
Ο συνηθέστερος τρόπος περιγραφής της πολιτικής ιδεολογίας του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ αφορά τον λαϊκισμό του, δηλαδή έναν προσδιορισμό που κοινότοπα έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει οτιδήποτε δεν ταιριάζει στον ιδιότυπο του φιλελεύθερου Κέντρου (ορισμένοι θα έλεγαν του ακραίου Κέντρου), από τη ριζοσπαστική Αριστερά έως την Ακρα Δεξιά. Ενας άλλος τρόπος, δεδομένης της περιφρόνησης του Τραμπ για πλευρές του κράτους δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, είναι να κατατάσσεται μεταξύ των αυταρχικών ηγετών, μαζί με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον Βίκτορ Ορμπαν και τον Σι Τζινπίνγκ. Και βέβαια, υπάρχει και η έννοια της alt-right, της «εναλλακτικής Δεξιάς», μια συντομογραφία που περιγράφει διάφορες πρόσφατες δεξιές και ακροδεξιές εκφάνσεις.
Ωστόσο, δεν δίνεται επαρκής προσοχή στο ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι νεοφιλελεύθερος. Και μπορεί να φαντάζει σε κάποιες παρεμβάσεις του ως επικριτής μιας εκδοχής παγκοσμιοποίησης και διατεθειμένος να εφαρμόσει πολιτικές με στοιχεία προστατευτισμού, όπως φαίνεται και από την τρέχουσα αναστάτωση του παγκόσμιου εμπορίου γύρω από το ζήτημα των δασμών, όμως δεν παύει να είναι οπαδός πολιτικών της αγοράς. Μάλιστα, ένα μεγάλο μέρος των πολιτικών αποφάσεων που έχει πάρει μοιάζουν βγαλμένες από ένα νεοφιλελεύθερο εγχειρίδιο: φοροαπαλλαγές, απολύσεις ομοσπονδιακού προσωπικού και κλείσιμο δημόσιων φορέων, μεγάλες περικοπές δημόσιων δαπανών.
Πώς όμως αυτή η νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική συνδυάζεται με άλλες πλευρές της πολιτικής του Τραμπ, όπως την ευθεία επίθεση στις πολιτικές που καταπολεμούσαν τον ρατσισμό, προωθούσαν την ισότητα, τη συμπερίληψη και τη διαφορετικότητα, την προώθηση επιθετικών πολιτικών ενάντια στη μετανάστευση, τη λογική των σκληρών συνόρων, αλλά και με το γεγονός ότι ένα σημαντικό μέρος του MAGA σύμπαντος εμπνέεται από ρατσιστικές ή και συνωμοσιολογικές θεωρίες, όπως φάνηκε και στην πολιτική και ιδεολογική σύνθεση του όχλου που κινητοποιήθηκε στις 6 Ιανουαρίου, ή την πολιτική «οργανικών διανοουμένων» του τραμπισμού όπως ο Στιβ Μπάνον;
«Τα μπάσταρδα του Χάγεκ»
Μια απάντηση θα ήταν ότι αυτή η σύνθεση νεοφιλελευθερισμού, νεοσυντηρητισμού και ρατσισμού έχει μεγαλύτερο ιστορικό βάθος από όσο φανταζόμαστε. Και όταν λέμε νεοφιλελευθερισμό δεν αναφερόμαστε απλώς σε νεοσυντηρητικούς που υιοθετούν αγοραίες οικονομικές πολιτικές, αλλά στον «σκληρό πυρήνα» των ανθρώπων που θεωρούν τους Λούντβιχ φον Μίζες και Φρίντριχ Χάγεκ, τους βασικούς εκπροσώπους της «αυστριακής» οικονομικής σχολής, ως τους πνευματικούς τους πατέρες. Αυτή τη διανοητική ιστορία επιλέγει να διηγηθεί ο ιστορικός των ιδεών Κουίν Σλομπόντιαν στο βιβλίο του «Hayek’s Bastards: Race, Gold, IQ, and the Capitalism of the Far Right» (Τα μπάσταρδα του Χάγεκ: Φυλή, χρυσός, IQ και ο καπιταλισμός της Ακρας Δεξιάς) που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Zone Books και συμπληρώνει τα προηγούμενα βιβλία του συγγραφέα για την ανάδυση του διανοητικού και πολιτικού φαινομένου που συνηθίσαμε να ονομάζουμε νεοφιλελευθερισμό.
Στην προσπάθειά του να εντοπίσει πώς ακριβώς ο νεοφιλελευθερισμός – και μάλιστα στην «ακραία» εκδοχή αντικρατισμού (που συνήθως περιγράφεται ως anarcho-libertarian) ανθρώπων όπως ο Ρόθμπαρντ – συναντήθηκε με ρατσιστικές θεωρίες, ο Σλομπόντιαν δεν στέκεται μόνο στο πώς συχνά στο έργο του Μίζες υπήρχαν τέτοιες αναφορές, αλλά κυρίως στο πώς ο ύστερος Χάγεκ, όταν πια είναι περισσότερο πολιτικός φιλόσοφος παρά οικονομολόγος, στρέφεται σε μια θεωρία της εξέλιξης που αφήνει αρκετό περιθώριο για βιολογικές ερμηνείες. Αυτό ανοίγει τον δρόμο για τοποθετήσεις που στηρίζονται έντονα σε μια θεώρηση της «ανθρώπινης φύσης» που εύκολα μπορεί να συνδυαστεί με τη βαθύτερη πεποίθηση ότι όλα αυτά εγγράφονται ως διαφορετικά φυλετικά χαρακτηριστικά. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα από αυτές τις συζητήσεις, αρκετές από τις οποίες έλαβαν χώρα στο πλαίσιο του βασικού διεθνούς δικτύου του νεοφιλελευθερισμού, της Mont Pelerin Society, προέκυψαν βιβλία όπως το «The Bell Curve: Intelligence and Class Structure in American Life» των Charles Murray και Richard J. Herrnstein του 1994, μια επιστημονικά ατεκμηρίωτη αλλά δημοφιλής μεταξύ δεξιών κύκλων απόπειρα να «αποδειχθεί» ότι οι διαφορές στο IQ αποτυπώνουν έμφυτες φυλετικές διαφορές.
Ακροδεξιές τοποθετήσεις
Αντίστοιχα, ο Σλομπόντιαν εντοπίζει και άλλες ιδεολογικές μετατοπίσεις αυτών των κύκλων, όπως τη σταδιακή απομάκρυνση από τη λογική των ανοιχτών συνόρων προς όφελος των κλειστών συνόρων και την έμφαση στις αντιμεταναστευτικές πολιτικές. Με αυτόν τον τρόπο ακροδεξιές ιδεολογικές τοποθετήσεις, που ποτέ δεν έπαψαν να αποτελούν τμήμα του αμερικανικού ιδεολογικού τοπίου, όπως ο νατιβισμός και ο λευκός εθνικισμός, μπορούσαν να συνδυαστούν με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, σε ένα ιδεολογικό αμάλγαμα που είναι εμφανές και στη ρητορική και πολιτική του ίδιου του Ντόναλντ Τραμπ που σήμερα έχει κινητοποιήσει τις ομοσπονδιακές Αρχές σε μια συστηματική προσπάθεια να εντοπίσουν και να απελάσουν μετανάστες και συχνά έχει αναφερθεί σε μεταναστευτικές ομάδες χρησιμοποιώντας ανοιχτά ρατσιστικά στερεότυπα, αναπαράγοντας έτσι τη μυθολογία περί μιας απειλής κατά της αυθεντικής – και κατά βάση λευκής – Αμερικής.
Ο Σλομπόντιαν εντοπίζει και ένα άλλο παράδειγμα συνάντησης ανάμεσα σε νεοφιλελευθερισμό και Ακρα Δεξιά. Θυμίζει έτσι ότι η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) δεν ξεκίνησε μόνο γύρω από αντιμεταναστευτικές πολιτικές, αλλά μέσα από μια νεοφιλελεύθερη εκδοχή ευρωσκεπτικισμού, με σημαντικά στελέχη της να προέρχονται από αυτά τα διανοητικά δίκτυα. Σημειώνει, μάλιστα, ότι ως αποτέλεσμα της επιφύλαξης απέναντι στις κεντρικές τράπεζες (και συνολικά τους κεντρικούς κρατικούς μηχανισμούς) στελέχη της AfD έχουν μια ιδιαίτερη συμπάθεια στο χρυσό και τα μεταλλικά νομίσματα, κάτι που εντοπίζεται ως εμμονή και σε αρκετούς εκ των βορειοαμερικανών ομοϊδεατών τους.