
Το καθημερινό κλισέ των ειδήσεων εν Ελλάδι είναι κάνα δυο-τρεις νεκροί από τροχαία, ένας με δυο δολοφονημένοι (γυναικοκτονίες, ανδροκτασίες, πατρο-μητροκτονίες κ.λπ.), κάνα δυο ληστείες, Μητσοτάκης και στερεότυπος αντι-μητσοτακισμός. Αυτό είναι το σύνηθες, σχεδόν ανάλλαχτο καθημερινό μενού που δεν μας κάνει καμιά εντύπωση, αφού έχει αρθεί στο επίπεδο του εθίμου και της σταθερής ποσόστωσης, αλλά κινείται πλέον στην περιοχή της ανίας λόγω της σταθερής επανάληψης. Η πρωτοτυπία κανενός ιδιαίτερα ειδεχθούς φόνου ή κανενός αεροπλανικού τροχαίου δεν ανεβάζει την τηλεθέαση.
Τίποτε πλέον δεν μας δημιουργεί ιδιαίτερη εντύπωση παρά τις εργώδεις προσπάθειες δραματοποίησης από τα τηλεοπτικά δελτία – ακόμα και ο απρόβλεπτος Τραμπ έχει κουράσει, διότι είναι αναμενόμενα αναπάντεχος, οπότε κάθε νέα του παραδοξότητα είναι κάτι σαν déjà vu, τρελίτσα ενός διαρκούς προγράμματος εκπλήξεων που πια τις περιμένεις, άρα παύουν να είναι εκπλήξεις. Το γενικό αίσθημα είναι πως οι ως άνω πρωταγωνιστές των καθημερινών ειδήσεων αρχίζουν και κουράζουν, κάτι αρκετά επικίνδυνο – ο θεατής ή ο αναγνώστης, που ασυναίσθητα πλέον αντιμετωπίζει τον όντως βίο ως τηλεοπτική σειρά, αρχίζει και βαριέται. Δεν έχει σημασία η βαρύτητα ενός γεγονότος, αλλά η διάρκεια της προβολής του: ύστερα από ένα όριο αυτομάτως παύει να ενδιαφέρει, τόσο ξαφνικά όσο ξαφνικά αποκοιμιέσαι όταν σε ναρκώνουν πριν από την κολονοσκόπηση.
Η αντιπολίτευση που θα μπορούσε να μας κρατήσει κάπως το ενδιαφέρον στερείται μεγάλων ρητόρων ή αρχηγών με στοιχειώδη χάρη και με λίγο έστω χιούμορ, που θα μας έκανε να σκάσουμε μισό χαμόγελο, από μια απρόσμενη οπτική των πραγμάτων, με μια απρόβλεπτη προσέγγιση, με λίγη τσαχπινιά. Τίποτε. Ξύλινος λόγος από βρασμένη οξιά, βαρεμάρα, κλισέ, δήθεν Προανακριτικές, στερεότυπες κουβέντες σαν μεταχειρισμένες τυρόπιτες, φράσεις πανομοιότυπες που τις ακούς, ολόιδιες, εδώ και πενήντα χρόνια. Προτηγανισμένες.
Δεν υπάρχουν πια πολιτικοί-ήρωες, δηλαδή πολιτικοί-ρόλοι, με λάμψη, ιδιοπροσωπία και ικανότητες μιας κάποιας νέας γοητείας, που ναι μεν να γνωρίζουν την πολιτική επιστήμη και να έχουν επαρκείς γνώσεις, αλλά να διαθέτουν και κάποιο γκελ στις δημόσιες εμφανίσεις. Τουλάχιστον στην αντιπολίτευση θα έπρεπε να είχαν αναδυθεί νέα πρόσωπα που να διαδεχτούν τα παλιά, τα ντεκαφεϊνέ, τα συνήθη, του άνοστου λόγου και των γκρι εμφανίσεων. Ενας ή μια σταρ αν εμφανιζόταν αυτή τη στιγμή, με πραγματικές ηγετικές ικανότητες, σθένος, στοιχειώδη ερωτισμό και κάποιο χιούμορ, θα μάζευε όλο το χαρτί της αντιπολίτευσης σε χρόνο μηδέν – δεν θα ήξεραν από πού τους ήρθε.
Και θα πρόσθετε κάποιο ενδιαφέρον στην ελληνική καθημερινότητα – αυτό είναι που περιφρονούν ή δεν καταλαβαίνουν στους βλοσυρούς κύκλους της αντιπολίτευσης: ότι χωρίς λαμπερά πρόσωπα, χωρίς διαλάμποντες ηγέτες, χωρίς αστέρια, τίποτε δεν θα καταφέρουν – έτσι κι αλλιώς προγράμματα δεν υπάρχουν και τελικώς όλα σαπίζουν μέσα σε αντιερωτικές επιτροπές, γκρίζα δωμάτια συνεδριάσεων και αντιτουριστικές συναντήσεις που δεν ερεθίζουν πια κανέναν. Ο λόγος που κυριαρχεί ακόμα ο Μητσοτάκης είναι ότι συγκριτικά τυγχάνει και ο γοητευτικότερος όλων, κάτι που παίζει κι αυτό τον ρόλο του, πέρα από τις ικανότητες. Δεν έχει απειληθεί ούτε καν σε επίπεδο δημόσιας – κατά σάρκα – εικόνας. (Παίζει και η βουβή libido στις δημοσκοπήσεις.)
Τα σκοτεινά μάτια, η μοχθηρή αριστερίλα, η παλιά μουχλοδεξιά, οι φράσεις-κλισέ, η μεγαλόστομη αερολογία δεν έχουν πια μέλλον. Εκείνοι που θα παίξουν μέσα σε αυτή την άχρωμη και χωρίς γεύση καθημερινότητα είναι κάποια προικισμένα άτομα, τα οποία δεν ξέρουμε πότε και από πού θα προκύψουν. Μέσα από ποιες απρόσμενες διαδικασίες και σε ποια απρόβλεπτη συγκυρία – κι ας είναι ένας, μια ή δύο το πολύ. Δύο-τρία, έστω, προικισμένα άτομα-ηγέτες που θα αναποδογυρίσουν μελλοντικά όλο το σκηνικό – αλλά πώς θα βρεθούν; Δύσκολο. Εδώ κοτζάμ Αμερική και δεν μπορούσε να αντικαταστήσει τον γεροντογέροντα, τετελεσμένο Μπάιντεν, ολόκληρες Ηνωμένες Πολιτείες και δεν έβρισκαν έναν νέο άνθρωπο για υποψήφιο. Υπάρχουν μηχανισμοί ματαίωσης μέσα στα κόμματα που πνίγουν τα προικισμένα γατάκια στον κουβά, όσο ακόμα είναι μικρά. Αλλά και τα ενήλικα, λαμπρά πνεύματα ενίοτε τα εξοστρακίζουν – η μετριοκρατία θριαμβεύει.
Αρα, κάτι θα προκύψει έξωθεν; Πώς; Μόνο ο ωροσκόπος το ξέρει αυτό – μέχρι τότε θα βαδίζουμε επί τα αυτά: κάνα δυο τροχαία τη μέρα, κάνα δυο εγκλήματα, MeToo, μερικές ληστείες, αριστερά και δεξιά κλισέ, επιλεκτικός ουμανισμός, καλοί και κακοί νεκροί, βαθύς κυνισμός που ενδύεται όπως πάντα ανθρωπιστική χλαμύδα: τα καλά παιδιά των Παλαιστινίων και τα κακά παιδιά των Ουκρανών (ή αντίστροφα), κι όλο το σύνηθες ψεύδος της αγοράς σε καθημερινές δόσεις. Βαριέσαι;
Δεν πειράζει – υπάρχουν και βαρύτερα δεινά. Εξάλλου πλησιάζουν οι μέρες που το ενδιαφέρον μας θα μετατεθεί στη θάλασσα, στο σπρέι καροτίνης, στις ξαπλώστρες και στις ντιβανοκασέλες. Για λίγους μήνες θα μας σώσει ο ελληνικός ήλιος και ο συνωστισμός της παραλίας – πάρ’ το πόδι σου απ’ το στόμα μου. Αμφίβολο αν θα βλέπουμε καν τα πρωτοσέλιδα. Θα διολισθήσουμε στην ηλιοκαμένη αμεριμνησία, χωρίς τηλεόραση, με τηγανητά κολοκυθάκια και ροδέλες θράψαλου. Και από Σεπτέμβριο μακάρι να περιπέσουμε στην προηγούμενη, την τωρινή ανία των κλισέ – ε, δεν θα είναι και ό,τι χειρότερο, αν σκεφτείς Κίεβο και Γάζα, Σουδάν και Υεμένη. (Ασε κι εκείνους τους γλαφυρούς Χούθι.)