
Η σκηνή της δολοφονίας της Κυριακής Γρίβα αναβίωσε χθες στην αίθουσα του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας μέσα από την περιγραφή του τελευταίου ανθρώπου που την είδε ζωντανή, του φίλου της που τη συνόδευσε στο αστυνομικό τμήμα για να ζητήσει – μάταια όπως αποδείχθηκε – προστασία νιώθοντας τον κίνδυνο από τον πρώην σύντροφό της να παραμονεύει. Και εκεί που κατέφυγε η 28χρονη κοπέλα για προστασία, εκεί έμελλε να δεχθεί δολοφονική επίθεση με πέντε μαχαιριές. «Η Κυριακή μού είπε “πάμε στο Τμήμα γιατί φοβάμαι”, δεν έκανε μήνυση γιατί απ’ ό,τι κατάλαβα δεν είχε τα χρήματα να πληρώσει το παράβολο, γι’ αυτό και ζήτησε το πιο απλό πράγμα, μια αστυνομική συνοδεία μέχρι το σπίτι της», ανέφερε στην κατάθεσή του ο Σταύρος Δροσιάς, και εξιστορώντας τις στιγμές της στυγερής δολοφονίας της άτυχης κοπέλας και πρώην συντρόφου του, είπε: «Είδα την Κυριακή να παγώνει και ξαφνικά και να φωνάζει “χάνομαι”. “Τρώει” την πρώτη μαχαίρια, “τρώει” τη δεύτερη μαχαιριά. Με την άκρη του ματιού μου είδα τον κατηγορούμενο… Πήδηξε πάνω της και συνέχισε να τη μαχαιρώνει, είδα έναν πίδακα αίματος…».
Η Αστυνομία δεν έκανε κάτι
Οσα έζησε, όπως είπε σε άλλο σημείο της κατάθεσής του, έμοιαζαν σαν σκηνές από ταινία. Λίγα βήματα πιο πίσω οι συγγενείς της κοπέλας σιωπηλοί και άλλες στιγμές με δάκρυα στα μάτια παρακολουθούσαν τον αυτόπτη μάρτυρα του εγκλήματος που έχει συγκλονίσει όλη τη χώρα.
«Η αστυνομία δεν έκανε κάτι που να της δείξει εμπιστοσύνη», είπε χαρακτηριστικά ο Σταύρος Δροσιάς. Και πρόσθεσε: «Πήγαμε στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων, εκεί μας σταμάτησε ο σκοπός. Μας ρώτησε τι θέλουμε. Μας είπε να πάμε πάνω στην Ασφάλεια. Η Κυριακή μού ζήτησε να πάει μόνη της και εγώ κάθισα έξω. Μου είπε: “Θέλω να μιλήσω κατ’ ιδίαν”. Εμεινα έξω αλλά κάποια πράγματα τα άκουγα. Της πρότειναν να κάνει μήνυση, είχε ξανακάνει μήνυση και την είχε φοβίσει ο κατηγορούμενος για να την αποσύρει. Τελικά δεν έκανε μήνυση, γιατί της ζήτησαν να πληρώσει κάποιο παράβολο… Θα ερχόταν κάποιο περιπολικό να την πάρει αλλά θα το καλούσε η ίδια…”».
Ο μάρτυρας κατέθεσε πως η Κυριακή είχε αναφέρει ξεκάθαρα στους αστυνομικούς ότι φοβόταν τον πρώην σύντροφό της, ότι φοβόταν ότι θα της κάνει κακό.
Πρόεδρος: Ηταν συγκεκριμένη η στόχευση του δράστη;
Μάρτυρας: Ο στόχος ήταν συγκεκριμένος. Ηταν η Κυριακή.
Οι τρεις αστυνομικοί
Στη διάρκεια της χθεσινής διαδικασίας εξετάστηκαν και οι τρεις αστυνομικοί που είναι κατηγορούμενοι σε άλλη δικογραφία για πράξεις ή παραλείψεις τους αναφορικά με όσα έγιναν στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων.
Ο καθένας περιέγραψε τα περιστατικά από τη δική του σκοπιά, με την αστυνομικό που ήταν αξιωματικός υπηρεσίας το βράδυ της δολοφονίας της Κυριακής Γρίβα να επικαλείται το δικαίωμα της σιωπής – λόγω του ότι είναι εκ των κατηγορουμένων στην άλλη δικογραφία που βρίσκεται στο στάδιο της κύριας ανάκρισης. Ωστόσο, το αίτημά της απορρίφθηκε από το δικαστήριο που έκανε δεκτή και την ανάλογη εισαγγελική πρόταση.
«Ρώτησα την Κυριακή αν τη χτύπησε (σ.σ.: ο κατηγορούμενος). Μου ανέφερε: “Οχι, δεν τον φοβάμαι” και μου ζήτησε περιπολικό να την πάει σπίτι», κατέθεσε η νεαρή αστυνομικός και σημείωσε πως η αδικοχαμένη γυναίκα ήταν «πολύ ήρεμη» και όχι ταραγμένη. «Το μόνο που μου είπε η γυναίκα ήταν ότι ο δράστης την περίμενε το προηγούμενο βράδυ έξω από το σπίτι της και ότι υποψιαζόταν ότι μπορεί και πάλι να βρισκόταν κάτω από το σπίτι της» κατέθεσε η μάρτυρας.
«Δεν είχα ενημέρωση, αν είχα, θα είχα παρέμβει αναλόγως» κατέθεσε στη συνέχεια στο ακροατήριο η συνταξιούχος σήμερα αστυνομικός, η οποία την 1η Απριλίου 2024 υπηρετούσε ως επόπτρια στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων.
Κάθε μερίδιο ευθύνης επιχείρησε να αποποιηθεί και ο αστυνομικός που ήταν σκοπός στο ΑΤ Αγίων Αναργύρων, ο οποίος βρίσκεται εκτός Σώματος. Ο μάρτυρας υποστήριξε ότι η κοπέλα δεν του έδειξε φόβο ή απειλή. «Εγώ πάντως έπραξα τα νόμιμα, την έστειλα στον αξιωματικό υπηρεσίας» συμπλήρωσε αρνούμενος ότι καθυστέρησε να αντιδράσει για να προστατέψει το θύμα.