
Εχει αλλάξει τα δεδομένα στον ευρωπαϊκό τραπεζικό χάρτη, κλείνοντας συνεχώς μεγάλες συμφωνίες και δημιουργώντας προϋποθέσεις για νέες. Ορισμένοι τον περιγράφουν ως «Ρονάλντο της τραπεζικής» για το πείσμα, την ενέργεια και την ικανότητά του να κινείται μεθοδικά και επιθετικά στον τραπεζικό στίβο – αλλά και τις οικονομικές του απολαβές που μετρώνται σε εκατομμύρια ευρώ.
Ο Αντρέα Ορσέλ, ο άνθρωπος που κάνει κουμάντο στη UniCredit από το 2021 αναλαμβάνοντας καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου, φαίνεται πως είναι ο τύπος του ανθρώπου που ζει για να βρίσκει ευκαιρίες. Με πρόσφατο ορόσημο την αύξηση του ποσοστού της UniCredit στην Alpha Bank, δείχνει πως δεν ήρθε για μια απλή στρατηγική συμμαχία. Ηρθε για να μείνει – και να ηγηθεί. Η επιλογή του να τοποθετήσει την Alpha Bank στο επίκεντρο της στρατηγικής του στην Ελλάδα και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη ερμηνεύεται ως μακρόπνοη δέσμευση και όχι ευκαιριακή επένδυση.
Οι επιτυχίες του είναι μεγάλες. Οταν ανέλαβε καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου στη UniCredit στις 15 Απριλίου του 2021, η τιμή της μετοχής της διαμορφωνόταν στα 8,5 ευρώ. Σήμερα αγγίζει τα 57 ευρώ και διαμορφώνεται στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 14 ετών. Μόνο φέτος έχει καταγράψει ράλι που πλησιάζει το 50%, ενώ πλέον η τράπεζα είναι η μεγαλύτερη στην Ιταλία ξεπερνώντας σε κεφαλαιοποίηση – που έχει φτάσει τα 89 δισ. ευρώ – την Intesa Sanpaolo.
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, όταν τον Οκτώβριο του 2023 έδωσε τα χέρια με τον CEO της Alpha Bank Βασίλη Ψάλτη, πολλοί ανέμεναν μια περιορισμένης εμβέλειας στρατηγική συμμαχία. Κανείς δεν μπορούσε τότε να προβλέψει ότι λιγότερο από δύο χρόνια αργότερα η UniCredit θα είχε ήδη αποκτήσει σχεδόν το 20% της Alpha Bank και θα είχε ως στόχο την αύξηση του ποσοστού αυτού έως το 29,9%.
Γεννημένος το 1963 στη Ρώμη, από πατέρα σικελικής καταγωγής που διατηρούσε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης και μητέρα που εργαζόταν στα Ηνωμένα Εθνη, ο Ορσέλ είχε από μικρός πειθαρχία, φιλοδοξία και επιθυμία να είναι ανταγωνιστικός. Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Sapienza της Ρώμης και απέκτησε MBA από το INSEAD, όμως η αληθινή του μαθητεία έγινε στην αίθουσα διαπραγματεύσεων. Ξεκίνησε την καριέρα του στην Goldman Sachs στο Λονδίνο και λίγο αργότερα στη Merrill Lynch, όπου εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο ισχυρούς τραπεζίτες της Ευρώπης. Στην ηλικία των 30 είχε ήδη υπογράψει συμφωνίες δισεκατομμυρίων.
Το 1998 συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία της UniCredit από τη συγχώνευση της Credito Italiano με τη Unicredito. Και το 2021 επέστρεψε στο τιμόνι της τράπεζας για να την οδηγήσει σε νέα εποχή. Οσοι τον γνωρίζουν καλά λένε ότι δεν μπορεί να χάνει. Πως κάθε κίνησή του είναι προϊόν υπομονής και σκακιστικής σκέψης.
Εχει δεχτεί πολλές επικρίσεις για το στυλ διοίκησης που ασκεί, τις μεγάλες απαιτήσεις που έχει από τους συνεργάτες του και την πολύ μεγάλη ανταγωνιστικότητά του. «Ή τον συμπαθείς ή δεν σου αρέσει καθόλου» έχει πει για αυτόν πρώην συνάδελφός του υπονοώντας ότι δεν υπάρχει μέση οδός. Ξυπνάει στις πέντε το πρωί, γυμνάζεται και ξεκινά εκείνο που του αρέσει περισσότερο, να κλείνει ντιλ.
Το να αποτελεί αποδέκτη αντιδράσεων είναι μέσα στο παιχνίδι για αυτόν. Η επιθετική προσέγγισή του για την εξαγορά της Commerzbank στη Γερμανία χαρακτηρίστηκε λίγο-πολύ εχθρική από τον πολιτικό κόσμο της χώρας. Η UniCredit έχει αποκτήσει μερίδιο 28% της γερμανικής τράπεζας μέσω παραγώγων.
Παράλληλα, το φθινόπωρο του 2024 υπέβαλε προσφορά 10 δισ. ευρώ για την εξαγορά της Banco BPM στην Ιταλία, ενισχύοντας την εικόνα του ως κυρίαρχου του παιχνιδιού εξαγορών. Δεν έχει κρύψει ότι ο στόχος του είναι η ευρωπαϊκή τραπεζική ενοποίηση. Οπως έχει δηλώσει, η Ευρώπη χρειάζεται τραπεζικούς κολοσσούς με κεφαλαιοποίηση άνω των 100 δισ. για να αντέξει τον ανταγωνισμό των ΗΠΑ και της Κίνας.
Η αμοιβή του αντιστοιχεί στη φήμη του. Με 13,2 εκατομμύρια ευρώ ετήσιες αποδοχές, είναι ο δεύτερος πιο ακριβοπληρωμένος CEO ευρωπαϊκής τράπεζας, μετά τον Sergio Ermotti της UBS. Φαίνεται επίσης από το επιθετικό του στυλ ότι διεκδικεί πάντα όσα θεωρεί ότι του οφείλονται. Μετά τη θητεία του στη UBS ήταν έτοιμος να αναλάβει τον ρόλο του διευθύνοντος συμβούλου της ισπανικής Banco Santander. Ωστόσο, η τράπεζα έκανε πίσω στην προσφορά με αποτέλεσμα ο Ορσέλ να κινηθεί νομικά εναντίον της Santander. Τον Δεκέμβριο του 2021 δικαστήριο του επιδίκασε αποζημίωση 68 εκατομμυρίων ευρώ, συμπεριλαμβανομένων 10 εκατομμυρίων ευρώ για ηθική βλάβη.
Στην προσωπική του ζωή είναι σύντροφος της Clara Batalim, πρώην αεροσυνοδού και νυν σχεδιάστριας εσωτερικών χώρων. Μαζί έχουν αποκτήσει μία κόρη. Η σχέση τους δοκιμάστηκε όταν ο Ορσέλ αποσύρθηκε προσωρινά από την εργασία του, έπειτα από την επεισοδιακή – και τελικά ματαιωμένη – ανάληψη της ηγεσίας της Santander. Για ένα διάστημα έμεινε σπίτι. Εξομολογήθηκε πως ήταν μια περίοδος ερωτήσεων αλλά και ενίσχυσης των δεσμών με την οικογένεια. Ο ίδιος παρουσιάζει ξεκάθαρη εικόνα για τον εαυτό του. «Είμαι έντονος, αγαπώ τη δουλειά μου, δίνω τα πάντα, είμαι παθιασμένος» λέει.