
Μία απάτη τρομακτικών διαστάσεων που είχε αποκαλυφθεί τον Ιούνιο του 2025 ύστερα από συντονισμένη επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Καλυψώ» της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στην Αθήνα, τη Μαδρίτη, το Παρίσι και τη Σόφια και η οποία προκάλεσε ζημιά άνω των 700 εκατομμυρίων ευρώ στα ευρωπαϊκά ταμεία, είναι αυτή στην οποία εστιάζει το ενδιαφέρον της η Λάουρα Κοβέσι.
Η ευρωπαία εισαγγελέας κατά τη συνάντησή της με τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη υπογράμμισε ότι κύριο μέλημά της είναι η απώλεια των κοινοτικών πόρων από τη δράση της κινεζικής, της ιταλικής και άλλων «μαφιών» οι οποίες – με χρήση και του λιμανιού του Πειραιά – με παραποίηση φορολογικών εγγράφων αποκόμισαν έσοδα εκατομμυρίων ευρώ. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο το 2024 το γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ασχολήθηκε με 28 παρόμοιες υποθέσεις με διασυνοριακές διαστάσεις, με επίκεντρο τη χώρα μας.
Στο συγκεκριμένο τελωνειακό σκάνδαλο – που δεν προβλήθηκε ιδιαίτερα καθώς το περασμένο καλοκαίρι η δημοσιότητα έπεσε κυρίως στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ – οι ευρωπαίοι εισαγγελείς συνεργάστηκαν πάλι με τους επονομαζόμενους «αδιάφθορους» της ΕΛ.ΑΣ., οι οποίοι προχώρησαν σε εκτεταμένες παρακολουθήσεις τηλεφώνων, ενώ τώρα αναδεικνύεται ότι σχεδίαζαν να βάλουν κάμερες και κοριούς σε γραφεία μελών του κυκλώματος εντός και εκτός των τελωνείων, χωρίς αυτό να καταστεί τελικά εφικτό. Οπως προέκυψε μάλιστα στην έρευνα υπήρξε εμπλοκή της ΕΥΠ αλλά και της αμερικανικής υπηρεσίας δίωξης ναρκωτικών DEA, οι οποίοι είχαν ήδη στοχεύσει πρωταγωνιστές του κυκλώματος, ανάμεσα στους οποίους ήταν μέλη της ρωσικής μαφίας, κινέζοι ιδιώτες, έλληνες εκτελωνιστές και άλλοι.
Ο SPENCER, H ΚΕLLY ΚΑΙ Ο ΘΕΙΟΣ
Σύμφωνα με τις Αρχές, το δίκτυο, με κεντρικά πρόσωπα κινέζους επιχειρηματίες και έλληνες εκτελωνιστές, εισήγαγε από την Κίνα τεράστιες ποσότητες προϊόντων, όπως υφάσματα, ρούχα, ηλεκτρικά σκούτερ και πατίνια. Τα εμπορεύματα που έφθαναν σε κοντέινερ εκτελωνίζονταν στο λιμάνι του Πειραιά και στη συνέχεια διοχετεύονταν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Πορτογαλία, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία και Πολωνία), μέσω μεταφορικών εταιρειών με έδρα κυρίως τη Βουλγαρία.
Το κύκλωμα φρόντιζε να δηλώνει με ορθά παραστατικά μόνο ένα μικρό ποσοστό των προϊόντων, ενώ η υπόλοιπη ποσότητα καταχωριζόταν ως εμπορεύματα με χαμηλό τελωνειακό κόστος και μάλιστα πολλά από αυτά εμφανίζονταν ως ανταλλακτικά. Κατά την έφοδο συνελήφθησαν οκτώ άτομα, κυρίως εκτελωνιστές και υπάλληλοι του Γ’ Τελωνείου Πειραιά, ενώ εντοπίστηκαν μετρητά ύψους 4,7 εκατομμυρίων ευρώ.
Σύμφωνα με απόρρητο έγγραφο της ΕΥΠ ως αρχηγικά μέλη του κυκλώματος εμφανίζονταν ένα ζευγάρι Κινέζων: ο άνδρας έχει ένα κωδικό όνομα Spencer και η σύζυγός του Kelly. Αυτοί οι δύο έκαναν τις συμφωνίες για την εισαγωγή κινεζικών προϊόντων. Καθοριστικός θεωρήθηκε και ο ρόλος ενός εκτελωνιστή ο οποίος είναι γνωστός με το κωδικό όνομα «Θείος», που φέρεται να εμπλέκεται και σε λαθρεμπόριο τσιγάρων, ενώ είχε γίνει στόχος επιθέσεων από μπράβους. Ο εκτελωνιστής που είχε αμερικανικό διαβατήριο πραγματοποιούσε εισαγωγές κοντέινερ από την Κίνα, το Βιετνάμ και άλλες ασιατικές χώρες στον Πειραιά, ενώ υπήρχαν πληροφορίες ότι ο ίδιος υποκρυπτόταν πίσω από την εισαγωγή στην Ελλάδα δύο μηχανών παρασκευής τσιγάρων που είχαν κατασχεθεί στα τελωνεία του λιμανιού.
Καθοριστική για την εξάρθρωση του κυκλώματος ήταν και η περιγραφή ενός πληροφοριοδότη που επικεντρώθηκε σε μία 61χρονη εκτελωνίστρια, η οποία φέρεται ως επικεφαλής δικτύου δέκα εταιρειών με έδρα την Ελλάδα που χρησιμοποιούνταν και για ξέπλυμα χρήματος, ενώ σχετίζονταν και με αποθήκες στον Ασπρόπυργο. Στο πλαίσιο των ερευνών παραμένουν δεσμευμένα στον χώρο του τελωνείου 2.430 κοντέινερ με εντολή για πλήρη έλεγχό τους.
Σημειώνεται, τέλος, ότι η αμερικανική DEA είχε εντοπίσει τη δράση του κυκλώματος στον Πειραιά αφού είχε διαπιστώσει ότι κάποιοι υποβοηθούσαν στην «απόκρυψη» κοντέινερ που μετέφεραν ναρκωτικά από χώρες της Ασίας. Κυρίως φορτία κοκαΐνης από το Εκουαδόρ, καθώς υπήρχε απευθείας σύνδεση μελών του κυκλώματος με τη συγκεκριμένη χώρα της Κεντρικής Αμερικής. Σημειώνεται ότι στο παρελθόν είχε προκύψει ότι υπάλληλοι του λιμανιού αναλάμβαναν για λογαριασμό ναρκεμπόρων να αφαιρούν από κοντέινερ με μπανάνες, κρυμμένη κοκαΐνη από τη Λατινική Αμερική.