ΕΣΥ: Γιατί οι γιατροί λένε «όχι» στα ιδιωτικά ιατρεία

Ο πολυαναμενόμενος νόμος, ο οποίος άνοιξε διάπλατα την πόρτα του ΕΣΥ για να ασκήσουν ιδιωτικό έργο οι γιατροί ύστερα από δεκαετίες πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, μετρά ήδη έναν χρόνο εφαρμογής. Τα στοιχεία όμως μαρτυρούν ότι το ενδιαφέρον είναι μικρό και δεν αντικατοπτρίζει (τουλάχιστον προς το παρόν) τις μεγάλες προσδοκίες της ηγεσίας του υπουργείου Υγείας για μία μεταρρύθμιση που υπεραμύνθηκε και υλοποίησε εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων.

Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία στην 1η Υγειονομική Περιφέρεια (ΥΠΕ) Αττικής, μόλις 686 (από τους συνολικά 7.300 και πλέον) λειτουργοί του Ιπποκράτη που υπηρετούν σε δημόσια νοσοκομεία έχουν μέχρι στιγμής επιχειρήσει να δοκιμαστούν στον ιδιωτικό στίβο. Μάλιστα, για το δεύτερο εξάμηνο του 2025 δεν φαίνεται να υποβλήθηκε καμία επιπλέον αίτηση για χορήγηση σχετικής άδειας, γεγονός που αποδεικνύει περιορισμένο ενδιαφέρον.

Για την ακρίβεια, στην Αττική και όπως προκύπτει από τα ίδια δεδομένα, το μέτρο δείχνει να συνεχίζει να έχει απήχηση κυρίως σε εκείνους τους γιατρούς που εργάζονται σε πρωτοβάθμιες δομές (ΠΦΥ), καθώς για το δεύτερο εξάμηνο του έτους έγιναν δεκτές 73 αιτήσεις ενώ για το πρώτο είχαν ήδη εγκριθεί 80.

Μικρή είναι και η μεταβολή όμως που καταγράφεται και στην 2η ΥΠΕ Πειραιά και Αιγαίου. Αναλυτικότερα κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025 οι εγκεκριμένες αιτήσεις ήταν 346 ενώ σήμερα δεν ξεπερνούν τις 415. Μάλιστα, το 23% εξ αυτών αφορά αιτήσεις γιατρών που υπηρετούν στη νησιωτική χώρα όπως είναι για παράδειγμα η Σαντορίνη και η Χίος όπου συνολικά 40 γιατροί άδραξαν την ευκαιρία για αύξηση των απολαβών τους, προσφέροντας παράλληλα και ιδιωτικό έργο.

Οι μεγαλύτεροι «τροφοδότες» του ιδιωτικού τομέα όμως στην ίδια ΥΠΕ είναι το νοσοκομείο το Ασκληπιείο Βούλας (64 γιατροί, συμπεριλαμβανομένων επικουρικών και ειδικευόμενων), το «Αττικόν» (58 γιατροί) και ο «Αγιος Παντελεήμων» στη Νίκαια (56 γιατροί). Παράλληλα όμως, ακόμη 48 γιατροί από την ΠΦΥ έχουν αιτηθεί και λάβει έγκριση για ιδιωτικό έργο από τις αρχές τους έτους.

«Από τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, προκύπτει ότι το ποσοστό των γιατρών του ΕΣΥ πανελλαδικά που ασκεί παράλληλα ιδιωτικό έργο δεν υπερβαίνει το 18% και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας δεν προκύπτει ούτε αναμένεται σημαντική αυξητική τάση», δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Αθήνας – Πειραιά (ΕΙΝΑΠ) Γιώργος Σιδέρης. Σύμφωνα με τον ίδιο οι αιτίες που κρατούν καθηλωμένο των ενδιαφέρον των συναδέλφων του είναι δύο: «Πρώτον, δεν υπάρχει ελεύθερος χρόνος, ώστε οι γιατροί έπειτα από μία εξαντλητική εφημερία ή ένα επιβαρυμένο ωράριο να συνεχίσουν να δουλεύουν ιδιωτικά».

Εργάζονται πέραν του ωραρίου τους

Οπως εξηγεί, οι διευθυντές και οι επιμελητές στα νοσοκομεία της Αττικής εκτελούν έξι εφημερίες τον μήνα (2 ενεργείς και 4 ετοιμότητας), συμμετέχουν σε μεικτές εφημερίες ενώ συχνά εργάζονται πέραν του ωραρίου τους, όταν προκύπτει ανάγκη. «Υστερα από μία εφημερία, ποιος άνθρωπος έχει κουράγιο και όρεξη να δουλέψει και την επόμενη ημέρα;» διερωτάται. Θέτει όμως και ακόμη ένα κρίσιμο ζήτημα, που αποτελεί άλλωστε και πάγιο επιχείρημα της ΕΙΝΑΠ έναντι της μεταρρύθμισης, όταν τονίζει ότι «ένας επιστήμονας όσο άρτιος κι αν είναι, εφόσον διατηρεί και ιδιωτικό ιατρείο θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να αμελήσει μία από τις δύο υποχρεώσεις του».

Ο πρόεδρος της Ενωσης όμως δείχνει μία ακόμη σημαντικά αιτία που κάνει τους γιατρούς του Δημοσίου να γυρίζουν πλάτη τους στο μέτρο. «Η φορολογία είναι δυσβάσταχτη», τονίζει ενώ σύμφωνα με τους συναδέλφους του στα έξοδα θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η ασφάλεια αστικής ευθύνης.