Το κόμμα του Πολεμικού Μουσείου

Τι καταλαβαίνουμε λοιπόν από την παρουσίαση του νέου βιβλίου για το Ουκρανικό του Σταύρου Λυγερού στο Πολεμικό Μουσείο που είχαμε την παρέμβαση των δύο πρώην πρωθυπουργών Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά; Πως έχει επισημοποιηθεί ένα ρήγμα στην ευρύτερη κεντροδεξιά παράταξη; Σίγουρα και οι δύο κινούνται αλλιώς από την επίσημη τροχιά της κυβέρνησης. Κάποιος που θα ήθελε να μετριάσει την όλη παρέμβαση θα έλεγε πως αυτή έχει σχεδόν μία εθιμοτυπική χροιά αφού και πέρυσι ακριβώς ένα χρόνο πριν οι δύο πρώην – ο Σαμαράς ακόμα τότε μέλος της παράταξης – πάλι σφυροκόπησαν την κυβέρνηση με τον τρόπο τους τότε σε ένα άλλο βιβλίο, εκείνο του Μανώλη Κοττάκη πάλι όμως στο Πολεμικό Μουσείο.

Και κάποιοι ακόμα πιο κακεντρεχείς θα έλεγαν πως όλο αυτό αποτελεί μία βαλβίδα αποσυμπίεσης στη δεξιά δεξαμενή. Μια ετήσια τελετουργία η οποία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ακουμπά πάνω σε μία αναγκαιότητα που έχει ένα μέρος της κεντροδεξιάς παράταξης όχι απλώς να διαφοροποιηθεί από ορισμένες πλευρές της κυβέρνησης Μητσοτάκη αλλά και να κάνει αισθητή τη δική του παρουσία στο εκλογικό της ακροατήριο. Το σημερινό μας σημείωμα δεν υποστηρίζει αυτό. Νομίζουμε πως το ίδιο το γεγονός είναι βαθύτερο. Αν όλοι εστίασαν και λογικά στο σκέλος της σκληρής κριτικής Σαμαρά στον Μητσοτάκη εφ’ όλης για τα διπλωματικά και τα κοινωνικά ζητήματα, έχει μεγάλο ενδιαφέρον το πρώτο σκέλος των ομιλιών των δύο πρώην που φαίνεται πως διαμορφώνουν όρους ενός κεντροδεξιού σκεπτικισμού πάνω στην ίδια την αρχιτεκτονική της Ευρώπης, στη στρατηγική της στο Ουκρανικό και στις ευθύνες της συλλογικής Δύσης έναντι πολλών εκ των σημερινών ταραγμένων γεωπολιτικών γεγονότων.

Για παράδειγμα ο Καραμανλής επανέλαβε αρκετά τον όρο «κόμμα του πολέμου» ακριβώς για να περιγράψει το πιο επιθετικό τμήμα της σημερινής ελίτ το οποίο και στον επανεξοπλισμό της Ευρώπης προχωρά αλλά και δεν φαίνεται πως χαράζει μία λογική ειρήνευσης ή στρατηγικής και ενεργητικής ουδετερότητας στο ουκρανικό μέτωπο. Υπενθύμισε ακόμη και τις ευθύνες που έχει η συλλογική Δύση για την αθέτηση των συμφωνιών του Μινσκ για το ίδιο ακριβώς πολεμικό μέτωπο, ενώ έβαλε και ένα ευρύτερο ζήτημα ελευθεριών και λογοκρισίας στα κυρίαρχα μέσα και στους φορείς της Δύσης. Δεν θα διαφωνήσουμε. Οι δύο πρώην νομίζω ότι δεν είχαν την ανάγκη να φανούν για ακόμα μία φορά ότι στέκονται απέναντι σε πολλές στρατηγικές επιλογές της κυβέρνησης. Περισσότερο νομίζω υπενθύμισαν μία πλατφόρμα η οποία δυνητικά υπάρχει στην κοινωνία και η οποία ενώ δεν αμφισβητεί βασικές προσδέσεις της χώρας σε θεσμούς και επιλογές –  μετεμφυλιακές, μεταπολεμικές και μεταπολιτευτικές – την ίδια στιγμή αντιλαμβάνεται πως στο εσωτερικό της Δύσης διαμορφώνονται διαφορετικές πλέον πτέρυγες και προσλήψεις για τα βασικά γεγονότα. Και αυτό νομίζω είχε τη μεγαλύτερη σημασία. Περισσότερο και από το αν θα φτιάξει κόμμα ο Σαμαράς.