Η αντιπολίτευση του Βαγγέλη Βενιζέλου

Αν κάποιος ρωτήσει ένα οποιοδήποτε στέλεχος της γαλάζιας πλειοψηφίας ποιο είναι το πρόσωπο που έχει κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά, με την κριτική του, στην κυβέρνηση μετά και τις τελευταίες εξελίξεις στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, δεν θα ακούσει το όνομα κανενός προέδρου κοινοβουλευτικού κόμματος. Αντιθέτως, ο συνομιλητής του θα «δείξει» απευθείας προς τη διεύθυνση του γραφείου ενός πρώην πολιτικού αρχηγού που πλέον παρεμβαίνει μόνο όταν το κρίνει απαραίτητο: ο Ευάγγελος Βενιζέλος, πρώην αντιπρόεδρος της συγκυβέρνησης ΝΔΠΑΣΟΚ, τον τελευταίο καιρό έχει δημιουργήσει πλήγματα στο θεσμικό προφίλ της κυβέρνησης, με κερασάκι στην τούρτα το σχόλιο για «κατάφωρη απαξίωση των θεσμών» και σειρά «συνταγματικών εκτροπών» από την πλευρά της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας στη συζήτηση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τον Μάκη Βορίδη και τον Λευτέρη Αυγενάκη.

Ο Βενιζέλος δεν είναι εύκολος αντίπαλος για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με τον οποίο πριν από μόλις δέκα χρόνια υπηρετούσαν στο ίδιο υπουργικό σχήμα. Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, που επωμίστηκε και πλήρωσε με προσωπικό κόστος το βάρος των αναγκαίων αποφάσεων την περίοδο της κρίσης, δεν αποτελούσε ποτέ δυνητικό σύμμαχο των δυνάμεων εξ αριστερών του κόμματός του. Μάλλον το αντίθετο: η απόφαση της Φώφης Γεννηματά να μην τον βάλει στην πρώτη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας το 2019 αιτιολογήθηκε ως μια προσπάθεια το ΠΑΣΟΚ να θέσει μια ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή μεταξύ του «πριν» και του «μετά» της εποχής των Μνημονίων. Η τωρινή κόντρα, άρα, είναι επίπονη για το Μέγαρο Μαξίμου γιατί δείχνει με πράξεις πως τα διλήμματα και τα στοιχήματα που τέθηκαν το 2019 και το 2023 δεν ισχύουν – πως τα τελευταία έξι χρόνια, το ακροατήριο που κάποτε συγκροτούσε το «μέτωπο λογικής» δεν είναι απαραίτητο πως θα στραφεί ξανά στη σημερινή ΝΔ. Με άλλα λόγια; Τον Βενιζέλο, είτε σε πολιτικό είτε σε επιστημονικό επίπεδο, η ΝΔ δεν μπορεί να τον χειριστεί επικοινωνιακά ως ένα πρόσωπο που δείχνει «συριζαϊκές τάσεις», όπως ενίοτε κάνει όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με έντονη κριτική από πολιτικούς αρχηγούς ή ακόμα και νομικούς. Δεν βοηθάει ότι αρκετά κρίσιμα στελέχη του σημερινού υπουργικού συμβουλίου είναι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, συνομιλητές του.

Οι σχέσεις με Ανδρουλάκη

Η ζημιά δεν προέρχεται μόνο από τις άμεσες συγκρούσεις, αλλά από τον τρόπο με τον οποίο ο Βενιζέλος στέκεται αρωγός στην αντιπολιτευτική προσπάθεια που καταβάλει το ΠΑΣΟΚ. Οι σχέσεις του Βενιζέλου με τον Ανδρουλάκη δεν ήταν πάντα ρόδινες – ούτε καν τότε που ο πρώτος ήταν πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και ο δεύτερος γραμματέας. Τουλάχιστον από τις τελευταίες εσωκομματικές εκλογές και μετά, ωστόσο, έχει αναπτυχθεί μια σταθερή επικοινωνία ανάμεσά τους, η οποία ήταν εμφανής στους γνωρίζοντες και στη διακριτική στήριξη που παρείχαν αρκετά στελέχη του περιβάλλοντος Βενιζέλου στον Ανδρουλάκη το περασμένο φθινόπωρο. Η στήριξη αυτή θα μπορούσε να πει κανείς πως ανταποδόθηκε στη διαχείριση, εκ μέρους της Χαριλάου Τρικούπη, των ψιθύρων που προηγήθηκαν την ανακοίνωση του Κώστα Τασούλα για την Προεδρία της Δημοκρατίας – η στάση Ανδρουλάκη τότε, όσο το όνομα του Βενιζέλου «έπαιζε» στις λίστες που έφτιαχναν πολιτικοί και δημοσιογράφοι, μοιάζει εκ του αποτελέσματος να εκτιμήθηκε. Ακόμα πιο εμφανές ήταν το χέρι βοηθείας που έτεινε ο πρώην πρόεδρος προς τη σημερινή ηγεσία, κατά τη συζήτηση για την προανακριτική επιτροπή για τους Βορίδη και Αυγενάκη: ο ίδιος ο Βενιζέλος ήταν κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος την περίοδο 20082009, όταν η κοινοβουλευτική πλειοψηφία αποχώρησε τρεις φορές από συνεδριάσεις για την ψήφιση προανακριτικής επιτροπής – και το επιχείρημα του ΠΑΣΟΚ για την έλλειψη του απαιτούμενου αριθμού παρόντων (το οποίο μια μέρα μετά εξήγησε και ο ίδιος) έχει τις βάσεις του στις τότε κινήσεις που είχε κάνει το ΠΑΣΟΚ ως αξιωματική αντιπολίτευση.

Πόλος έλξης

Αυτός ο δίαυλος, που το ΠΑΣΟΚ τα προηγούμενα χρόνια – μετά το 2019 – δεν υπήρχε, δημιουργεί για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έναν ακόμα πόλο έλξης για μια πολύ σημαντική εκλογική μάζα: η τακτική που χαράσσει ο Ανδρουλάκης εδώ και μήνες έχει σε πρώτο πλάνο τη μεταστροφή πρώην ψηφοφόρων της ΝΔ με κεντρώα χαρακτηριστικά, που ψάχνουν εναλλακτική επιλογή διακυβέρνησης – σ’ αυτούς ο Βενιζέλος αποτελεί, λόγω πολιτικού παρελθόντος, σημείο αναφοράς. Δημιουργεί, ακριβώς γι’ αυτό, και υποθετικές απορίες που δεν αφορούν με την πρώτη ματιά τη σύγκρουση ΝΔΠΑΣΟΚ. Θα ενδιέφερε τον Βενιζέλο να βγει από τη σφαίρα της μεταπολιτικής και να επιστρέψει με έναν πιο ενεργό ρόλο; Θα ήταν θετικός, για παράδειγμα, να ξαναδεί τον εαυτό του εντός Βουλής (δεν ήταν λίγοι όσοι σχολίαζαν πως, με εκείνον μέσα στην αίθουσα της Ολομέλειας, η «γραμμή» της ΝΔ για τις επιστολικές ψήφους στην Προανακριτική θα περνούσε δυσκολότερα), απευθυνόμενος στο ενδιάμεσο ακροατήριο μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ; Και αν αυτή η απάντηση είναι θετική, το συγκεκριμένο ενδεχόμενο πώς ακούγεται στον Ανδρουλάκη, που όντως δέχεται ήδη εισηγήσεις να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση; Αν, δε, το σενάριο επί χάρτου συνεχίσει μέχρι το σημείο που η Χαριλάου Τρικούπη και η Μέρλιν συμφωνούν πως έτσι θα κινηθούν, πώς θα έβλεπε αυτή την επάνοδο η εσωκομματική αντιπολίτευση;

Οι θιασώτες μιας τέτοιας απόφασης, πάντως, μιλούν για «αποκατάσταση της ισορροπίας» μετά την απόφαση της προηγούμενης ηγεσίας για το Επικρατείας και τονίζουν πως η απήχηση που έχει ο πρώην πρόεδρος σε ένα κρίσιμο κομμάτι του προοδευτικού Κέντρου που θα μπορούσε να λειτουργήσει ακόμα πιο ενισχυτικά για τον στόχο του ΠΑΣΟΚ να έρθει όσο το δυνατόν πιο κοντά γίνεται στην πρώτη θέση. Εκείνοι που διαφωνούν, από την άλλη, προβάλλουν ως επιχείρημα τους συνειρμούς που θα δημιουργήσει μια τέτοια κίνηση ως προς τα σενάρια συγκυβέρνησης με τη ΝΔ. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πριν αυτή η κουβέντα φτάσει στην όχθη του ΠΑΣΟΚ, πλήττει – και πάλι – την κυβέρνηση. Γιατί παίρνει ως δεδομένο πως δεν θα καταφέρει να πετύχει την αυτοδυναμία που ακόμα θέτει ως στόχο.