Τα φαβορί για το Νόμπελ Οικονομίας: Από τα «τυφλά βιογραφικά» μέχρι την τηλεργασία

Η αγωνία κορυφώνεται στον κόσμο της οικονομικής επιστήμης καθώς στις 13 Οκτωβρίου η Σουηδική Βασιλική Ακαδημία Επιστημών θα ανακοινώσει τον ή τους φετινούς νικητές του Νόμπελ Οικονομίας. Πρόκειται για το μοναδικό βραβείο Νόμπελ που δεν θεσπίστηκε από τον Άλφρεντ Νόμπελ το 1901, αλλά από την Κεντρική Τράπεζα της Σουηδίας το 1968, με αφορμή τα 300 χρόνια από την ίδρυση του Ιδρύματος Nobel. Όπως πάντα, δεν υπάρχει επίσημη λίστα υποψηφίων, αλλά οι ανεπίσημες προβλέψεις –οι λεγόμενες «κοινές γνωμοδοτήσεις» της επιστημονικής κοινότητας– επιχειρούν να μαντέψουν ποιοι θα ανέβουν στο βήμα της τιμής.

Ανάμεσα στις πιο δημοφιλείς προβλέψεις βρίσκεται αυτή της αμερικανικής Clarivate Analytics, η οποία κάθε χρόνο ξεχωρίζει επιστήμονες που θεωρεί «Nobelables» βάσει της επιστημονικής τους επιρροής – με κύριο δείκτη τον αριθμό των αναφορών που συγκεντρώνουν οι δημοσιεύσεις τους. Η φετινή λίστα τιμής περιλαμβάνει πέντε ισχυρά ονόματα της οικονομικής έρευνας, με κοινό σημείο την εστίαση στις δομές και προκλήσεις της αγοράς εργασίας.

Στην κορυφή βρίσκονται ο Σέντιλ Μουλαϊναθάν, καθηγητής στο MIT, και η Μαριάν Μπερτράν, καθηγήτρια Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Οι δυο τους, μέσα από πρωτοποριακά πειράματα, ανέδειξαν τις βαθιές ρίζες του φυλετικού και πολιτισμικού αποκλεισμού στην αγορά εργασίας, προσφέροντας εργαλεία για πιο δίκαιες πρακτικές πρόσληψης, όπως τα «τυφλά βιογραφικά». Αν βραβευτεί, η Μπερτράν θα γίνει η τέταρτη γυναίκα στην ιστορία που κατακτά το Νόμπελ Οικονομίας, μετά την Κλοντία Γκόλντιν που τιμήθηκε το 2023 για την ιστορική ανάλυσή της γύρω από τις γυναίκες και την αγορά εργασίας στις ΗΠΑ.

Η λίστα συνεχίζεται με δύο καταξιωμένους Αμερικανούς ακαδημαϊκούς: τον Ντέιβιντ Ότορ του MIT και τον Λόρενς Κατζ του Χάρβαρντ. Οι έρευνές τους αποδομούν τις αλλαγές στην εισοδηματική ανισότητα και τους μηχανισμούς της δομής των μισθών στην εποχή της τεχνολογικής μετάβασης και της εκπαιδευτικής πρόκλησης. Μαζί με την Γκόλντιν, υπέγραψαν μελέτη-σταθμό που ερμηνεύει την άνοδο της μισθολογικής ανισότητας στις ΗΠΑ από το 1980 ως το 2000.

Την πεντάδα συμπληρώνει ο Νίκολας Μπλουμ από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, διεθνής αυθεντία στο πεδίο της ευέλικτης εργασίας και του τηλεργασιακού μοντέλου. Η δουλειά του, ιδιαίτερα μετά την πανδημία, απεικόνισε με σαφήνεια πώς η απομακρυσμένη εργασία και η ευελιξία στον χρόνο μπορούν να αυξήσουν την παραγωγικότητα και να περιορίσουν την κινητικότητα του προσωπικού.

Όποιοι κι αν είναι οι φετινοί νικητές, η θεματική είναι σαφής: η οικονομική επιστήμη στρέφει το βλέμμα της στις ανισότητες, την εργασιακή κουλτούρα και τον σχεδιασμό πολιτικών που μπορούν να κάνουν τις κοινωνίες πιο δίκαιες και αποτελεσματικές. Το Νόμπελ Οικονομίας του 2025, όπως και τα πρόσφατα βραβεία, αναδεικνύει ότι η οικονομία δεν είναι μόνο αριθμοί, αλλά είναι οι ζωές και οι ευκαιρίες των ανθρώπων.