Τι ωραίο πλιάτσικο!

Το «Τι ωραίο πλιάτσικο» του Τζόναθαν Κόου είναι κάτι περισσότερο από ένα σπουδαίο μυθιστόρημα· είναι ένα λογοτεχνικό ντοκουμέντο της θατσερικής νεοφιλελεύθερης αποχαλίνωσης, που αποτυπώνει μια περίοδο όπου η απληστία αναγορεύθηκε σε αρετή, ο εγωιστικός ατομισμός σε πρότυπο κοινωνικής οργάνωσης και η διαφθορά σε τεκμήριο ικανότητας.

Βεβαίως, με αυτά που βλέπουμε στην Ελλάδα αν ποτέ γραφτεί το ελληνικό του αντίστοιχο για την περίοδο που ζούμε, η φαντασία δεν θα αναγκαστεί να προσπαθήσει πολύ. Το καθεστώς έχει ήδη φροντίσει για την πλοκή. Με τους «Φραπέδες» και τους «Χασάπηδες» σε ρόλους πρωταγωνιστικούς, η πραγματικότητα προσφέρει άφθονη πρώτη ύλη. Αν μη τι άλλο, οι μελλοντικοί λογοτέχνες δεν θα χρειαστεί να επινοήσουν πολλά.

Ασφαλώς, οι απολογητές του καθεστώτος έχουν κάθε λόγο να αγανακτούν και να νιώθουν προσβεβλημένοι με την εκτεταμένη αποδοκιμασία της κυβέρνησης του «Φραπέ». Και με το δίκιο τους οι άνθρωποι. Δεν είναι λίγο να έχεις επενδύσει τόσα πολλά στο αφήγημα της σταθερότητας, της αριστείας και της σοβαρότητας και να σου το χαλάνε διαρκώς αποκαλύψεις για σκάνδαλα, συγκαλύψεις, πελατειακές σχέσεις, παρακολουθήσεις και αρπαχτές κάθε είδους.

Δεν αντιλαμβανόμαστε, άραγε, αναρωτιούνται οι «άριστοι», ότι αυτή η κυβέρνηση πολεμά με αυτοθυσία το «βαθύ κράτος» ακόμη κι αν το βαθύ κράτος είναι σαρξ εκ της σαρκός της, είναι η ίδια η κυβέρνηση και οι άνθρωποί της; Δεν είναι αυτό που νομίζουμε, μας λένε.

Δεν βλέπουμε άραγε, μας μαλώνουν, πόσο πολύ ανέβηκε το επίπεδο της χώρας κι ας έχει μυρίσει η σαπίλα μέχρι τις Βρυξέλλες, κι ας έχει γίνει το ελληνικό Κράτος Δικαίου το πιο σύντομο ανέκδοτο στους διαδρόμους του Ευρωκοινοβουλίου;

Δεν εκτιμούμε καθόλου το γεγονός πως αυτή η κυβέρνηση έσωσε τη χώρα από τα χέρια του Τσίπρα; Ο οποίος Τσίπρας, εν τω μεταξύ, μας έβγαλε από τα μνημόνια που μας έβαλαν αυτοί, αναδιάρθρωσε το χρέος και άφησε και μαξιλάρι καμιά σαράντα δισ. Λεπτομέρειες, φίλοι μου!

Τι κι αν το πουκάμισο είναι γεμάτο λεκέδες. Αυτά δεν γίνονται και αλλού, αχάριστοι; Η κριτική μας, λοιπόν, θεωρείται τουλάχιστον ύποπτη, γιατί οι απολογητές της κατάστασης έχουν εμμονή να γραφτεί η Ιστορία αυτών των χρόνων, όπως αυτοί επιθυμούν.

Ασφαλώς, το ψυχόδραμα των απολογητών του καθεστώτος και των αρνητών της σαπίλας του δεν αξίζει ούτε τον χρόνο ούτε την προσοχή μας. Πρόκειται για έναν κύκλο ανθρώπων που έχουν επενδύσει την ταυτότητά τους στην υπεράσπιση μιας ολιγαρχίας και ενός καθεστώτος κλεπτοκρατίας. Θα κάνουν τα πάντα για να μας πείσουν πως αυτό που βιώνουμε δεν είναι κλεπτοκρατία, αλλά αριστεία.

Ομως, ας μην το παιδεύουμε, επαναλαμβάνοντας τα αυτονόητα. Το καθεστώς αυτό θα καταρρεύσει. Ο δρόμος που έχει πάρει δεν έχει επιστροφή. Αργά ή γρήγορα θα πέσει. Με πάταγο και αντιστεκόμενο ή σε κατάσταση προχωρημένης σήψης και παραδομένο στις αντιφάσεις του, κανείς δεν ξέρει προς το παρόν. Η διαφορά έχει αξία για τους ιστορικούς και τους πολιτικούς επιστήμονες του μέλλοντος, για τους δημοκρατικούς πολίτες, πάντως, όχι και τόσο∙ η χαρά που θα πάρουν θα είναι ίδια.

Το κρίσιμο ερώτημα πλέον είναι τι θα ακολουθήσει μετά την πτώση. Κι αυτό κατά τη γνώμη μου πρέπει να αρχίσει να μας απασχολεί σοβαρά. Προς το παρόν μπορούμε να σκεφτούμε πολλές εναλλακτικές. Το ανησυχητικό είναι ότι ήδη προετοιμάζεται μια «αλλαγή φρουράς». Ανθρωποι δηλαδή που σώπασαν ή και ανέχτηκαν τη σήψη και τον αυταρχισμό, που δεν άνοιξαν το στόμα τους όλα αυτά τα χρόνια ενώ το Κράτος Δικαίου εξευτελιζόταν, μαθαίνω πως προετοιμάζουν την επόμενη μέρα.  Δεν εκπλήσσομαι.

Αλλοι πάλι, προετοιμάζουν κυβερνήσεις συνεργασίας που θα χαρακτηρίζονται από πνεύμα συναίνεσης έναντι της κλεπτοκρατίας και της ολιγαρχίας που μας κυβερνά τα τελευταία χρόνια. Στο όνομα της σταθερότητας, σκέφτονται να αναστήσουν έναν «συναινετικό δικομματισμό» που θα μπορέσει να λειτουργήσει ως προστάτης των ολιγαρχιών που μας κυβερνάνε. Πόσο ωραία είναι, αλήθεια, να εναλλάσσονται στην κυβέρνηση δυο κόμματα που μοιάζουν μεταξύ τους σαν δυο σταγόνες νερό; Τι πειράζει αν το μόνο που θα τους χωρίζει είναι οι αναμνήσεις τους;

Απέναντι στη στρατηγική της «αλλαγής φρουράς» ή του «συναινετικού δικομματισμού» προς το παρόν τουλάχιστον τίποτε δεν διαγράφεται ως πειστική εναλλακτική λύση από την πλευρά της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Μόνο προς το παρόν όμως. Γιατί η πολιτική, όπως και η φύση, απεχθάνεται το κενό.

Εστω κι έτσι όμως, η κοινωνία που υποφέρει και θυμώνει από τη σαπίλα του καθεστώτος δεν πρέπει να μείνει σιωπηλή. Ούτε και μπορούμε να αφήσουμε στους απολογητές του καθεστώτος να γράψουν την ιστορία των τελευταίων δεκαπέντε ετών.

Στο κάτω – κάτω της γραφής, όπως δεν εκχωρήσαμε την ιστορία της δικτατορίας του Μεταξά ή των συνταγματαρχών στους υμνητές τους, όπως δεν δεχτήκαμε την ιστορία του φασισμού να την εκχωρήσουμε στους φασίστες, ας μην εκχωρήσουμε την ιστορία αυτού του καθεστώτος στους οπαδούς του και τις πένες τους.

O Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής ΠΑΜΑΚ