Με όπλο τη μουσική

Η κ. Αρναούτογλου αποδίδει σημαίνοντα ρόλο στη συνδρομή θεραπειών που δρουν συμπληρωματικά στη φαρμακευτική αγωγή, αλλά αποτελεσματικά. «Τέτοιες είναι ο βελονισμός ή ηλεκτροβελονισμός, η φυσικοθεραπεία, η γιόγκα και πιλάτες, ο διαλογισμός και τεχνικές χαλάρωσης, η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία, η μουσικοθεραπεία». Η ίδια ενέταξε τη μουσικοθεραπεία στο Ιατρείο Πόνου του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας και δικαιώθηκε. Οπως υπογραμμίζει η μουσικοθεραπεύτρια Γεωργία Νίκα, «η συνειδητή χρήση της μουσικής από ειδικά εκπαιδευμένους μουσικοθεραπευτές για θεραπευτικούς σκοπούς, έχει αποδειχτεί πως βοηθά σημαντικά στην ανακούφιση του πόνου, στο να τον κάνει πιο υποφερτό, πιο ήπιο, πιο διαχειρίσιμο. Επιπλέον, μέσα από τη μουσικοθεραπεία ο ασθενής μπορεί να αποκτήσει μια αίσθηση ελέγχου, να συνδεθεί με τον εαυτό του, αλλά κυρίως να νιώσει ότι δεν είναι μόνος».

Αντίδοτο σε αυτήν τη μοναξιά υπήρξαν οι συνεδρίες μουσικοθεραπείας στις οποίες συμμετείχε η Μαίρη, αδελφή της Ευαγγελίας Κοφινά η οποία βρισκόταν σε τελικό στάδιο του καρκίνου, με τη Γεωργία Νίκα να την επισκέπτεται κατ’ οίκο. «Στην αρχή η Μαίρη ήταν επιφυλακτική και μετέθετε την έναρξη της μουσικοθεραπείας, που μας είχε προτείνει η κ. Αρναούτογλου πέρα από τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής που ήδη λάμβανε, όμως μετά τη γνωριμία της με τη Γεωργία, την αναζητούσε, λέγοντας «πότε θα έλθει η φίλη μου»». Η Ευαγγελία δεν παραλείπει να τονίσει τη σχέση εγγύτητας που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο γυναικών. «Ακουγαν μουσική, μιλούσαν και ζωγράφιζαν. Η αδελφή μου ήταν χαρούμενη και ανάλαφρη. Ενιωθε ότι έρχεται ένας δικός της άνθρωπος για να της πάρει ένα κομμάτι βάρους».

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η έμπειρη μουσικοθεραπεύτρια εξηγεί πως «η μουσική, παρόλο που δεν μπορεί να αλλάξει τη διάγνωση μιας ασθένειας, είναι ικανή να αλλάξει την εμπειρία αυτής, μιας και βοηθά τον ασθενή να ξαναβρεί νόημα, να νιώσει δημιουργικότητα και χαρά μέσα στη δυσκολία, ενώ συχνά του δίνει έναν εναλλακτικό τρόπο να εκφράσει τα συναισθήματά του». Επισημαίνει δε πως «είναι σπουδαίο το να συμβάλει στο να «φύγει» ένας άνθρωπος απαλλαγμένος από πόνο, ταλαιπωρία, ντροπή, φόβο, ενοχές αλλά με γαλήνη στην ψυχή και ειρήνη με τους γύρω του».

Η Ευαγγελία εξομολογείται πως λίγο μετά τον θάνατο της αδελφής της συναντήθηκε με τη Γεωργία Νίκα, η οποία της παρέδωσε ένα πολύτιμο ενθύμιο. «Εβγαλε έναν φάκελο στον οποίο είχε κρατημένο όλο το υλικό της αδελφής μου. Μέσα βρισκόταν το τελευταίο σκίτσο της, αλλά και γραπτές σκέψεις που έκανε οδεύοντας προς το τέλος της ζωής της, θεωρώντας πως η ασθένειά της ήταν μία μεγάλη, δύσβατη ανηφόρα που έπρεπε να ανέβει ξυπόλητη», λέει. Εξίσου πολύτιμη για την ίδια τη μουσικοθεραπεύτρια ήταν η φράση της Μαίρης όταν και ολοκλήρωσαν την τελευταία συνάντησή τους, λίγο πριν φύγει από τη ζωή. «Κοιτώντας με στα μάτια και με ολοκάθαρη άρθρωση με ρώτησε «Τι μου έκανες και δεν πονάω πια»; Είναι μία φράση που κρατώ μέσα μου σαν φυλαχτό».