Κυριάκος Μητσοτάκης: Κωδικός «επαναπατρισμός»

Στην άτυπη αφετηρία της νέας πολιτικής περιόδου, τη ΔΕΘ, υπήρξε δημοσίως η πρωθυπουργική αποστροφή περί «σιωπηλής πλειοψηφίας». Δύο εβδομάδες μετά, στην κλειστή συνεδρίαση με τους βουλευτές, η ΝΔ περιγράφηκε από τον αρχηγό της ως η παράταξη που πηγαίνει «πέρα από τις “ετικέτες” Κέντρου, Δεξιάς, Αριστεράς». Προχθές μπροστά στους υπουργούς επισημάνθηκε ότι οι πολίτες που «ακούν και σκέφτονται είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που ξέρουν μόνο να φωνάζουν», με την εκτίμηση ότι οι πρώτοι «περιμένουν πολλά από εμάς και μόνο από εμάς». Και στις τρεις περιπτώσεις ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε στο μυαλό του το 40% του 2023. Συγκεκριμένα στη σκέψη του είναι εκείνα τα ακροατήρια που συνέβαλαν στη νίκη των τελευταίων εθνικών εκλογών αλλά στη συνέχεια απομακρύνθηκαν και δείχνουν πια να έχουν σταθμεύσει στην γκρίζα ζώνη. Η κυβερνητική επιχείρηση «επαναπατρισμός» είναι σε εξέλιξη με εμφανείς δυσκολίες – τις μαρτυρούν οι κυλιόμενες μετρήσεις. Η ΝΔ έχει σήμερα τις μεγαλύτερες διαρροές της προς την αδιευκρίνιστη ψήφο σε ποσοστό 13,7% σύμφωνα με την MRB/Open.

Το αυξημένο κόστος ζωής, όπως ομολογείται από την κυβερνητική έδρα, είναι το κυρίαρχο ζήτημα που προκαλεί οριζόντιο αρνητισμό, την ώρα που μείζονα θέματα της επικαιρότητας ακυρώνουν τον πρωθυπουργικό στόχο για «βήματα πιο γρήγορα από τη φθορά». Αυτά είναι η τραγωδία των Τεμπών με κυβερνητικές προσπάθειες ισορρόπησης μεταξύ του «ανθρώπινου» και του «θεσμικού» καθώς και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, στο οποίο ξορκίζονται πολιτικοί χειρισμοί που απειλούν να επιτείνουν την αίσθηση κουκουλώματος όσο διενεργείται η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής εν αναμονή και νέας δικογραφίας για βουλευτές για τους οποίους θα ζητηθεί άρση ασυλίας. Ενδεικτικό το χθεσινό «είμαι στη διάθεση της Εξεταστικής Επιτροπής» από τον υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ Γιώργο Μυλωνάκη.

Το γεγονός ότι ο Μητσοτάκης ψάχνει εναγωνίως το κλειδί της γκρίζας ζώνης επιβεβαιώνεται τόσο από τις κυβερνητικές πολιτικές με προβολή εσχάτως του «κοινωνικού και πατριωτικού» προσανατολισμού του όσο και από την κυβερνητική ρητορική, στην οποία προστέθηκε η λέξη «ρεαλισμός». Είναι η ακτινογραφία των αναποφάσιστων αυτή που επιτρέπει στο κυβερνητικό στρατόπεδο να ελπίζει σε επιστροφή κρίσιμων ακροατηρίων σε δεύτερο χρόνο. Οχι απλώς είναι ενισχυμένη η αδιευκρίνιστη ζώνη σε όλες τις μετρήσεις, που σημαίνει ότι όλοι διακρίνουν εκεί διεκδικήσιμους ψηφοφόρους, αλλά επιπλέον η δεξαμενή αυτή περιλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό αυτοπροσδιοριζόμενους ως κεντρώους (στο 21% σύμφωνα με την Alco/Alpha) και κεντροδεξιούς (στο 28%), που σημαίνει ότι το Μαξίμου έχει ανάγκη από την τακτική της μετριοπάθειας.

«Ψήφος διαμαρτυρίας»

Εξού και η κυβέρνηση, παρότι δεν έχει πετύχει τους μίνιμουμ δημοσκοπικούς στόχους της, επιλέγει να στέκεται στη μεγάλη εικόνα των γκάλοπ: ότι δεν έχουν ανατραπεί οι πολιτικοί συσχετισμοί. Χαρακτηριστικό το σχόλιο κυβερνητικού παράγοντα ότι κεντρώοι προτιμούν τη στάση αναμονής παρά τη στροφή στο ΠΑΣΟΚ. Ταυτόχρονα όμως πολιτικοί αναλυτές στέκονται στην επίμονη ρευστότητα στο πολιτικό σκηνικό, υπό την εξίσου επίμονη σεναριολογία για εξελίξεις σύντομα εκ δεξιών (από τον Αντώνη Σαμαρά) και εξ αριστερών (από τον Αλέξη Τσίπρα), προεξοφλώντας ότι η μάχη διεκδίκησης των αναποφάσιστων θα λάβει νέα χαρακτηριστικά. Θα αποκτήσει, δηλαδή, νέους διεκδικητές, ενόσω οι δημοσκόποι καταγράφουν ήδη στο εκλογικό σώμα διαθέσεις ψήφου διαμαρτυρίας.