
‘Oποιος έχει επισκεφθεί Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) δημόσιου νοσοκομείου των Αθηνών γνωρίζει την εικόνα: δεκάδες άνθρωποι σε αναμονή, φορεία με ασθενείς έξω από την πόρτα του ΤΕΠ, συγγενείς σε αγωνία και αγανάκτηση, γιατροί και νοσηλευτές να προσπαθούν να αντεπεξέλθουν σε έναν ασφυκτικό όγκο ασθενών. Το σκηνικό δεν αλλάζει εδώ και χρόνια, παρά τις εξαγγελίες και τις αποσπασματικές παρεμβάσεις. Το ερώτημα είναι απλό: πόσο ακόμη μπορεί να αντέξει το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) με ΤΕΠ που λειτουργούν στα όριά τους;
Μείζον πρόβλημα είναι η υπολειτουργία του συστήματος της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, με τα κέντρα υγείας, τον θεσμό του προσωπικού ιατρού και την κατ’ οίκον φροντίδα – όλα στο ρελαντί. Έτσι, ο πολίτης που έχει ένα απλό, διαχειρίσιμο ιατρικό πρόβλημα δεν βρίσκει λύση κοντά στο σπίτι του και καταλήγει να περιμένει ώρες στο ΤΕΠ τριτοβάθμιων νοσοκομείων. Η κατάσταση επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο από τα νοσοκομεία των όμορων νομών που παραπέμπουν ασθενείς στα τριτοβάθμια νοσοκομεία με την πρόφαση ότι δεν διαθέτουν τον απαραίτητο εξοπλισμό ή ειδικό γιατρό. Το αποτέλεσμα; Τα ΤΕΠ των μεγάλων νοσοκομείων να πνίγονται από ασθενείς που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν σε κέντρα πρωτοβάθμιας φροντίδας ή σε νομαρχιακά νοσοκομεία.
Ακόμα, στα ΤΕΠ η διαδικασία διαλογής (triage) είναι προβληματική. Το «triage» υπάρχει στα χαρτιά. Στην πράξη βαριά και ελαφρά περιστατικά μοιράζονται τον ίδιο χώρο και τους ίδιους εξαντλημένους γιατρούς. Το αποτέλεσμα είναι επικίνδυνο: η αντιμετώπιση του ασθενή με έμφραγμα μπορεί να καθυστερήσει, γιατί ο γιατρός πρέπει να εξετάσει κάποιον που προηγείται με απλή ίωση.
Τα «Περιπατητικά ιατρεία», που καλύπτουν το κενό της πρωτοβάθμιας φροντίδας, θα μπορούσαν να αποσυμφορήσουν την κατάσταση, αλλά δεν λειτουργούν σε 24ωρη βάση και δεν έχουν καθολική εφαρμογή. Επιπρόσθετα, οι υποδομές των ΤΕΠ είναι συχνά σε τριτοκοσμική κατάσταση: ΤΕΠ διαμελισμένα σε μικρούς χώρους, γεμάτα με φορεία, χωρίς αίθουσες ανάνηψης, χωρίς λειτουργική οργάνωση, με τραυματιοφορείς που σέρνουν φορεία από τμήμα σε τμήμα.
Η αναμόρφωση των ΤΕΠ δεν είναι εύκολη υπόθεση, όμως είναι αναγκαία. Απαιτεί ενίσχυση της στελέχωσης, εκσυγχρονισμό υποδομών, καλύτερη οργάνωση, πίεση από την κοινωνία και πολιτική βούληση. Τα μέτρα που ακολουθούν μπορούν σε βάθος πενταετίας να περιορίσουν τις εικόνες χάους που σήμερα επικρατούν στα ΤΕΠ και να εξασφαλίσουν ασφαλή και αξιοπρεπή αντιμετώπιση των ασθενών.
Ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας: Στελέχωση των κέντρων υγείας, ανάπτυξη του θεσμού της κατ’ οίκον φροντίδας και σωστή εκπαίδευση γενικών ιατρών, ώστε τα απλά περιστατικά να μη φτάνουν στα ΤΕΠ. Ακόμα, η επιμόρφωση και αξιοποίηση του προσωπικού των νοσοκομείων όμορων νομών, η χρήση σύγχρονου εξοπλισμού και η ορθολογική χρήση της τηλεϊατρικής, για παράδειγμα η αποστολή εικόνων απεικονιστικών εξετάσεων, για εξειδικευμένη γνωμάτευση, μπορούν να μειώσουν τις διακομιδές και να αναβαθμίσουν τις υπηρεσίες υγείας που προσφέρονται σε κέντρα υγείας ή νομαρχιακά νοσοκομεία.
Αναδιαμόρφωση των δομών
Παράλληλα, η αναδιαμόρφωση των δομών με ενιαίους χώρους ΤΕΠ με 20-25 κλίνες διαχωριζόμενες με παραβάν για την προστασία της ιδιωτικότητας των ασθενών, ενώ απαραίτητη είναι αίθουσα αναζωογόνησης, αίθουσες βραχείας νοσηλείας, όπου ασθενείς με μέτριας βαρύτητας ιατρικά προβλήματα θα αντιμετωπίζονται για ένα 24ωρο. Έτσι θα αποδεσμεύονται κλίνες νοσηλείας που θα φιλοξενήσουν ασθενείς με σύνθετα ιατρικά προβλήματα. Τα Περιπατητικά ιατρεία να λειτουργούν 24 ώρες το 24ωρο, ώστε οι ασθενείς με απλά ιατρικά προβλήματα να εξυπηρετούνται άμεσα και οι βαρέως πάσχοντες να αντιμετωπίζονται χωρίς καθυστερήσεις στον οργανωμένο χώρο των ΤΕΠ.
Το ανθρώπινο δυναμικό αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο. Τα ΤΕΠ πρέπει να στελεχώνονται από εξειδικευμένους ιατρούς επειγόντων περιστατικών, οι οποίοι θα καλούν τους αντίστοιχους ειδικούς όπου απαιτείται. Στα ΤΕΠ πρέπει επίσης να απασχολούνται περισσότεροι νοσηλευτές, τραυματιοφορείς και διοικητικοί υπάλληλοι. Τέλος, όλα τα νοσοκομεία των Αθηνών και περιχώρων πρέπει να εφημερεύουν ταυτόχρονα, ώστε να κατανέμεται ισότιμα ο ημερήσιος φόρτος ιατρικών περιστατικών αλλά και να κατανέμονται οι ασθενείς βάσει της μικρότερης απόστασης και ταχύτερου χρόνου μεταφοράς στα νοσοκομεία.
Ο Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος είναι επίτιμος καθηγητής – ακαδημαϊκός. Ο Ηλίας Τσινόκου είναι ιατρός