Διάβασα ότι η σκυθρωπή ακτιβίστρια πλήρους απασχόλησης, Γκρέτα Τούνμπεργκ, που απελάθηκε από το Ισραήλ, έδωσε χθες συνέντευξη στο Παρίσι, όπου προσπάθησε να ανασκευάσει την εικόνα της. Μεταξύ άλλων, διαβεβαίωσε ότι αρνήθηκε να δει το φιλμ που είχαν σκοπό να της δείξουν οι Ισραηλινοί, με καταγεγραμμένα στιγμιότυπα φρίκης από κάμερες των εισβολέων ανδρών της Χαμάς στο φεστιβάλ και στα κιμπούτς όπου σκότωσαν περισσότερους από 1.200 αμάχους, βίασαν, εξανδραπόδισαν και απήγαγαν αδύναμους ανθρώπους, που τους κράτησαν ομήρους – έχουν ακόμα στα χέρια τους πάνω από πενήντα.
Η άρνηση της Τούνμπεργκ είναι ενδεικτική μιας δογματικής κατασκευής που αδιαφορεί για την πραγματικότητα και, απλώς, επιλέγει τη φέτα από τα γεγονότα που τη βολεύουν, φέτα εμποτισμένη με την ιδεολογία, το συναίσθημα και τον λόγο της προπαγάνδας. Δεν είναι πολιτική όσο πνευματική στάση. Στάση πνευματικής οκνηρίας και αδιαφορίας για γνώση και εμβάθυνση. Της αρκεί η ακλόνητη βεβαιότητα μιας «αλήθειας», στην οποία δεν χωράνε μελανά σημεία τα οποία μπορεί να τη σκιάσουν. Πρόσωπα, όμως, που αρνούνται να δουν όχι την αλήθεια του άλλου αλλά συμβάντα τα οποία διαμόρφωσαν την εξέλιξη της υπόθεσης στην οποία έχουν πάρει θέση, έχουν αποβάλει την υποτιθέμενη ηθική διάσταση του αγώνα τους. Και τι είναι πλέον; Απλά εργαλεία μιας προπαγανδιστικής μηχανής. Κομμένες κεφαλές.