Υπάρχουν εισαγγελείς στο Λουξεμβούργο, αλλά…

Ο θεωρούμενος και ως πεφωτισμένος μονάρχης, βασιλιάς της Πρωσίας, Φρειδερίκος ο Μέγας, ενοχλείτο από τον θόρυβο ενός μύλου που υπήρχε δίπλα στα θερινά του ανάκτορα. Ζήτησε από τον μυλωνά να του τον πουλήσει, αλλά αυτός αρνήθηκε. Τότε ο Φρειδερίκος απείλησε πως θα τον κατάσχει έτσι και αλλιώς. Τότε ο μυλωνάς του απάντησε: «Ναι, αλλά υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο». Ενας μεγα-υπουργός και τρεις υφυπουργοί παραιτήθηκαν χάρη στα στοιχεία για τον ΟΠΕΚΕΠΕ που παρέδωσαν στην ελληνική Βουλή η ρουμάνα γενική εισαγγελέας Λάουρα Κοντρούτσα Κοβέσι και η ελληνίδα εισαγγελέας Πόπη Παπανδρέου της Γενικής Εισαγγελίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης με έδρα το Λουξεμβούργο. Οι Ελληνες Φρειδερίκοι θέλουν «να ξεκω…σουν» τις δύο εισαγγελείς, όπως ο Φρειδερίκος τον μυλωνά. Τις κατηγορούν πως θέλουν να ρίξουν την κυβέρνηση. Πόσο θλιβεροί!

Κι όμως υπάρχει ζήτημα με τη Δικαιοσύνη. Αυτό αφορά γενικότερα τον ρόλο της δικαστικής εξουσίας στις φιλελεύθερες δημοκρατίες. Αυτός είναι η υπεράσπιση του δικαίου, όπως κάνουν οι δύο ευρωπαίες εισαγγελείς ή να συμμετέχει στην πολιτική εξουσία, όπως κάνει η απόφαση του ΣτΕ που επιτρέπει τη λειτουργία μη δημόσιων πανεπιστημίων και η απόφαση του ΑΕΔ για την έκπτωση από τη βουλευτική τους θέση των τριών «Σπαρτιατών» βουλευτών; Με όλο τον σεβασμό στους δύο θεσμούς, το ΣτΕ παρακάμπτει τη σαφήνεια του άρθρου 16 για την απαγόρευση ίδρυσης μη δημόσιων πανεπιστημίων και το ΑΕΔ ακυρώνει εκλογικά αποτελέσματα. Στην περίπτωση του ΣτΕ δεν έχουμε μια συνταγματική ερμηνεία, αλλά μια πολιτική απόφαση. Αν η κυβέρνηση θέλει τέτοια πανεπιστήμια, στην επόμενη αναθεώρηση ας καταργήσει αυτό το άρθρο και να μην αναθέτει τη «δουλειά» στους δικαστές. Στη δε περίπτωση του ΑΕΔ οι πολίτες αισθάνονται πως οι ισχυροί κλέβουν την ψήφο τους. Και μετά αυτοί «εκδικούνται» στρεφόμενοι στα ακροδεξιά. Στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που πανηγύρισαν, μάλλον δεν φαντάζονται τους κινδύνους που γεννούν τέτοιες αποφάσεις. Υπάρχουν πολλά αντίστοιχα παραδείγματα σε Ευρώπη και ΗΠΑ, αλλά δεν υπάρχει χώρος να αναφερθώ σ’ αυτά.

Στη λεγόμενη «διαβουλευτική» δημοκρατία όλο και περισσότερο αποδυναμώνονται οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί για χάρη υποτίθεται της εξουσίας των Ανεξάρτητων Αρχών και των ΜΚΟ, αλλά επί της ουσίας για χάρη της δικαστικής και της εκτελεστικής εξουσίας σε βάρος της νομοθετικής. Θεσμοί που κλήθηκαν, ορθώς, να ενισχύσουν τη διάκριση των εξουσιών, σταδιακά υπάγονται στην εκτελεστική εξουσία (πρωθυπουργικό-κεντρικό μοντέλο). Σ’ αυτό το πλαίσιο, με το πρόσχημα του ελέγχου της νομοθετικής εξουσίας, η δικαστική εξουσία γίνεται η ίδια νομοθέτης. Και αν η ηγεσία της ορίζεται μάλιστα από τον όποιο πρωθυπουργό, αυτό οδηγεί ακόμη περαιτέρω στη συγκέντρωση των εξουσιών γύρω από την εκτελεστική. Εχουμε έτσι εδώ το φαινόμενο της δικαστικοκρατίας (Juristocracy) και του λεγόμενου «νέου συνταγματισμού». Σύμφωνα με τον οποίο τα λάθη του Κοινοβουλίου διορθώνονται όχι από το ίδιο, αλλά από τη δικαστική εξουσία. Καλή ιδέα. Αρκεί ο έλεγχος και η αυτονομία της δικαστικής εξουσίας να μη σημαίνει συγχώνευσή της με την εκτελεστική εξουσία, όπου αυτή από κριτής της συνταγματικότητας της νομοθεσίας μετατρέπεται σε νομοθέτη και τα Κοινοβούλια σε απλούς θεατές καταστάσεων που πραγματοποιούνται έξω απ’ αυτά.

Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας