Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2026: Ανάπτυξη στο 2,4% – Κίνδυνοι και βασικοί μοχλοί στήριξης της οικονομίας

Το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2026, που αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή τη Δευτέρα στις 6 Οκτωβρίου, προβλέπει συνεχιζόμενη ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας σε επίπεδα άνω του 2% και πρωτογενές πλεόνασμα 2,4%, με στόχο τη σταδιακή μείωση του δημοσίου χρέους. Παράλληλα, η Τράπεζα της Ελλάδος αναθεωρεί τις εκτιμήσεις της για τον ρυθμό ανάπτυξης, υπογραμμίζοντας ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για τη συνέχιση της οικονομικής δυναμικής και την αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων.

Μετά το προσχέδιο του προϋπολογισμού θα ακολουθήσει η κατάθεση στη Βουλή του νέου φορολογικού νομοσχεδίου στο οποίο θα περιλαμβάνονται όλες οι ελαφρύνσεις και ενισχύσεις που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της ΔΕΘ. Μετά τις ανακοινώσεις της ΔΕΘ για την αξιοποίηση του δημοσιονομικού χώρου 1,7 δισ. ευρώ προς όφελος της κοινωνίας με επίκεντρο τη μεσαία τάξη, το οικονομικό επιτελείο μέσω του νέου προϋπολογισμού θα στείλει σαφές μήνυμα ότι το 2026 και τα επόμενα χρόνια θα συνεχιστεί η πολιτική διασφάλισης πρωτογενών πλεονασμάτων μέσω των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας και των παρεμβάσεων για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Στόχος η μείωση του δημοσίου χρέους σε επίπεδα κάτω από 120% του ΑΕΠ στις αρχές της επόμενης δεκαετίας όταν θα έχει αποπληρωθεί πρόωρα έως το 2031, δέκα χρόνια νωρίτερα από τον αρχικό προγραμματισμό, το πρώτο μνημόνιο.

Το 2025, για ακόμη ένα έτος, το πρωτογενές πλεόνασμα θα υπερβεί όχι μόνο τον αρχικό στόχο του 2,4% αλλά και τις υψηλότερες επικαιροποιημένες προβλέψεις που το ανέβαζαν στο 3,2% του ΑΕΠ. Ήδη το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε στα 8,5 δισ. ευρώ έναντι στόχου 4,929 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό. Νεότερες εκτιμήσεις ανεβάζουν το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα σε επίπεδα υψηλότερα του 3,5%. Αυτό σημαίνει ότι και φέτος η δημοσιονομική επίδοση της χώρας θα κυμανθεί σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από τους αρχικούς στόχους.

Ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος αναμένεται να κινηθεί σε επίπεδα υψηλότερα του 2% σημαντικά. Το μακροπρόθεσμο προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ το 2025 κατά 2,3% ενώ πρόσφατα η Τράπεζα της Ελλάδος επικαιροποίησε την εκτίμησή της στο 2,2%. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελούν κρίσιμο μέγεθος για την συνέχιση των υψηλών αναπτυξιακών ρυθμών της ελληνικής οικονομίας. Το πρόγραμμα αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο του 2026 με την ολοκλήρωση όλων των οροσήμων που προβλέπει και την καταβολή των δόσεων. Το Νοέμβριο αναμένεται να υποβληθεί στην ΕΕ το 7ο αίτημα που αφορά χρηματοδοτήσεις ύψους 3,5 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό τα 1,7 δισ. ευρώ αφορούν επιχορηγήσεις και τα 1,8 δισ. ευρώ δάνεια. Το αίτημα αυτό συνδέεται με την υλοποίηση συγκεκριμένων οροσήμων που σχετίζονται με μεταρρυθμίσεις και έργα. Το 8ο και το 9ο αίτημα θα υποβληθούν εντός του 2026.

Η μείωση του δημοσίου χρέους αποτελεί βασική προτεραιότητα για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και θα αποτυπώνεται στις προβλέψεις του νέου προϋπολογισμού. Με στόχο τα δάνεια του πρώτου μνημονίου να αποπληρωθούν έως το 2031, αντί για το 2041, το υπουργείο Οικονομικών, θα προχωρήσει τον ερχόμενο Δεκέμβριο σε ακόμη μία πρόωρη αποπληρωμή ύψους 5,29 δισ. ευρώ. Η πρόβλεψη για την πορεία του δημόσιου χρέους φέτος είναι ότι θα αποκλιμακωθεί στα επίπεδα του 145% του ΑΕΠ για να μειωθεί περαιτέρω το 2026 κάτω από το 140% του ΑΕΠ.

Τράπεζα της Ελλάδος: Κατεβάζει στο 1,9% την άνοδο του ΑΕΠ για το 2026

«Κατεβάζει τον πήχυ» για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας φέτος αλλά και το 2026 η Τράπεζα της Ελλάδος.

Υπό το φως και των νέων μακροοικονομικών προβλέψεων που δημοσιοποίησε την περασμένη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Τράπεζα της Ελλάδος στη σημερινή περιοδική της έκδοση για την ελληνική οικονομία προβλέπει ότι φέτος το ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί με ρυθμό 2,2%, ενώ το 2026 ο ρυθμός θα υποχωρήσει στο 1,9% για να επανέλθει το 2027 στο 2,1%. Υπενθυμίζεται ότι πριν από δύο μήνες περίπου (τέλη Ιουνίου) στην Εκθεση Νομισματικής Πολιτικής η ΤτΕ προέβλεπε για φέτος ρυθμό ανάπτυξης 2,3%, για το 2026 προέβλεπε ο ρυθμός να υποχωρήσει ελαφρώς στο 2,1% και να διατηρηθεί στο επίπεδο αυτό και το 2027.

Όπως αναφέρει στο σημερινό σημείωμα η ΤτΕ, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας μετά το 2025 θα συγκλίνει με τον δυνητικό της ρυθμό. Η δε ανάπτυξη αυτή θα προέλθει κυρίως από την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις με τη στήριξη των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων. Ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει υψηλός, στο 3,1 % το 2025, αντανακλώντας τη διατήρηση του πληθωρισμού στον τομέα των υπηρεσιών. Η δημοσιονομική πολιτική αναμένεται να καταστεί επεκτατική το 2025, με βάση την εφαρμογή του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). Χάρη στον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο, νέα μόνιμα επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα ανακοινώθηκαν στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης τον Σεπτέμβριο, με εκτιμώμενο κόστος 1,8 δισ. ευρώ το 2026 (περίπου 0,7% του ΑΕΠ) και 2,5 δισ. ευρώ το 2027 (περίπου 0,9% του ΑΕΠ). Τα μέτρα αυτά αναμένεται να οδηγήσουν σε υψηλότερη από την προβλεπόμενη ανάπτυξη το 2026 και 2027.

Όσον αφορά τους κινδύνους στο μέτωπο της ανάπτυξης, η ΤτΕ εκτιμά ότι αυτοί είναι «καθοδικοί», δηλαδή υπάρχουν πιθανότητες περαιτέρω υποχώρησης του ρυθμού. Οι κίνδυνοι σχετίζονται κυρίως με την αυξημένη γεωπολιτική και παγκόσμια αβεβαιότητα στην εμπορική πολιτική και την κλιματική αλλαγή.

Υπογραμμίζεται ωστόσο ότι η δυναμική ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια αναμένεται να διατηρηθεί κατά τα έτη 2025-2027, εν μέσω ενός αβέβαιου διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος. Οι οικονομολόγοι της ΤτΕ υπενθυμίζουν ότι ακόμη και μετά την προς τα κάτω αναθεώρηση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας «αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι υψηλότεροι από εκείνους της ζώνης του ευρώ». Όπως εξηγούν δε, οι προς τα κάτω αναθεωρήσεις σε σύγκριση με τον Ιούνιο 2025 είναι μικρές, κυρίως λόγω χαμηλότερων από το αναμενόμενο επιδόσεων της οικονομίας για το 2025 αλλά και λόγω της ανατίμησης της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ.

Ο κύριος μοχλός ανάπτυξης αναμένεται να είναι η κατανάλωση, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να συμβάλλουν θετικά. Πιο συγκεκριμένα, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί με μέσο ρυθμό 2% κατά τη διάρκεια της περιόδου πρόβλεψης. Η υψηλή ιδιωτική κατανάλωση υποστηρίζεται από την ενίσχυση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, καθώς η απασχόληση αναμένεται να συνεχίσει να ανακάμπτει, οι μισθοί να αυξάνονται και ο πληθωρισμός να μειώνεται σταδιακά.

Οι συνολικές επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά μέσο όρο κατά 7,5%. Οι δημόσιες επενδύσεις θα καταγράψουν ισχυρό αρνητικό ρυθμό μεταβολής το 2027, ενώ οι επενδύσεις σε κατοικίες θα συνεχίσουν να καταγράφουν ικανοποιητικό ρυθμό. Ωστόσο, οι επενδύσεις σε κατοικίες ως ποσοστό του ΑΕΠ θα παραμείνουν σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο σε σύγκριση με την προ της κρίσης περίοδο.

Σημειώνεται ότι πριν από τρεις ημέρες, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο Athens International Investment Summit (AIIS), ανέφερε ότι το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί με ρυθμό ελαφρώς άνω του 2% το 2025, το 2026 και το 2027, σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, παρά την αυξανόμενη αβεβαιότητα στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.