
Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope Ratings επιβεβαίωσε το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα BBB και αναβάθμισε τις προοπτικές της χώρας σε θετικές από σταθερές, σύμφωνα με τη νέα του έκθεση.
Ο γερμανικός οίκος ήταν ο πρώτος που είχε αποδώσει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα τον Αύγουστο του 2023 και είχε προχωρήσει σε περαιτέρω αναβάθμιση τον Δεκέμβριο του 2024. Η απόφαση για θετικές προοπτικές αποδίδεται στη βελτίωση της ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας, τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και τη συνεχή μείωση του δημόσιου χρέους.
Παράλληλα, ο Scope επισημαίνει ότι το υψηλό χρέος, οι διαρθρωτικοί περιορισμοί στην ανάπτυξη και το διαρκές έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο παραμένουν σημαντικές προκλήσεις για τη χώρα.
Οι λόγοι της αναθεώρησης
Η αναθεώρηση των προοπτικών αντανακλά, πρώτον, τη βελτιωμένη ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας απέναντι σε εξωτερικά σοκ. Η ανάπτυξη παραμένει σταθερή, με εκτίμηση για ρυθμό περίπου 2% το 2025, υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Η εγχώρια ζήτηση, ο τουρισμός και οι επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα NGEU συνεχίζουν να στηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα, ενώ οι μεταρρυθμίσεις ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Δεύτερον, η θετική δυναμική του χρέους βασίζεται στη συνετή δημοσιονομική διαχείριση. Η Ελλάδα συνεχίζει να υπερβαίνει τους στόχους, με πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης 0,6% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα 3,6% για το 2025. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί από 145% του ΑΕΠ το 2025 σε 122% το 2030, ενώ το ταμειακό απόθεμα φθάνει τα 42 δισ. ευρώ, περίπου 17% του ΑΕΠ.
Οι προκλήσεις για την οικονομία
Σύμφωνα με τον Scope, οι βασικές προκλήσεις αφορούν το υψηλό δημόσιο χρέος, τους διαρθρωτικούς περιορισμούς στην ανάπτυξη και τις εξωτερικές ανισορροπίες που σχετίζονται με τα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και την αρνητική διεθνή επενδυτική θέση. Παραμένουν επίσης ζητήματα στον χρηματοπιστωτικό τομέα, λόγω του δεσμού Δημοσίου–τραπεζών και του υπολοίπου μη εξυπηρετούμενων δανείων που διαχειρίζονται οι servicers.
Ανθεκτικότητα και ανάπτυξη
Η ελληνική οικονομία επέδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση, χάρη στη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών και την ισχυρή επίδοση του τουρισμού. Μετά από ανάπτυξη 2,3% το 2024, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2% το πρώτο εξάμηνο του 2025, με ετήσια πρόβλεψη 2,2%.
Για το 2026, ο Scope προβλέπει διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής με αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 2%. Οι επενδύσεις, η αγορά εργασίας και τα μέτρα στήριξης του εισοδήματος και μείωσης φόρων θα συνεχίσουν να ενισχύουν την οικονομία.
Αύξηση επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων
Η επενδυτική δραστηριότητα έχει αυξηθεί σημαντικά, με τις ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου να ενισχύονται κατά 60% από το 2019, φθάνοντας το 15,5% του ΑΕΠ το 2024. Οι επενδύσεις επικεντρώνονται στις ψηφιακές υποδομές και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με στόχο το 18% του ΑΕΠ έως το 2027.
Η Ελλάδα έχει ήδη απορροφήσει 8,6 δισ. ευρώ από τις επιχορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ οι μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση, τη δημόσια διοίκηση και την αγορά εργασίας συνεχίζουν να ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα. Ωστόσο, απαιτούνται περαιτέρω βήματα για την τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων και την αντιμετώπιση των δημογραφικών προκλήσεων.
Ενίσχυση του τραπεζικού τομέα
Ο βελτιωμένος τραπεζικός τομέας ενισχύει τη μακροοικονομική σταθερότητα. Η πιστωτική επέκταση έχει ανακάμψει, με τα επιχειρηματικά δάνεια να αυξάνονται κατά 15,9% το δεύτερο τρίμηνο του 2025. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια υποχώρησαν στο 3,6%, κοντά στον μέσο όρο της ευρωζώνης, ενώ οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας παραμένουν ισχυροί.
Ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται στο 15,8% και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου στο 20,4%, με την απόδοση ιδίων κεφαλαίων στο 13%. Τα κέρδη μετά φόρων ανήλθαν σε 2,5 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2025, επιβεβαιώνοντας τη σταθερή πορεία του τραπεζικού συστήματος.