Γεράσιμος Μιχελής: Ένιωσε πλήρης μέσα στη μέθη του θεάτρου

Εις μνήμην, λέει. Για να θυμόμαστε δηλαδή. Για να θυμόμαστε άραγε τι ακριβώς; Τον δημόσιο βίο και την πολιτεία κάποιου; Το στίγμα που πρόλαβε να αφήσει στον εργασιακό του χώρο; Το εύρος και το βάθος της αποδοχής του από τους συναδέλφους του – το σινάφι, εν προκειμένω, μιας και έτσι το αποκαλούμε εμείς οι του θεάτρου, οι παλιότεροι;

Ωραία! Ας ξεκινήσουμε απ΄ αυτό λοιπόν.

Ο Γεράσιμος Μιχελής, με νησιώτικη καταγωγή, πατέρας από Κεφαλονιά, μάνα από Αστυπάλαια, μετέλαβε νερό θαλασσινό από τα γεννοφάσκια του. Στα κύτταρά του, αρμύρα και πελαγίσιο αγέρι. Και πάνω απ΄ όλα ανοιχτός ορίζοντας.

«Οποτε δεν κατεβαίναμε στο νησί, εγώ έκανα το ταξίδι με τον νου μου. Διακτινιζόμουν σε τόπους μαγικούς, ανεξερεύνητους. Μου άρεσε επίσης να φτιάχνω ιστορίες που με ταξίδευαν στον χρόνο για να τις βλέπω μετά και να συνειδητοποιώ πόσο κοντά ή μακριά είμαι από την ωραιότητα της ζωής. Γι’ αυτό δεν ολοκλήρωσα τις σπουδές μου στα Οικονομικά, οι αριθμοί μού ζάλιζαν τον νου, γίνονταν βαρίδια που με κρατούσαν σταθερά στη γη».

Κι έτσι αρχίζει το μεγάλο ταξίδι. Μετεπιβίβαση στο θέατρο. Ταξίδι μιας ολόκληρης ζωής. Με μπουνάτσες και φουσκοθαλασσιές. Με αδιάκοπη ανακάλυψη καινούργιων τόπων και λαών. Και αναπόφευκτα ναυάγια σε βράχια επικίνδυνα. Και με Σειρήνες που υπόσχονται ευκολίες. Και με απομόνωση σε ερημονήσια μέχρι να βρεις τον τρόπο και τη δύναμη να ξαναμπαρκάρεις.

Το θέατρο είναι ταξίδι ανεξάντλητο. Παριστάνεις πως λαχταράς μιαν Ιθάκη για να πάρεις ανάσα, ενώ μέσα στην ψυχή σου ονειρεύεσαι ήδη τις επόμενες Συμπληγάδες Πέτρες που θα προλάβουν ξανά να αρπάξουν ένα κομμάτι από την ύπαρξή σου για αντάλλαγμα – το τίμημα για να τις διασχίσεις.

Ο Γεράσιμος τελείωσε τη Δραματική Σχολή Βεάκη, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε το Τρίχρονο Εργαστήριο Αρχαίου Δράματος του Λευτέρη Βογιατζή για την παράσταση της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή. Ηταν σε καλά χέρια δηλαδή – από τα πρώτα βήματα. Σκληρά και απαιτητικά που όμως σε προίκιζαν με πειθαρχία και αφοσίωση. Οι ικανότητες του Γεράσιμου δεν πέρασαν απαρατήρητες. Οι σκηνοθέτες τον εμπιστεύονταν και εκείνος ανταποκρινόταν. Οταν τον γνώρισα το 2005, ήταν – δεν ήταν σαράντα χρονών και είχε ήδη ένα βαρύ θεατρικό βιογραφικό σε ρόλους απαιτητικούς με σκηνοθέτες αξιόλογους.

Προτιμώ να μην αναφέρω κανέναν ενδεικτικά όχι μόνο γιατί ενδέχεται να παραλείψω κάποιες συνεργασίες, αλλά γιατί το θέατρο αφήνει ίχνη μόνο στους θεατές που συνταξίδεψαν σε μια παράσταση. Οσοι είχαν την τύχη να τον δουν σε κάποια από τις ερμηνείες του τον είδαν. Αν τους συγκίνησε, τον θυμούνται. Για τους υπόλοιπους η παράθεση ονομάτων έργων και συντελεστών δεν αντιστοιχεί σε τίποτα το ουσιαστικό.

«Δεν διάλεξα τυχαία την τέχνη του θεάτρου. Είναι η τέχνη που με κέρδισε και μου προσφέρει γενναιόδωρα τη μέθη που με κάνει να νιώθω πλήρης. Να απολαμβάνω τη χαρά του παιχνιδιού και της δημιουργίας. Αγαπώ τη μουσική, τη ζωγραφική, τις όμορφες συναναστροφές. Τιμώ τη φιλία. Πιστεύω στη σχέση. Τι να τον κάνεις τον εαυτό σου κατάμονο;».

Και εδώ μπαίνουμε σε μια άλλη περιοχή της ζωής του, προσωπική. Που σημαίνει πως μόνον εκείνος θα μπορούσε να μας ξεναγήσει, αν ήταν μαζί μας και το επιθυμούσε. Και δεν είναι.

Παρά την αμοιβαία συμπάθεια και εκτίμηση, ποτέ δεν ξανοιχτήκαμε σε εξομολογήσεις αμιγώς προσωπικές. Δεν ήταν μόνο θέμα λεπτότητας και διακριτικότητας. Δεν το ‘χαμε ανάγκη. Μόνον ακροθιγώς και με τη βεβαιότητα πως ο ένας μετέφραζε τον άλλον χωρίς πολλά πολλά. Ηξερε άλλωστε πως είχαμε κοινούς φίλους εκτός δουλειάς και επομένως κάποια πρόσβαση στις διακυμάνσεις των σχέσεων και των διαθέσεών μας.

Το μόνο που μπορώ να πω είναι πως κάθε Σάββατο πρωί επί δύο ολόκληρα χρόνια συναντιόμαστε με ιδιαίτερη χαρά και προσδοκία για να γυρίσουμε τις σκηνές μας για το «Παρά πέντε». Ο Γεράσιμος ήταν το αντίδοτο στη μοναξιά μου. Είχα σκηνές μόνο μαζί του. Ο Παυρινός – το όνομα του ρόλου μου – συμπυκνωνόταν μέσα στο βλέμμα του. Ετσι συμβαίνει στα ντουέτα. Οι ρόλοι γίνονται συγκεκριμένοι, ισορροπούν, με άλλα λόγια, μέσα από μια οριοθετημένη δυναμική αντιπαράθεση. Και ο Γεράσιμος, εκτός από πολύ καλό παιδί, ήταν και πολύ καλός ηθοποιός.

Αφησα για το τέλος μια άγνωστη για το κοινό αλλά αποκαλυπτική για τον Γεράσιμο παράμετρο. Την πίστη του. Τη σχέση του με τον Θεό. Που τον καθόριζε. Δεν θα το αναπτύξω. Απλά το καταθέτω.

«Ταξίδι η ζωή, δρόμος μακρύς που σ΄ οδηγεί στ΄ απόκρυφα του νου».

Θα ήταν κρίμα κι άδικο να μην ολοκληρώσει αυτό το «εις μνήμην» ο ίδιος ο Γεράσιμος. Με μερικούς από τους στίχους του.

Ιερή γιορτή

Αγάπη άγουρη κρυμμένη σε δυαράκι φτωχικό,

Αγάπη αδέξιων εραστών

περιφρονεί το βέβαιον

το ασφαλές.

Το σμίξιμό τους όμως φλογερό,

η ανάσα τους καυτή

αχνίζει το φτωχικό δωμάτιο

τα τζάμια θολά

φύλλο χρυσού η λάμψη του κορμιού τους

λουσμένο από τον ιδρώτα της πάλης.

όλα είναι έτοιμα για τη γιορτή της αιωνιότητας!

Προσέρχονται στο βάθρο οι εραστές, αχώριστοι

φαίνονται ταλαιπωρημένοι

ελαφρώς

φέρουν στεφάνι δάφνης στα μαλλιά,

στο πρόσωπο τρυφερό χαμόγελο.

Αμήχανοι τώρα, δίχως έπαρση, με συντριβή

αρχίζουν το τραγούδι τους.

Ιερής Γιορτής Τραγούδι.

Τι ωραία που είναι η αγάπη τους!

Κι ας μην το ξέρουν.

Ο Δημήτρης Πετρόπουλος είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης