H NΔ ψηφίζει Ανδρουλάκη για… αντίπαλο

Τον περασμένο Απρίλιο από το βήμα της Βουλής ο Κυριάκος Μητσοτάκης σχημάτιζε με τα χέρια του μια καρδούλα. Οχι γιατί αποφάσισε να αντιγράψει τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, αλλά γιατί ήθελε να γίνει πιο παραστατικός όσο εξαπέλυε επίθεση στην αρχηγό της Πλεύσης Ελευθερίας (καθαρά δεύτερη στις δημοσκοπήσεις τότε), προσπαθώντας να γυρίσει την αντιπαράθεση σε προγραμματικά θέματα, όπως η οικονομία και η άμυνα. Δύο μήνες μετά και ενώ οι δημοσκόποι καταγράφουν διαγκωνισμό του ΠΑΣΟΚ και της Πλεύσης Ελευθερίας για τη δεύτερη θέση, με οριακές τις αποστάσεις μεταξύ τους, το Μέγαρο Μαξίμου καδράρει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οχι γιατί αγνοεί πια τις κινήσεις της Πλεύσης Ελευθερίας – αντίθετα, είναι έντονη η κυβερνητική αντίδραση στις εξελίξεις για τα Τέμπη, μετά τις υπογραφές βουλευτών της Πλεύσης, της Ελληνικής Λύσης, της Νίκης και ανεξάρτητων που πρόσκεινται στον Στέφανο Κασσελάκη στην πρόταση παραπομπής του Πρωθυπουργού για εσχάτη προδοσία, με αυτή την «ετερόκλητη συμμαχία της τοξικότητας» στο επίκεντρο της επιχειρηματολογίας του Μεγάρου Μαξίμου περί εργαλειοποίησης της τραγωδίας. Αλλά γιατί οι πολιτικές στοχεύσεις της κυβέρνησης από τη στιγμή που πέτυχε τη μερική ανάκαμψή της έως – σε πρώτη φάση – το φθινόπωρο περνούν κυρίως μέσα από το ΠΑΣΟΚ. Εξού και οι επίμονες γαλάζιες βολές προς τη Χαριλάου Τρικούπη και ακριβέστερα προσωπικά στον πρόεδρό της, τον Νίκο Ανδρουλάκη: «Συνυπέγραψε πρόταση δυσπιστίας μαζί με τα κόμματα του παραλογισμού» (σε ό,τι αφορά τα Τέμπη το Μαξίμου θα μιλάει με κάθε ευκαιρία για τη «σύμπραξη» του ΠΑΣΟΚ με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου), «το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη» (υπονοώντας άρα ότι το σημερινό κόμμα είναι διαφορετικό από το παλιό ΠΑΣΟΚ) και «προπονητής της εξέδρας» (ως εκείνος που βλέπει άλλους να παίζουν και θεωρεί ότι θα τα έκανε όλα καλύτερα). Το Μαξίμου αναγκάζεται να αλλάζει αντίπαλο σαν τα πουκάμισα (όσο μπορεί στην πραγματικότητα να διαλέγει τον αντίπαλο), τροποποιώντας την τακτική και τη ρητορική του. Αυτό μαζί με την εμφανή προσπάθεια του Μητσοτάκη να ξανατραβήξει χαρτί «μεταρρυθμίσεων» και παρεμβάσεων στην καθημερινότητα έχουν πολιτικά κίνητρα και εξηγούνται (και) μέσα από τις κυλιόμενες μετρήσεις: οι απώλειες της ΝΔ στα δεξιότερα έχουν μαζευτεί, οι διαρροές στα αριστερά της προβληματίζουν.

Δύο δεξαμενές

Οσο το πολιτικό σκηνικό παραμένει ρευστό και όσο οι μετακινήσεις ψηφοφόρων ανάμεσα σε κόμματα γίνονται χωρίς στεγανά και συνεπώς είναι δύσκολα προβλέψιμες, η απόπειρα του Μαξίμου να κεντράρει το ΠΑΣΟΚ έχει να κάνει με δύο κρίσιμες για την περαιτέρω συσπείρωση της ΝΔ δεξαμενές. Στην πρώτη είναι εκείνοι που σταθμεύουν στη ζώνη των αναποφάσιστων – περίπου ένας στους 10 ψηφοφόρους της ΝΔ στις εθνικές εκλογές του 2023 έχει μετρηθεί ότι κατευθύνθηκε προς τα εκεί. Το κοινό αυτό είναι σύμφωνα με το σκεπτικό του Μαξίμου απολύτως διεκδικήσιμο, καθώς φαίνεται να μην έχει περάσει ακόμα στην αντικυβερνητική πλευρά, παρότι κρίνει αυστηρά και εκφράζει απογοήτευση για κυβερνητικούς χειρισμούς. Η δεύτερη είναι οι ενδιάμεσοι, όσοι εντοπίζονται στις διαρροές της ΝΔ προς το ΠΑΣΟΚ – στους προηγούμενους μήνες της πολιτικής αναταραχής και κοινωνικής πίεσης η λεγόμενη μάχη της κυριαρχίας στους μετριοπαθείς κεντρώους έβγαζε τον Μητσοτάκη δεύτερο, σύμφωνα με αναλυτές. Ο επαναπατρισμός αυτών των ακροατηρίων με πολιτικές και επικοινωνιακές αντεπιθέσεις είναι κομβικής σημασίας.

Ρεαλισμός Vs λαϊκισμού

Η δραστηριότητα του Μητσοτάκη εκτός Μαξίμου τις τελευταίες εβδομάδες επιβεβαιώνει ότι το βάρος πέφτει στον δείκτη της «καθημερινότητας» – εκείνον που εξακολουθεί άλλωστε να πληγώνει περισσότερο την κυβέρνηση αλλά και που, σύμφωνα με την κυβερνητική ανάλυση, απασχολεί το μετριοπαθέστερο κοινό. Η τακτική είναι εμφανής: σε όσα απασχολούν τους πολίτες (από την ακρίβεια έως την κατάσταση στα νοσοκομεία και στα μέσα μεταφοράς, την ασφάλεια και τις δυσλειτουργίες του κράτους), το Μαξίμου καλλιεργεί την εικόνα ότι τουλάχιστον προσπαθεί, παραδέχεται και κινείται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Στόχος, να προβάλλεται σε μεγάλες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες αποστρέφονται τις σκληρές συγκρούσεις και ζητούν αποτέλεσμα, μια αντίθεση: από τη μία «ρεαλισμός», «πρακτικότητα», «μεγάλες αλλαγές» (ένα προφίλ που εξαρχής φιλοτεχνεί ο Μητσοτάκης για τον εαυτό του), από την άλλη «λαϊκισμός», «έλλειψη σχεδίου» και «κενά συνθήματα». Δεν ήταν μόνο οι έμμεσες βολές του Μητσοτάκη, κατά την τελευταία περιοδεία του εκτός Αθήνας, στη Μαγνησία, προς τον Αλέξη Τσίπρα: «Κάποιοι επανεμφανίστηκαν τελευταία στον δημόσιο διάλογο προσπαθώντας να ξαναγράψουν την ιστορία και να κάνουν το άσπρο μαύρο, αλλά διάλεξαν λάθος στιγμή». Το στίγμα του πολιτικού σχεδιασμού του, όχι απλώς μέχρι το φθινόπωρο αλλά μέχρι και την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, δόθηκε κυρίως με μια άλλη αποστροφή του: «Εμείς παράγουμε αποτελέσματα (…) θα τρέξουμε πιο γρήγορα (…) Θα στρέψουμε την προσοχή μας σε αυτούς οι οποίοι έχουν δοκιμαστεί περισσότερο» – δηλαδή, στη στήριξη της μεσαίας τάξης.