Οι πυρκαγιές που έρχονται

Ο πλανήτης εξακολουθεί να θερμαίνεται με γρήγορο ρυθμό αλλά το μετεωρολογικό φαινόμενο Ελ Νίνιο είναι ασθενέστερο το 2025. Πιθανώς λοιπόν το καλοκαίρι να έχει λιγότερους καύσωνες και λιγότερο καταστροφικές δασικές πυρκαγιές. Πάντως, η αντιμετώπισή τους χρειάζεται να βελτιωθεί, τα αποτελέσματα των τελευταίων 20 χρόνων δεν είναι καθόλου ικανοποιητικά. Πραγματοποιήθηκαν, βέβαια, σημαντικές επενδύσεις σε μέσα πυρόσβεσης, η δε Πυροσβεστική Υπηρεσία, που έχει την ευθύνη, είναι οργανωμένη και δραστήρια. Δεν αλλάζει όμως τους παραδοσιακούς τρόπους επέμβασης, δεν αξιοποιεί μοντέρνες μεθόδους για τις δασικές πυρκαγιές, όπως το αντιπύρ, ούτε δέχεται να θέτει τις δυνάμεις της, κατά την κατάσβεση, υπό την καθοδήγηση έμπειρων δασολόγων, για καλύτερα αποτελέσματα.

Η επίδραση της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής επιδεινώνει το φυσικό φαινόμενο των δασικών πυρκαγιών. Χρειάζεται έμφαση στην πρόληψη, με ανθρώπους που διαθέτουν γνώση για να διατηρήσουν το δάσος. Αποτελεσματικότερη μέθοδος είναι η συνεχής παρουσία μέσα στο δάσος έμπειρων εργαζομένων, που έχουν σημαντικό οικονομικό συμφέρον επειδή το εκμεταλλεύονται, με ρητίνευση, ξύλευση, καλλιέργεια ορεινών αγρών ή διαχείριση βοσκοτόπων. Σήμερα που οι δραστηριότητες αυτές έχουν μειωθεί πολύ, χρειάζονται επιδοτούμενα, επιστημονικά καθοδηγούμενα, προγράμματα απασχόλησης, ιδίως στα εύφλεκτα πευκοδάση, για αραίωση δένδρων, απομάκρυνση ξύλου και μείωση της καύσιμης ύλης.

Πολύς λόγος γίνεται για φιλόδοξα προληπτικά μέτρα που θα μειώσουν τις απώλειες δασών, περιουσιών και ανθρώπινων ζωών, οι πράξεις όμως δεν είναι ανάλογες:

Οι αρμόδιοι κακώς προτάσσουν προληπτικές μεθόδους αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές, όπως οι αντιπυρικές λωρίδες που υποβαθμίζουν ανώφελα το τοπίο.

Εξακολουθούν οι αναδασώσεις με εύφλεκτα πεύκα. Τα πευκοδάση χαμηλών υψομέτρων είναι από τη φύση τους προσαρμοσμένα στη φωτιά και την «επιθυμούν», αφού οι σπόροι φυτρώνουν εύκολα μετά την πυρκαγιά. Κάποτε θα καούν, ανεξαρτήτως μέτρων προστασίας. Η πρόληψη επομένως πρέπει να αποσκοπεί στον μέγιστο δυνατό περιορισμό της έντασης, της έκτασης και της συχνότητας των πυρκαγιών.

Ο κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές και περιουσίες είναι υψηλός. Λείπει μια λεπτομερής χαρτογράφηση των εύφλεκτων πευκόφυτων εκτάσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, που βρίσκονται σε επαφή με κατοικίες. Η θανάσιμη απειλή είναι μεγαλύτερη σε μια παραθεριστική περιοχή, διότι κατοικείται το καλοκαίρι, δηλαδή όταν θα καεί. Επικίνδυνες περιοχές, με μόνιμες ή εξοχικές κατοικίες, υπάρχουν πολλές σε όλη την Ελλάδα (Αττική, νησιά, Πελοπόννησος, Χαλκιδική κ.ά.). Συχνά συναντάται συνδυασμός συγκεντρωμένων κατοικιών και εύφλεκτων δένδρων, με ελάχιστες οδούς διαφυγής, όπως στο Μάτι. Μόνον η αλλαγή της βλάστησης, μέσα και γύρω από περιοχές μόνιμης και παραθεριστικής κατοικίας, με δημιουργία πλατιών ζωνών βραδυφλεγούς φυσικής βλάστησης, δηλαδή ένα γενναίο πρόγραμμα σταδιακής αντικατάστασης των πεύκων με λιγότερο πυρόφιλα δένδρα (βελανιδιές, χαρουπιές,  λεύκες, πλατάνια κ.λπ.), κατά το δυνατόν αρδευόμενα, θα πρόσφερε αποτελεσματική πρόληψη.

Επίσης, η επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος από μέσα ενημέρωσης και διάφορους εκπροσώπους φορέων είναι απογοητευτική:

Αλλεπάλληλα δημοσιεύματα στοχεύουν σε εντυπωσιασμό ή σε προβολή συνδικαλιστικών ζητημάτων.

Λείπει μια ψύχραιμη, συστηματική και αντικειμενική πληροφόρηση, π.χ. ένας έγκυρος ετήσιος απολογισμός για τις καμένες εκτάσεις, με σαφή διαχωρισμό αγροτικών και δασικών πυρκαγιών.

Λείπουν καταγραφές ανά κατηγορία: πεύκα χαμηλού υψομέτρου, ορεινά κωνοφόρα, φυλλοβόλα, θάμνοι μακίας, φρύγανα, οι οποίες είναι απαραίτητες για την ευρεία κατανόηση της εξέλιξης του φαινομένου των δασικών πυρκαγιών.

Ο Κίμων Χατζημπίρος είναι καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο