως της ελληνικής, να ενισχύσουν τις δαπάνες εκτός άμυνας με δεδομένο τον δημοσιονομικό χώρο που δίνει η ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής.

Αλλωστε, στις Εαρινές της Προβλέψεις η Κομισιόν εκτιμά μικρή χειροτέρευση των μεγεθών για το έλλειμμα και το χρέος της ΕΕ. Συγκεκριμένα, προβλέπει ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της ΕΕ θα αυξηθεί στο 3,3% το 2025 και θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο το 2026. Ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να φτάσει το 83,2% του ΑΕΠ το 2025 και το 84,5% το 2026 στην ΕΕ. Μάλιστα, όπως είπε ο αρμόδιος επίτροπος, στα μεγέθη αυτά δεν έχει ακόμη υπολογιστεί ο αντίκτυπος από την αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών – μελών (λόγω της χρήσης της εθνικής ρήτρας διαφυγής) καθώς δεν έχουν ακόμη οριστικοποιήσει τα σχέδιά τους για τις επιπλέον αμυντικές δαπάνες.

Αντίθετα πάντως προς τη γενική τάση, η δημοσιονομική θέση της Ελλάδας αναμένεται να βελτιωθεί. «Για την Ελλάδα αναμένουμε αρκετά ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, 2,3% του ΑΕΠ φέτος και 2,2% του χρόνου, καθώς και πλεόνασμα του προϋπολογισμού και συνέχιση της ταχείας μείωσης του λόγου χρέους προς ΑΕΠ», είπε ο Ντομπρόβσκις. «Αυτά είναι σημαντικά για την αντιμετώπιση των οικονομικών τρωτών σημείων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, τα οποία προέρχονται κυρίως από τον πολύ υψηλό λόγο χρέους προς ΑΕΠ, ο οποίος πάντως μειώνεται ραγδαία», απάντησε σε ερώτημά μας σχετικό με τις ευαλωτότητες που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με σχετική έκθεση της Κομισιόν. «Οπως και σε άλλες οικονομίες της ΕΕ, είναι σημαντικό η Ελλάδα να εργαστεί για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, κάτι που αποτελεί οριζόντια προτεραιότητα σε ολόκληρη την ΕΕ, και πρέπει να αντιμετωπίσουμε ορισμένα σημεία συμφόρησης που υπάρχουν σε όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ». Μήπως όμως η προσπάθεια αυτή τεθεί σε δεύτερη μοίρα, τον ρωτάμε, λόγω της προσοχής που δίνεται στην άμυνα; «Δεν θα έθετα αυτή την προσπάθεια σε αντίθεση με τις αμυντικές δαπάνες. Από την αρχή της εντολής μας είχαμε θέσει δύο οριζόντιες προτεραιότητες για την ΕΕ: ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας – ασφάλεια και άμυνα. Οι προτεραιότητες αυτές είναι πιο σημαντικές και πιο επείγουσες τώρα».

Η Κομισιόν

Πάντως, όπως επεσήμανε, η Κομισιόν αναμένει από όλα τα κράτη – μέλη να χρησιμοποιήσουν την εθνική ρήτρα διαφυγής, κάτι που δεν έχουν κάνει ακόμη έντεκα χώρες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των Ιταλίας, Γαλλίας, Ισπανίας, με αποτέλεσμα οι συνολικές δαπάνες που εκτιμάται ότι θα δημιουργηθούν να υπολείπονται των 650 δισ. ευρώ που ανέμενε η Κομισιόν βάσει της πρότασής της. Ο Β. Ντομπρόβσκις θεωρεί ότι για να καταλήξει η Κομισιόν σε ακριβή εκτίμηση για το συνολικό ύψος των πρόσθετων αμυντικών δαπανών χρειάζεται να γνωρίζει τα ακριβή σχέδια των κρατών – μελών μέχρι το 2028, μια διαδικασία που θα ολοκληρώσει τέλη Ιουνίου – αρχές Ιουλίου.

«Είναι σημαντικό όλα τα κράτη – μέλη της ΕΕ να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες, ειδικά τα μεγαλύτερα», είπε, ενώ ειδικότερα για την Ιταλία πρόσθεσε ότι «πρέπει να έχουμε κατά νου τις παραμέτρους δημοσιονομικής βιωσιμότητας, καθώς έχει τον δεύτερο υψηλότερο λόγο χρέους προς ΑΕΠ που προβλέπεται να συνεχίσει να αυξάνεται ακόμη και χωρίς την ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής».

Σε ερώτημα για το αν θα υπάρχει περιθώριο συζήτησης για τη χρηματοδότηση της άμυνας μέσω κοινού χρέους μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ (όπου αναμένεται να συμφωνηθεί αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ) ο Ντομπρόβσκις είπε ότι «είμαστε ανοιχτοί στις συζητήσεις σχετικά με τα περαιτέρω βήματα που απαιτούνται για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών αμυντικών ικανοτήτων και τον τρόπο χρηματοδότησης αυτών των κοινών ικανοτήτων. Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να αναμένουμε ότι η ασφάλεια και η άμυνα θα διαδραματίσουν πιο εξέχοντα ρόλο στο επόμενο ΠΔΠ».

Η Γερμανία

Οσον αφορά τη Γερμανία, ο Βάλντις Ντομπρόβσκις είπε ότι το σχέδιό της για δαπάνες ύψους 500 δισ. ευρώ σε υποδομές αναμένεται να ενισχύσει το ΑΕΠ περίπου 1% έως το 2028 και 2,6% έως το 2035. Σε σχέση με τη δυσκολία που εκτιμάται ότι θα αντιμετωπίσει η Γερμανία έναντι των περιορισμών που θέτουν οι δημοσιονομικοί κανόνες (που η ίδια επέμενε να τεθούν) σχετικά με τα σχέδιά της για την ενίσχυση των υποδομών και της άμυνας, ο επίτροπος τόνισε ότι «αναμένουμε από τη Γερμανία να ακολουθήσει τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες».

Για τη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ομάδας G7, που ξεκινά σήμερα και στην οποία θα συμμετάσχει ο Ντομπρόβσκις, είπε ότι θα πρέπει να ξεκινήσουν συζητήσεις για την εκτίμηση των χρηματοδοτικών αναγκών της Ουκρανίας το 2026. «Πώς να γεφυρώσουμε αυτό το κενό», τόνισε. Στο πλαίσιο αυτό εκτιμά ότι θα συζητηθεί η συνεισφορά των ΗΠΑ. «Οι ΗΠΑ δεν ήταν δεσμευτικές όσον αφορά την περαιτέρω συνεισφορά τους», είπε αναφερόμενος στις συζητήσεις που έγιναν στο πλαίσιο των εαρινών συναντήσεων του ΔΝΤ. Εκτίμησε επίσης ότι αναμένει κάποιο ενδιαφέρον από εταίρους του G7 για το ζήτημα της μείωσης του ανώτατου ορίου τιμών στο ρωσικό πετρέλαιο. «Μένει να δούμε πόσο λεπτομερείς συζητήσεις θα κάνουμε για τις κυρώσεις, αλλά έχουμε ήδη επισημάνει κάποιες κατευθύνσεις στο 18ο πακέτο. Πρέπει να ακούσουμε τα κράτη – μέλη, ποιες είναι οι αντιδράσεις τους, πού και πώς υπάρχει προθυμία να προχωρήσουμε», είπε.