
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προειδοποιεί ότι η παγκόσμια οικονομία παρουσιάζει ολοένα και πιο έντονα σημάδια κόπωσης, με βασική αιτία τη συνεχιζόμενη εμπορική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και τους εκτεταμένους δασμούς που έχουν επιβληθεί σε μια σειρά προϊόντων. Οι πολιτικές προστατευτισμού που υιοθετεί ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, στο πλαίσιο του λεγόμενου «παγκόσμιου εμπορικού πολέμου», φαίνεται να έχουν αρχίσει να αφήνουν το αποτύπωμά τους στις διεθνείς αγορές.
Ωστόσο, μέσα στην απαισιοδοξία, υπάρχει και μια δόση αισιοδοξίας. Παρά τις πιέσεις, η κατάσταση δεν είναι τόσο σκοτεινή όσο είχε προβλεφθεί. Το ΔΝΤ προβλέπει πλέον ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 3,2% το 2025, ελαφρώς υψηλότερα από την πρόβλεψη του Ιουλίου που έκανε λόγο για 3%. Η μικρή αυτή αναβάθμιση αποδίδεται κυρίως στη δυναμική που παρατηρήθηκε καθώς επιχειρήσεις και νοικοκυριά έσπευσαν να αγοράσουν αγαθά ενόψει της αύξησης των δασμών, αλλά και στην αποδυνάμωση του δολαρίου, που έδωσε ώθηση στο παγκόσμιο εμπόριο. «Δεν είναι τόσο άσχημα όσο φοβόμασταν», δήλωσε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Πιερ-Ολιβιέ Γκουρινσά. «Όμως είναι χειρότερα απ’ ό,τι περιμέναμε πέρυσι – και χειρότερα απ’ ό,τι θα έπρεπε».
Το πραγματικά δύσκολο κομμάτι, ωστόσο, φαίνεται να βρίσκεται μπροστά. Για το 2026, το Ταμείο αναμένει οριακή επιβράδυνση στο 3,1%, καθώς οι επιπτώσεις των υψηλών δασμών αρχίζουν να γίνονται αισθητές. Ήδη, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η αύξηση του πληθωρισμού και της ανεργίας δείχνει ότι η οικονομική πίεση εντείνεται, ενώ και σε άλλες μεγάλες οικονομίες οι τιμές παραμένουν πάνω από τους στόχους των κεντρικών τραπεζών. Η αβεβαιότητα γύρω από την πορεία του κόστους ζωής καθιστά ακόμη πιο δύσκολο το έργο των νομισματικών αρχών, που καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στην ανάπτυξη και τη σταθερότητα των τιμών.
Παράλληλα, οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα νέο κύμα δανεισμού. Το ΔΝΤ τονίζει την ανάγκη για δημοσιονομική πειθαρχία, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, όπου τα βάρη από τις γηράσκουσες κοινωνίες, τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες και την ενεργειακή ασφάλεια συσσωρεύονται. Η «μεταπανδημική εξίσωση βιωσιμότητας του χρέους», όπως την αποκαλεί το Ταμείο, γίνεται ολοένα πιο περίπλοκη λόγω των υψηλών επιτοκίων, των διογκωμένων ελλειμμάτων και της επιβράδυνσης της ανάπτυξης.
Μέσα σε αυτό το απαιτητικό περιβάλλον, η μόνη θετική νότα που επισημαίνει το ΔΝΤ είναι η ανθεκτικότητα της παγκόσμιας οικονομίας σε σχέση με τους αρχικούς φόβους. Το ερώτημα, όμως, είναι για πόσο ακόμη θα μπορεί να κρατήσει αυτή η εύθραυστη ισορροπία, αν οι πιέσεις συνεχίσουν να αυξάνονται και το διεθνές εμπόριο παραμείνει παγιδευμένο στη δίνη των δασμών και της αβεβαιότητας.