Η δημοκρατική αρχή σε δοκιμασία

Στις αρχές Μαΐου 2023, ο Αρειος Πάγος, βασιζόμενος στο άρθ. 32 της Εκλογικής Νομοθεσίας (π.δ. 26/2012) περί αποκλεισμού συμμετοχής εκλογικού συνδυασμού με πραγματική ηγεσία που έχει καταδικασθεί για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, απαγόρευσε την κάθοδο του κόμματος «Ελληνες» στις εκλογές του Μαΐου, κρίνοντας ότι πραγματικός ηγέτης του κόμματος ήταν ο Η. Κασιδιάρης. Στις εκλογές του Ιουνίου 2023, τα μέλη του εν λόγω κόμματος δήλωσαν συμμετοχή ως συνδυασμός ανεξαρτήτων υποψηφίων, ο οποίος επίσης κόπηκε από τον ΑΠ. Μετά ταύτα, το εν λόγω κόμμα και ο Η. Κασιδιάρης στήριξαν τους «Σπαρτιάτες», οι οποίοι εισήλθαν στη Βουλή με 12 βουλευτές. Κατά τα φαινόμενα, εξαπάτηση εκλογέων δεν υπήρξε, αφού οι περισσότεροι ψηφοφόροι των «Σπαρτιατών» γνώριζαν ότι ψήφιζαν ένα εναλλακτικό κομματικό μόρφωμα του Η. Κασιδιάρη και δεν είναι άτοπο να υποθέσει κανείς ότι οι περισσότεροι εξ αυτών το ψήφισαν ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο. Οτι δεν υπήρξε εξαπάτηση εκλογέων, εξάλλου, αποφάνθηκε πριν από λίγους μήνες και το πρωτοβάθμιο ποινικό δικαστήριο.

Κατόπιν, ωστόσο, υποβολής ενστάσεων κατά της εκλογής 3 βουλευτών των «Σπαρτιατών», το ΑΕΔ, με την πρόσφατη απόφασή του, έκρινε (σύμφωνα με δημοσιευθείσα στον Τύπο περίληψη) ότι συντελέστηκε εξαπάτηση εκλογέων με υποκρυπτόμενο αρχηγό (με ποια στοιχεία και με ποια δικαιοδοσία διατυπώθηκε η κρίση αυτή είναι άδηλο ακόμη) και ότι η εξαπάτηση αυτή αφορά μεν το σύνολο της επικράτειας αλλά, επειδή με τις 3 ενστάσεις αμφισβητήθηκαν τα αποτελέσματα συγκεκριμένων εκλογικών περιφερειών, για τις λοιπές περιφέρειες για τις οποίες δεν ασκήθηκαν ενστάσεις οι εκλογές έχουν καταστεί οριστικές. Περαιτέρω, το ΑΕΔ θεώρησε «περιττή» την επανάληψη της ψηφοφορίας στις συγκεκριμένες περιφέρειες ενόψει της φύσης της εκλογικής παράβασης (εξαπάτηση εκλογέων). Ετσι, οι 3 έδρες θα πρέπει, κατά το ΑΕΔ, να παραμείνουν κενές.

Ιδίως η τελευταία παραδοχή είναι εξόχως προβληματική. Το ΑΕΔ επιλέγει να αφήσει τη Βουλή ακρωτηριασμένη με 297 βουλευτές. Και ευλόγως μπορεί να διερωτηθεί κανείς τι θα συνέβαινε αν οι ενστάσεις ήταν περισσότερες: Με βάση το σκεπτικό του ΑΕΔ θα αποδεχόμασταν άραγε έναν εκτεταμένο ακρωτηριασμό της Βουλής; Θα αποδεχόμασταν ακόμη και μία Βουλή 200 βουλευτών; Και είναι δυνατόν, εν τέλει, να λέμε σε κάποιους ψηφοφόρους ότι η ψήφος τους τελικά όχι μόνον δεν είχε σημασία, αλλά ούτε θα κληθούν να ψηφίσουν κάτι άλλο, μολονότι πλέον το ΑΕΔ «την πλάνην εξήλασε, την αλήθειαν επανήγαγε» σ’ εκείνους;

Η παράβαση εδώ της δημοκρατικής αρχής και της λαϊκής κυριαρχίας είναι, κατ’ εμέ, έκδηλη. Η απόφανση περί μη αναπλήρωσης των εκπεσόντων βουλευτών παραβιάζει τη συνταγματική λογική. Η μόνη συμβατή με το Σύνταγμα (άρθ. 52, 53 § 2, 58, 100), το π.δ. 26/2012 (άρθ. 104) και τον ν. 345/76 (άρθ. 32) λύση είναι η διενέργεια αναπληρωματικών εκλογών στις εκλογικές περιφέρειες των εκπεσόντων βουλευτών, μεταξύ των συνδυασμών και των υποψηφίων που νομίμως ανακηρύχθηκαν. Η Βουλή θα πρέπει να πράξει τα δέοντα, μη δεσμευόμενη από τη σχετική κρίση του ΑΕΔ.

Ας υπογραμμισθεί εδώ ακόμη μια φορά: Οσο βαθιά απεχθανόμαστε νεοναζιστικά και συναφή μορφώματα, τόσο ευλαβικά πρέπει να προστατεύουμε βασικές αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η «μαχόμενη δημοκρατία» δεν μπορεί να υπονομεύει τη δημοκρατική αρχή, ούτε να ανοίγει για τον δρόμο για την αυτοαναίρεσή της.

Ο Αντώνης Γ. Καραμπατζός είναι καθηγητής στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ