«Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια σιωπηλή κρίση: τα scraps αλουμινίου, η απαραίτητη πρώτη ύλη για
ανακύκλωση, φεύγουν από την ήπειρο σε επίπεδα – ρεκόρ»,
αυτό γράφει σε ανάρτησή του
στο LinkedIn ο πρόεδρος και CEO της Metlen Ευάγγελος Μυτιληναίος, σχολιάζοντας σχετική άποψη του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters. Ο Ευ. Μυτιληναίος υπογραμμίζει ότι με τον διπλασιασμό των δασμών στο πρωτογενές αλουμίνιο από τις ΗΠΑ η ζήτηση για ευρωπαϊκά scraps έχει
αυξηθεί κατακόρυφα, απειλώντας τη βιωσιμότητα των ανακυκλωτών μας και εντείνοντας την εξάρτησή μας από την εξωτερική προμήθεια. «Αυτό δεν είναι βιώσιμο»,
αναφέρει, τονίζοντας ότι «τα scraps αλουμινίου δεν είναι απόβλητα».
Ελλάδα και Ισπανία, αλώβητες
Η Scope Ratings προβλέπει
σημαντική επιβράδυνση της
παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης το 2025, με τις ΗΠΑ και
την Ευρώπη να αναθεωρούνται προς τα κάτω λόγω γεωπολιτικών και εμπορικών εντάσεων.
Η ανάπτυξη των ΗΠΑ προβλέπεται στο 1,8% (από 2,7%) και της
ευρωζώνης στο 1,1%, επηρεαζόμενη από τη στασιμότητα της Γερμανίας.
Η Ισπανία και οι χώρες της περιφέρειας (όπως η Ελλάδα) διατηρούν θετικές προοπτικές.
Οι βασικοί κίνδυνοι είναι η αστάθεια στις αγορές, οι δημοσιονομικές πιέσεις, οι γεωπολιτικές συγκρούσεις και οι υψηλότερες σταθερές αποδόσεις στις αγορές χρήματος.
Συνεργασία
για τα ύδατα
Μνημόνιο συνεργασίας υπέγραψαν χθες στην Αθήνα η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡAAEY) της Ελλάδας και η Ρυθμιστική Αρχή Υδάτων της Αλβανίας (ERRU) με επίκεντρο την ενίσχυση της ρύθμισης στον Τομέα των Υδάτων. Οπως ανακοινώθηκε, οι δύο Ρυθμιστικές Αρχές θα αναλάβουν κοινές πρωτοβουλίες για το ρυθμιστικό καθεστώς της παροχής υπηρεσιών ύδατος, με έμφαση στη διαχείριση νερού ύδρευσης και λυμάτων, και θα ανταλλάξουν τεχνογνωσία επί των ζητημάτων αυτών. Το μνημόνιο προβλέπει, επίσης, συνεργασία σε θέματα νομοθεσίας, τιμολόγησης, παρακολούθησης απόδοσης, ασφάλειας εφοδιασμού και προστασίας του καταναλωτή.
Εκτός διαγωνισμών
η Κίνα
Η Ευρωπαϊκή Ενωση θα απαγορεύσει στις κινεζικές εταιρείες να συμμετέχουν σε δημόσιους διαγωνισμούς της ΕΕ για ιατρικές συσκευές αξίας 60 δισεκατομμυρίων ευρώ ή περισσότερο ετησίως, αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εταιρείες της ΕΕ δεν έχουν δίκαιη πρόσβαση στην Κίνα. Η Κομισιόν επικαλείται «σαφείς ενδείξεις», όπως τις ονομάζει, ότι η Κίνα ευνοούσε τις πωλήσεις κινεζικών συσκευών για νοσοκομεία και πως υποβάλλονταν ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές από τέτοιες εταιρείες – προσφορές που ανταγωνιστές από την Ευρώπη και αλλού δεν μπορούσαν να κάνουν.