
Με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ να προειδοποιεί για μια επικείμενη «σπείρα χάους» ως απόρροια της κλιμάκωσης της ένοπλης βίας κατά του Ιράν, τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να πανηγυρίζει για τη «θεαματική στρατιωτική επιτυχία», την Ευρωπαϊκή Ενωση να αδυνατεί να διαμορφώσει συνεκτική στάση και τις λεγόμενες αναδυόμενες δυνάμεις να αποδεικνύονται στρατηγικά ανεπαρκείς, η μόνη βεβαιότητα που απομένει είναι το θουκυδίδειο αξίωμα: ο ισχυρός επιβάλλεται όσο του το επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί και προσαρμόζεται.
Υπό αυτό το πρίσμα, τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την αμερικανική αεροπορική επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
Παρά τις εσωτερικές αντιφάσεις της, η νεοφιλελεύθερη διεθνής τάξη εξακολουθεί να επιβιώνει, κυρίως χάρη στη νεοεπεμβατική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Η πολιτική αυτή εκδηλώνεται με τη μορφή «ανθρωπιστικών παρεμβάσεων» στα αποκαλούμενα εύθραυστα-αποτυχημένα κράτη, επιδιώκοντας τη διατήρηση της συνοχής και της ανθεκτικότητας της νεοφιλελεύθερης διεθνούς τάξης.
Την ίδια στιγμή, οι επανειλημμένες εκκλήσεις των αναδυόμενων περιφερειακών δυνάμεων – ιδίως των BRICS – για τη διαμόρφωση μιας νέας, πολυπολικής παγκόσμιας τάξης, με αφετηρία την Κοινή Ρωσοκινεζική Διακήρυξη του 2007 και τη νεότερη κοινή δήλωση Πούτιν – Σι (2024), η οποία στοχεύει στον περιορισμό της αμερικανικής και ευρύτερης δυτικής επιρροής στον λεγόμενο Παγκόσμιο Νότο, δεν φαίνεται να επιφέρει ουσιαστική μεταβολή στην πλανητική κατανομή ισχύος. Με τη Ρωσία εγκλωβισμένη σε έναν πόλεμο φθοράς στην Ουκρανία – θύμα της στρατηγικής κατατριβής που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ – και την Κίνα να προσπαθεί να διασώσει τον θεμέλιο λίθο της παγκόσμιας στρατηγικής της, την πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ενας Δρόμος», οι προοπτικές ουσιαστικής εξισορρόπησης της αμερικανικής ηγεμονίας παραμένουν αβέβαιες, αν όχι εντελώς φαντασιακές.
Αντιθέτως, η παγκόσμια προβολή ισχύος των Ηνωμένων Πολιτειών ενισχύεται και καθίσταται αδιαμφισβήτητη χάρη στην τεχνολογική τους πρωτοκαθεδρία και τη μονοπωλιακή ικανότητα ελέγχου των λεγόμενων «παγκόσμιων κοινών» (global commons). Ο αμερικανικός αναθεωρητισμός, απαλλαγμένος προς το παρόν από την άμεση πρόκληση των αναδυόμενων δυνάμεων στις κρίσιμες γεωστρατηγικές ζώνες της Ευρασίας, εδραιώνεται περαιτέρω. Ιδίως στη Μέση Ανατολή και στα συναφή περιφερειακά υποσυστήματα, η εφαρμογή της στρατηγικής του «δημιουργικού χάους» έχει διασφαλίσει την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ, αποτρέποντας οποιαδήποτε σοβαρή αμφισβήτηση της ηγεμονίας τους.
Μέσα σε αυτό το γεωπολιτικό περιβάλλον, το Ιράν έχει καταστεί ο κατεξοχήν στόχος της αμερικανοϊσραηλινής στρατηγικής. Ως βασικός πολιτικός σκοπός εγγράφεται η αναδιάταξη της περιφερειακής αρχιτεκτονικής ασφαλείας προς όφελος των Ηνωμένων Πολιτειών, με το Ισραήλ να λειτουργεί ως σταθερός τοποτηρητής των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή.
Αντιστρόφως, το εσωτερικό πολιτικό καθεστώς της Τεχεράνης μοιάζει να βρίσκεται σε διαδικασία αποδρομής, υπονομευμένο εκ των έσω από εξωτερικά δίκτυα επιρροής. Η αδυναμία του να προτάξει στοιχειώδη αμυντική αποτρεπτική ικανότητα έναντι εξωτερικών απειλών το καθιστά εύθραυστο στα μάτια του ίδιου του πληθυσμού του, ενώ ταυτόχρονα διανοίγει το «κουτί της Πανδώρας» για τη μελλοντική υπόσταση του ιρανικού κράτους ως πολιτικής οντότητας.
Ο Διονύσης Τσιριγώτης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιώς