Οι διεθνείς επενδυτές «ψηφίζουν» ελληνικά ομόλογα- Εισροές 7,5 δισ. ευρώ στο α΄6μηνο για αγορές ομολόγων και εντόκων

Ελληνική οικονομική άνοδος

Τα ελληνικά ομόλογα, που πριν από μία δεκαετία θεωρούνταν «σκουπίδια», σήμερα κερδίζουν την προτίμηση των διεθνών οίκων αξιολόγησης, ξεπερνώντας ακόμη και τα γερμανικά σε ελκυστικότητα. Ενδεικτική είναι η πρόσφατη στρατηγική που πρότεινε η Morgan Stanley, η οποία συνιστά επενδυτική τοποθέτηση long στην Ελλάδα και short στη Γερμανία, στηρίζοντας την επιλογή αυτή στη σταθερότητα που παρουσιάζει η Αθήνα και την αβεβαιότητα που επικρατεί στη Γαλλία λόγω δημοσιονομικών κινδύνων. Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει την αυξανόμενη εμπιστοσύνη των αγορών στη θετική δυναμική της ελληνικής οικονομίας.

Παρά τους πρόσφατους κραδασμούς στις διεθνείς αγορές κρατικών τίτλων, η ελληνική αγορά ομολόγων εμφανίζεται ιδιαίτερα ανθεκτική. Σύμφωνα με αναλυτές που μίλησαν στο Bloomberg, η Ελλάδα αναδεικνύεται σε πρωταγωνίστρια της αγοράς, καθώς τα ελληνικά ομόλογα κατέγραψαν σημαντική άνοδο σε μια περίοδο όπου οι παγκόσμιες αγορές επηρεάζονταν αρνητικά από ανησυχίες για αυξανόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα.

Το spread των ελληνικών ομολόγων έχει μειωθεί στις 73 μονάδες βάσης, από τα 85-90 που ήταν στην αρχή του έτους, ενώ η Ελληνική Δημοκρατία έχει καταφέρει να δανείζεται με χαμηλότερο κόστος ακόμη και από την Ιταλία και τη Γαλλία.

Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, οι εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό για την αγορά ομολόγων και εντόκων γραμματίων ανήλθαν στα 7,5 δισ. ευρώ, ποσό που πλησίασε τα συνολικά 10 δισ. ευρώ του 2024. Οι μεγαλύτερες εισροές σημειώθηκαν τον Ιανουάριο (3,5 δισ. ευρώ), τον Ιούνιο (1,6 δισ. ευρώ) και τον Μάρτιο (1,4 δισ. ευρώ).

Η ανθεκτικότητα της αγοράς αποδίδεται στη πολιτική σταθερότητα, στους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και στο ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον. Η συνεχής δημοσιονομική υπεραπόδοση διαμορφώνει θετικές προσδοκίες για περαιτέρω αναβαθμίσεις της αξιολόγησης του ελληνικού χρέους.

Σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, η Ελλάδα αποτελεί σήμερα ένα παράδειγμα σταθερότητας και ανθεκτικότητας. Η οικονομία έχει αποδείξει πως μπορεί να ανταπεξέλθει σε κρίσεις, να αποκαταστήσει τη δημοσιονομική πειθαρχία, να εξυγιάνει τον τραπεζικό τομέα και να προσελκύσει διεθνείς επενδύσεις.

Η JP Morgan χαρακτηρίζει τα ελληνικά ομόλογα κορυφαία επενδυτική επιλογή, υπογραμμίζοντας τα ισχυρά «όπλα» της χώρας απέναντι στις διεθνείς αναταράξεις: την ισχυρή μακροοικονομική πορεία, τις θετικές προοπτικές, τις περιορισμένες χρηματοδοτικές ανάγκες για το υπόλοιπο του 2025 και το σταθερό πολιτικό περιβάλλον.

Ευνοϊκές προοπτικές για το ελληνικό χρέος

Οι αναλυτές της Société Générale εκτιμούν πως επίκεινται υποβαθμίσεις για τη Γαλλία και αναβαθμίσεις για τον ευρωπαϊκό Νότο, καθώς ο πιστωτικός κίνδυνος μειώνεται στις χώρες αυτές, οδηγώντας σε συρρίκνωση των spreads σε σχέση με τη Γαλλία και τη Γερμανία.

Ο διεθνής οίκος Wood & Co προβλέπει ραγδαία μείωση του ελληνικού χρέους, εκτιμώντας ότι ως το 2030 θα υποχωρήσει στο 101,3% του ΑΕΠ, από το 154,1% το 2024. Η αποτελεσματική διαχείριση του χρέους, οι διαρκείς επιδόσεις σε πρωτογενή πλεονάσματα και η ισχυρή ρευστότητα δημιουργούν ένα περιβάλλον που θωρακίζει τη χώρα από κινδύνους και ενισχύει τις προοπτικές περαιτέρω αναβαθμίσεων.

Η προγραμματισμένη αποπληρωμή δανείων GLF ύψους 31,6 δισ. ευρώ έως το 2031, δηλαδή μια δεκαετία νωρίτερα από το προβλεπόμενο, θα επισπεύσει τη μείωση του χρέους, θα περιορίσει τις μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες και θα ενισχύσει το αξιόχρεο της χώρας. Η πρόωρη αποπληρωμή παλιών και ακριβών δανείων συμβάλλει στην επίλυση του τελευταίου μεγάλου δημοσιονομικού προβλήματος της Ελλάδας, δηλαδή στη μείωση του χρέους – ένα ιδιαίτερα κρίσιμο στοιχείο σε περιόδους αυξημένης διεθνούς αβεβαιότητας.

Η αύξηση της ζήτησης για ελληνικά ομόλογα, που συνοδεύει τις διαδοχικές αναβαθμίσεις, οδηγεί σε μείωση των αποδόσεων μέσω της περιορισμένης συνιστώσας πιστωτικού κινδύνου.

Τα spreads των ελληνικών ομολόγων σε σχέση με άλλους ευρωπαϊκούς τίτλους έχουν περιοριστεί σημαντικά και πλέον κινούνται σε επίπεδα που παραπέμπουν στην περίοδο πριν από την κρίση χρέους. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το spread του 10ετούς ελληνικού ομολόγου έναντι του αντίστοιχου γερμανικού διαμορφώθηκε στις 73 μονάδες βάσης στις 5 Ιουνίου 2025, τιμή χαμηλότερη κατά 125 μονάδες βάσης σε σύγκριση με το μέσο επίπεδο του α’ τριμήνου του 2023, πριν αναπτυχθούν προσδοκίες για αναβάθμιση στην επενδυτική κατηγορία.

Το 2024 αποτέλεσε σταθμό για τα ελληνικά ομόλογα, καθώς παρατηρήθηκε ενισχυμένη ζήτηση από ξένους επενδυτές που επανήλθαν στην αγορά μετά από περισσότερο από μια δεκαετία. Αυτή η νέα σύνθεση της επενδυτικής βάσης επιβεβαιώνεται και από την προσθήκη 26 νέων λογαριασμών στη λίστα των κορυφαίων επενδυτών για ελληνικά ομόλογα το 2024.