Νίκολιτς ή Αλμέιδα, όπως κάποτε Βίσση ή Βανδή

Στην χώρα μας βέβαια όπου ο νους είναι συνηθισμένος σε παρόμοιου επιπέδου συμπεράσματα, απλώς χαμογελάει και περιμένει κάτι πιο διασκεδαστικό στο μέλλον. Δύο επιτυχημένα αποτελέσματα που ισοδυναμούν με πρόκριση, αποτελούν αντικείμενο σύγκρισης με προπονητή που κάθισε στον ίδιο πάγκο, για περίπου 140 αγώνες. Εννοείται πως η κουτοπονηριά καμουφλάρεται, αφού η σύγκριση αφορούσε την αντίστοιχη περσινή του Αργεντίνου στα προκριματικά. Όχι την προπέρσινη βέβαια, αφού δεν εξυπηρετούσε το αφήγημα.
 Σε περίπτωση λοιπόν που κάποιος ρεπόρτερ του ΠΑΟΚ θελήσει να εξηγήσει πόσο κακός προπονητής είναι ο Λουτσέσκου μετά από ένα αναπάντεχα κακό αποτέλεσμα πχ με τον Λεβαδειακό, μια στοχευμένη στατιστική έρευνα, θα οδηγήσει στο…μπαλαδόρικο συμπέρασμα πως ο ΠΑΟΚ του Κοκότοβιτς ή του Ρολφ Φρίνγκερ που είχαν το απόλυτο των νικών, ήταν πολύ ανώτερος τότε. Οπότε στις μέρες μας είναι προβληματικός. Ας μην το συνεχίσω, γιατί δεν έχω σε τίποτα να βγάλω τον Μεντιλίμπαρ κατώτερο του Αλμπέρτο Μπιγκόν και του συγχωρεμένου Κώστα Πολυχρονίου… Η πρώτη εικόνα που έχω για τον Νίκολιτς είναι προς το θετικό, κρίνοντας βασικά από όσα έχει υποστηρίξει σε συνεντεύξεις του. Φαίνεται πως αυτά που έχει στο μυαλό του είναι ξεκάθαρα, το αν θα καταφέρει να τα υποστηρίξει στην πράξη όπως και η αποτελεσματικότητά τους, θα φανούν στην πορεία.
Όσο για την προσήλωσή του στο αμυντικό κομμάτι, δεν ήταν ανάγκη να δούμε τους αγώνες με την Μπερ Σεβά. Διαβάζοντας το βιογραφικό του, αντιλαμβανόσουν άμεσα πως…Φερναντοσαντίζει… Καλή άποψη έχω και για τον Αλμέιδα, το ότι κάποιες φορές ξέφευγε σε επίπεδο συμπεριφοράς, είναι αδιάφορο. Για προπονητικά χαρακτηριστικά, επιδόσεις και αξίες μιλάμε, δεν ψάχνουμε γαμπρούς για τις κόρες μας. Ο Λουτσέσκου έχει ξεφύγει απείρως περισσότερες φορές, κάτι που όμως δεν μειώνει στο ελάχιστο τις ικανότητές του.
Το θέμα είναι αυτή η ελληνική πατέντα προσπάθειας ανάδειξης ή μείωσης ενός επαγγελματία ή και ανθρώπου, μέσω βολικών συγκρίσεων. Ο Αλμέιδα και ο κάθε Αλμέιδα βαθμολογείται βάσει αντικειμενικών δεδομένων, κάποιος λέει ότι είναι καλός.
Άλλος ισχυρίζεται το αντίθετο. Η αξιολόγησή είναι αυτοτελής και αυτόνομη, δεν προκύπτει συγκριτικά με το Γιαννίκη, το Μανόλο ή το Λορέντζο Σέρα Φερέρ. Μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό, να θες να επιβάλλεις την άποψή σου ακυρώνοντας απλά κάποιον άλλον. Αν ρωτήσεις έναν ξένο «διάλεξε, Iron Maiden ή AC/DC;» η πιθανότερη απάντηση είναι «γκρουπάρες και οι δύο, δεν αντιλαμβάνομαι το νόημα του διλλήματος…»
Το ζήτημα στην Ελλάδα είναι θεσμικό, κάποτε έπρεπε να ήσουν αυστηρά Νταλάρας ή Πάριος, μερικά χρόνια μετά ή Βίσση ή Βανδή. Αν είχες διαφορετική άποψη από τη δική μου ήσουν άμουσος -κατά το άμπαλος- έπρεπε να σου απαγορευτεί η είσοδος σε συναυλιακούς χώρους και τέλος, οφείλαμε να λύσουμε τη διαφωνία μας ανεβαίνοντας στο ρινγκ. Στον αθλητισμό πέρα από διασκεδαστικό είναι και επικίνδυνο, όταν μιλάμε για δημοσιογράφους που υποτίθεται πως διαθέτουν στοιχειώδη εξειδίκευση και σίγουρα προσεγγίζουν την πνευματική βάση, ώστε να διαμορφώνουν άποψη.  Όταν πορεύεσαι με συμπεράσματα υπέρ Νίκολιτς των δυο αγώνων και αντικείμενο σύγκρισης είναι ο Αλμέιδα των 140, ομολογείς την εμπάθειά σου. Και οι μη φανατικοί αναγνώστες του ρεπορτάζ της ΑΕΚ, καταλαβαίνουν ότι πέρσι σήκωνες σημαία προκειμένου να πείσεις πως ο Αλμέιδα έφταιγε για όλα για να κάνεις πλάτες στον Ηλιόπουλο και περίμενες πως και πως μια πρόκριση του Νίκολιτς, για να πείσεις ότι είχες δίκαιο.  Εκτός από εμπάθεια δείχνεις και ανασφάλεια βέβαια, γιατί εκείνος που πιστεύει στα γραφόμενά του, δεν διακατέχεται ποτέ από άγχος…