50.000 πακέτα αξίας 150 ευρώ έρχονται καθημερινά από Κίνα

Εντονη είναι η ανησυχία της επιχειρηματικής κοινότητας από τον καταιγισμό της ελληνικής αγοράς από προϊόντα που διακινούν ασιατικές πολυεθνικές ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Χιλιάδες πακέτα αξίας έως 150 ευρώ παραδίδονται καθημερινά δημιουργώντας μια στρεβλή και άνιση κατάσταση για τις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς σύμφωνα με τους εκπροσώπους της αγοράς η σημερινή πραγματικότητα επιτρέπει την αδασμολόγητη είσοδο προϊόντων κυρίως από την Κίνα, την ίδια ώρα που οι ελληνικές επιχειρήσεις για να τα εισάγουν επιβαρύνονται με δασμούς, ΦΠΑ, έξοδα εκτελωνισμού ενώ πρέπει να τηρούν και τις απαιτήσεις συμμόρφωσης με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Ο «φόρος» των 2 ευρώ που εξετάζει να επιβάλει η ΕΕ στα πακέτα εμπορευμάτων προς ιδιώτες, που εισέρχονται στην ΕΕ από Κίνα και τρίτες χώρες μέσα από τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες, θεωρείται χαμηλός, καθώς υποστηρίζουν ότι δεν αντισταθμίσει τις απώλειες, ενώ, όπως λένε, δεν θα ανακόψει την επέλασή τους στην ευρωπαϊκή και την ελληνική αγορά. Αν και στις συζητήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη έχει πέσει στο τραπέζι και το ενδεχόμενο φόρου ακόμα και 5-7 ευρώ, αυτό σύμφωνα με τους επιχειρηματίες δεν αποτελεί τη λύση του προβλήματος, αφού θα εφαρμοστεί το 2028.

Αυστηρότερο πλαίσιο

Ηδη η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) έχει θέσει θέμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη λήψη άμεσων μέτρων ώστε να περιοριστούν οι πωλήσεις από πλατφόρμες όπως οι κινεζικές Shein και Temu, αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση πολιτικών υπέρ των εμπορικών επιχειρήσεων. Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Σταύρος Καφούνης, μάλιστα έχει επισημάνει ότι προτεραιότητα είναι να πιεστεί η Κομισιόν να αναλάβει πρωτοβουλίες για τον έλεγχο των κινεζικών και άλλων προϊόντων που εισέρχονται στην ευρωπαϊκή αγορά και για τις προδιαγραφές ποιότητάς τους. Μόνο το 2024 εισήχθησαν στην ευρωπαϊκή αγορά 4,6 δισεκατομμύρια πακέτα εμπορευμάτων αξίας έως 150 ευρώ και αυτό οδηγεί σε άνισο ανταγωνισμό, λένε οι έμποροι, καθώς οι ευρωπαϊκές και ελληνικές επιχειρήσεις, που τηρούν αυστηρά πρότυπα ποιότητας, εργασίας και περιβαλλοντικής προστασίας, καλούνται να ανταγωνιστούν προϊόντα αμφίβολης προέλευσης και ελέγχου. «Το αποτέλεσμα είναι η πίεση στις τιμές, η μείωση του κύκλου εργασιών των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και, τελικά, η αποδυνάμωση της τοπικής αγοράς, με τις επιπτώσεις να είναι ιδιαίτερα αισθητές και στη χώρα μας» σημειώνει ο Δώρος Καπράλος, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά.

Επιθετική διείσδυση

Σήμερα πάνω από το 91% των δεμάτων αξίας κάτω των 150 ευρώ που εισάγονται στην ΕΕ προέρχονται από την Κίνα, ενώ στην Ελλάδα εκτιμάται ότι ημερησίως φτάνουν έως και 50.000 παραγγελίες χαμηλής αξίας, με την τάση να είναι ανοδική. Μάλιστα ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ και Κίνας έστρεψε το ενδιαφέρον των μεγάλων ασιατικών marketplaces στην ευρωπαϊκή αγορά και ο κίνδυνος ενός «τσουνάμι» των προϊόντων χαμηλού κόστους είναι περισσότερο από ορατός, καθώς ήδη οι επιχειρήσεις αυτές ξεδιπλώνουν τη στρατηγική τους για πιο επιθετική διείσδυση στις αγορές της ΕΕ με προωθητικές ενέργειες, διαφημίσεις, ακόμα και επιδότηση με δωρεάν αποστολές προς τους πελάτες τους.

Σε πρότασή του ο Εμπορικός Σύλλογος της Αθήνας, σύμφωνα με τον πρόεδρό του, Θάνο Τσαγγάρη, ζητά διασφάλιση ισονομίας, καθώς είναι απαραίτητο όλες οι διαδικτυακές εμπορικές δραστηριότητες –ανεξαρτήτως γεωγραφικής προέλευσης –να υπάγονται στο ίδιο φορολογικό, δασμολογικό και νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να διασφαλίζεται ο θεμιτός ανταγωνισμός εντός της ενιαίας αγοράς. Ζητούν υποχρεωτικό εκτελωνισμό όλων των αποστολών από το πρώτο ευρώ, θέτουν θέμα συμμόρφωσης με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές ασφάλειας των προϊόντων όπως αυτές ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση και την πλήρη συμμόρφωση των διαδικτυακών καταστημάτων με το ισχύον νομικό πλαίσιο, το οποίο ισχύει και στα φυσικά καταστήματα και αφορά την προστασία προσωπικών δεδομένων, τις εμπορικές πρακτικές και το καθεστώς προσφορών και εκπτώσεων (GDPR – OMNIBUS – DSA).

Αγοράζουν τα πάντα

Σε αυτό το περιβάλλον υψηλές ταχύτητες  συνεχίζουν να καταγράφουν οι online πωλήσεις στην Ελλάδα, με τους Ελληνες να αγοράζουν τα πάντα ηλεκτρονικά. Στοιχεία του Greca για το 2025 δείχνουν ότι το 74% χρησιμοποιεί το Internet για αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ενώ το 76,7% ανέφερε ότι πραγματοποιεί συχνά αγορές μέσω Διαδικτύου. Μάλιστα το 84,4% των καταναλωτών προτιμά αγορές από ελληνικά e-shops, συμπεριλαμβανομένων σελίδων σύγκρισης τιμών ή marketplaces.