Oταν ο Γιάνης Βαρουφάκης, πρώτος υπουργός Οικονομίας των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ρωτήθηκε αν υπήρχε πιθανότητα με τις πολιτικές του να κλείσουν οι τράπεζες, απάντησε ότι η πιθανότητα να κλείσουν ήταν όση και η πιθανότητα «να μην ανατείλει ο ήλιος». Κι όμως. Τη Δευτέρα, 29 Ιουνίου 2015, δέκα χρόνια πριν, ο ήλιος ανέτειλε κανονικά, αλλά οι τράπεζες δεν άνοιξαν. Από τα μεσάνυχτα του Σαββάτου, όταν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, με διάγγελμά του, ανήγγειλε δημοψήφισμα που μάλιστα θα διεξαγόταν σε μια βδομάδα, τα μηχανήματα αυτόματης ανάληψης πολιορκήθηκαν από τους πολίτες, οι οποίοι προσπαθούσαν να πάρουν όσα μετρητά μπορούσαν, ώσπου τα αποθέματα τελείωσαν. Στα βενζινάδικα, επίσης, είχαν δημιουργηθεί τεράστιες ουρές – ενώ το Σάββατο είχαν πολιορκηθεί τα σουπερμάρκετ. Λες και μπαίναμε σε πόλεμο.
Hταν η μέρα που αποδόθηκε στον Βαρουφάκη η παροιμιώδης φράση, την οποία φερόταν να είπε στη σύζυγό του: «αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες», με την οποία ενημέρωνε για την τραπεζική αργία που επιβλήθηκε λόγω έλλειψης ρευστότητας με ανώτατο τραπεζικό όριο καθημερινά τα 60 ευρώ. «TA ΝΕΑ» της ημέρας εκείνης, πρωτοσέλιδα, έγραφαν ότι η Ελλάδα ζει «στον αστερισμό του φόβου» και αναρωτιόνταν αν οι τράπεζες θα έμεναν κλειστές και μετά το δημοψήφισμα.
Αλλά τον φόβο και την αγωνία οι τότε φιλοκυβερνητικές εφημερίδες δεν τον καταλάβαιναν. Η εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ, η «Αυγή», έγραφε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ ταρακουνάει την Ευρώπη» και ανακοίνωνε την τραπεζική αργία σε μονόστηλο, προσθέτοντας τη δήλωση Τσίπρα ότι ήταν «απολύτως διασφαλισμένες» οι καταθέσεις και οι συντάξεις. Δεν αναρωτιόταν πώς, από πού; Η «Εφημερίδα των Συντακτών» έκανε λόγο για «Κλειστές τράπεζες… ανοιχτή διαπραγμάτευση», ισχυριζόμενη ότι το κλίμα πανικού δημιουργούσαν ΜΜΕ, εγχώριοι και ευρωπαϊκοί κύκλοι. Και η «Κόντρα News» απλώς απαιτούσε: «Ανοίξτε τις τράπεζες ρε τοκογλύφοι».
Η χώρα πήγαινε στο δημοψήφισμα χωρίς φρένο. Την επόμενη μέρα, Τρίτη, 30 Ιουνίου, «ΤΑ ΝΕΑ» κατέγραφαν το αδιέξοδο: «Στάση πληρωμών σε όλη την αγορά», έλεγε το πρωτοσέλιδο και διευκρίνιζε: «Μόνο με μετρητά οι συναλλαγές. Με δυσκολίες οι εισαγωγές. Δεν καταβάλλονται μισθοδοσίες. Κύμα απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα». Το ρεπορτάζ που η εφημερίδα πρόβαλλε πρωτοσέλιδα αναφερόταν στις προσπάθειες των καταθετών να διασφαλίσουν το επιούσιον εξηντάρι: «Απόγνωση στα ΑΤΜ. Σαν χορός αρχαίας τραγωδίας», αυτή ήταν η μετάφραση των εικόνων απόγνωσης και απελπισίας – σε μια φάση της ιστορίας μας που, αίφνης, το μέλλον της χώρας διαγραφόταν ζοφερό. Χωρίς πόρους, έξω από την ευρωζώνη, πιθανόν και από την Ευρώπη, σε ένα διχαστικό πολιτικό πεδίο.
Η πλάκα είναι, βέβαια, ότι ενώ οι κλειστοί ορίζοντες ήταν ορατοί και ενώ το χάος ήταν η μόνη προοπτική την οποία άνοιγε το Οχι, που επιζητούσε ο Τσίπρας, οι έλληνες πολίτες πήγαν και ψήφισαν ακριβώς αυτό: Οχι, χάος και αδιέξοδο, σε ποσοστό 62,15 %. Το φεστιβάλ εθνικού αυτοχειριασμού κράτησε μια βδομάδα – και η λύτρωση ήρθε με μια κωλοτούμπα, με το ποδοπάτημα της λαϊκής βούλησης από εκείνον που την επιζητούσε. Τη γλιτώσαμε. Οι συνέπειες, όμως, είναι ακόμα εδώ.
Δυστυχώς, ενεργοί και οι πρωταγωνιστές εκείνου του χάους.