Σε σταυροδρόμι οι εταιρείες για τα ηλεκτρικά οχήματα στην Ευρώπη

Ο μεγάλος ανταγωνισμός από την Κίνα και η έλλειψη υποδομών φόρτισης σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί τη μεγάλη πρόκληση για τις εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικών οχημάτων που παράγουν και δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη. Οι συνθήκες αυτές έρχονται να προστεθούν στη λίστα των προκλήσεων για τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες οι οποίες βλέπουν να μην έχουν πλέον τόσο μεγάλες πωλήσεις όσο θα ήθελαν ούτε σε μοντέλα με παραδοσιακούς κινητήρες εσωτερικής καύσης.

Τα δεδομένα έχουν αλλάξει σημαντικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, τους πολύ αυστηρούς κανονισμούς εκπομπών καυσαερίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έπληξαν πρώτα τις εγχώριες εταιρείες και της τεράστιες επενδύσεις κινεζικών εταιρειών στην αυτοκίνηση.

Οι τελευταίες, ξεκινώντας από το μηδέν και με τη στήριξη όπως όλα δείχνουν και του Πεκίνου, παράγουν προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές τα οποία θέλουν να διοχετεύσουν μαζικά και στη Γηραιά Ήπειρο. Σε αυτό τους έχουν εμποδίσει μερικώς οι κόντρες στο εμπόριο με τις Βρυξέλλες, αλλά έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν αρκετά εμπόδια όσον αφορά τέτοιους δασμούς παρουσιάζοντας μεταξύ άλλων αντί για αμιγώς ηλεκτρικά οχήματα και υβριδικά.

Ανησυχία στην ΕΕ

Τα στοιχεία είναι ενδεικτικά των εξελίξεων. Οι εξαγωγές αυτοκινήτων της Γερμανίας μειώθηκαν κατά 25% περίπου μεταξύ 2016 και 2023, ενώ η ιταλο-αμερικανική Stellantis, η οποία ελέγχει μάρκες όπως η Fiat, η Peugeot και η Jeep, παρήγαγε περίπου 30% λιγότερα επιβατικά αυτοκίνητα το πρώτο εξάμηνο του 2025 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2024. Καθώς ο κλάδος αντιμετωπίζει πιο ασθενή ζήτηση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πρόστιμα για μη συμμόρφωση με τους στόχους της ΕΕ για τις εκπομπές άνθρακα, το μερίδιο της Κίνας στην αγορά ηλεκτρικών οχημάτων (EV) της ηπείρου αυξάνεται ραγδαία. Οι ευρωπαϊκές ταξινομήσεις ηλεκτρικών οχημάτων από κινεζικές μάρκες αυξήθηκαν σχεδόν κατά 60% σε ετήσια βάση έως τον Απρίλιο του 2025.

Volkswagen και Tesla

Αντίστοιχα προβλήματα με χαμηλότερες από το αναμενόμενο πωλήσεις στην Ευρώπη αντιμετώπισε και η Tesla αν και σε αυτή την περίπτωση η στροφή των αγοραστών σε άλλες μάρκες θεωρήθηκε ότι είχε σχέση και με την εμπλοκή του αφεντικού της, Έλον Μασκ με την αμερικανική πολιτική σκηνή.

Ακόμη και η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, ο όμιλος Volkswagen, δυσκολεύτηκε να αυξήσει ή να διατηρήσει μερίδιά του στην Ευρώπη. Η παρουσίαση νέων μοντέλων και ειδικά ηλεκτρικών που είναι νέα τεχνολογία συνοδεύεται αρκετές φορές με ανάγκες για αναβαθμίσεις για καλύτερη εμπειρία πελατών.

Καθώς οι μηχανικοί της Volkswagen δυσκολεύονταν, η Κίνα έχτιζε σιωπηλά μια αυτοκρατορία ηλεκτρικών οχημάτων για να αντεπιτεθεί στη γερμανική εταιρεία – την μάρκα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στη μεγαλύτερη αγορά αυτοκινήτων στον κόσμο εδώ και δεκαετίες, σχολίαζε το Bloomberg. Όταν η οικονομία της Κίνας άρχισε να λειτουργεί ξανά σε πλήρες δυναμικό μετά την πανδημία, οι τοπικοί κατασκευαστές με επικεφαλής τις BYD και Nio είχαν διπλασιάσει τον αριθμό των υβριδικών και ηλεκτρικών μοντέλων που προσέφεραν σε πελάτες. Πολλά από τα μοντέλα αυτά ήταν φθηνότερα από προϊόντα της Volkswagen και άλλων ευρωπαϊκών εταιρειών. Το 2023, η BYD ξεπέρασε τη VW από την κορυφαία θέση στην αγορά των ηλεκτρικών στην Ευρώπη, δείχνουν τα ίδια στοιχεία.

Μεγάλες επενδύσεις

Για πρώτη φορά το 2024, οι κινεζικές εταιρείες με βασικό αντικείμενο δραστηριότητας τον κλάδο ηλεκτρικών οχημάτων επένδυσαν περισσότερα σε ετήσια βάση στο εξωτερικό από ό,τι στο εσωτερικό, παρά το γεγονός ότι αυτά τα ξένα έργα αντιμετωπίζουν υψηλότερο κόστος, καθυστερήσεις και κινδύνους.

Οι κινεζικές εταιρείες σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού ηλεκτρικών επένδυσαν περίπου 16 δισεκατομμύρια δολάρια στο εξωτερικό πέρυσι — κυρίως στην παραγωγή μπαταριών. Στο εσωτερικό επένδυσαν 15 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με μελέτη της ερευνητικής εταιρείας Rhodium Group που παρουσίασε το Bloomberg. Τα στοιχεία αντιπροσωπεύουν μια «ιστορική μετατόπιση» -όπως χαρακτηρίζεται- μετά από χρόνια που περίπου το 80% τέτοιων επενδύσεων κατευθύνονταν στο εσωτερικό της Κίνας.

Οι κινεζικές εταιρείες ωθούνται να επεκταθούν παγκοσμίως, καθώς η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα και ο μακροχρόνιος πόλεμος τιμών στο εσωτερικό συμπιέζουν τα περιθώρια κέρδους σε όλο το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού. Επιδιώκουν επίσης να αποφύγουν τους τιμωρητικούς δασμούς στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ κατασκευάζοντας εγκαταστάσεις παραγωγής ειδικά στη Γηραιά Ήπειρο ώστε να καλύπτουν και τις απαιτήσεις για τοπική παραγωγή.