Η Ελλάδα και το άσυλο

Σε μια περίοδο αυξημένων προσφυγικών ροών και ραγδαίων γεωπολιτικών εξελίξεων, η Ισπανία αναδεικνύεται ως το κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το χαμηλότερο ποσοστό αποδοχής αιτήσεων ασύλου (18,5%) το 2024, έναντι του μέσου ευρωπαϊκού όρου που φτάνει το 46,6%. Παρά τη μικρή βελτίωση σε σχέση με το 2023, όπου η αντίστοιχη αναλογία ήταν μόλις 12,2%, η Ισπανία εμφανίζεται να υστερεί σημαντικά σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ένωσης.

Η εικόνα αυτή προκαλεί προβληματισμό και για την Ελλάδα, η οποία, ενώ δέχεται ένα σημαντικό αριθμό αιτήσεων για διεθνή προστασία, έχει συχνά επικριθεί από οργανώσεις για καθυστερήσεις στη διαδικασία, χαμηλά ποσοστά αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος και περιορισμένη διαφάνεια. Το ελληνικό σύστημα ασύλου, αν και έχει βελτιωθεί σε επίπεδο υποδομών και ψηφιοποίησης, εξακολουθεί να δοκιμάζεται από πολλές εκκρεμότητες και αυξημένη πίεση στα νησιά του Αιγαίου και στα αστικά κέντρα, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.

Όπως και στην Ισπανία, έτσι και στην Ελλάδα, η μεγάλη πλειοψηφία των αιτήσεων προέρχεται από υπηκόους χωρών όπως το Αφγανιστάν, η Συρία, το Ιράκ και πλέον σε αυξανόμενο βαθμό από την υποσαχάρια Αφρική. Παράλληλα, πολλοί μετανάστες προσπαθούν να ενταχθούν μέσω εναλλακτικών διαδικασιών, όπως το «καθεστώς ανθρωπιστικής παραμονής» ή το πρόγραμμα μεταναστευτικής ένταξης μέσω εργασίας.

Τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και της ΕΕΔΑ δείχνουν ότι το ποσοστό αναγνώρισης ασύλου στην Ελλάδα κυμαίνεται μεταξύ 30% και 40%, ανάλογα με την εθνικότητα και το είδος της προστασίας (πλήρης ή επικουρική). Ωστόσο, τα γραφειοκρατικά εμπόδια, η καθυστέρηση στα ραντεβού και οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό παραμένουν αγκάθια.

Τέλος, παρατηρείται και στην Ελλάδα αυξανόμενη ανησυχία σε τοπικές κοινωνίες, όπως στις Κυκλάδες και στην Κρήτη, απέναντι στη δημιουργία νέων δομών φιλοξενίας, ενώ καταγράφονται φαινόμενα κοινωνικής κόπωσης αλλά και αξιοσημείωτης αλληλεγγύης.

Το ζήτημα του ασύλου και της μεταναστευτικής πολιτικής παραμένει κομβικό για την Ελλάδα, ενόψει και των νέων κατευθύνσεων που επιδιώκει να χαράξει η ΕΕ στο πλαίσιο του νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο.