Αυξάνεται η δυσπιστία στις ψηφιακές συναλλαγές

Το 63% αντιμετωπίζει με καχυποψία μια προσφορά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όταν αυτή μοιάζει «πολύ καλή για να είναι αληθινή». Μάλιστα ένα σημαντικό ποσοστό καταναλωτών, σχεδόν οι τέσσερις στους δέκα, αναφέρουν ότι θεωρούν πως η τεχνητή νοημοσύνη θα κάνει τις διαδικτυακές απάτες πιο δύσκολα ανιχνεύσιμες και επομένως τους ίδιους πιο ευάλωτους. Παράλληλα το γεγονός ότι ένας στους δύο καταναλωτές δεν είναι βέβαιος για την ικανότητά του να αναγνωρίσει περιεχόμενο που δημιουργήθηκε από AI αναγκάζει πλέον πέντε στους δέκα να είναι δύσπιστοι στις συναλλαγές όταν η ανάρτηση προέρχεται από άγνωστη πηγή.

Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από έρευνα που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) για λογαριασμό της Visa. Η έρευνα εξέτασε τις αντιλήψεις των καταναλωτών ως προς την τεχνητή νοημοσύνη και το ηλεκτρονικό εμπόριο, με έμφαση στις απάτες και την ασφάλεια συναλλαγών στο Διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Είναι ενδεικτικό πως το 46% δηλώνει καχύποπτο όταν η ποιότητα του περιεχομένου είναι χαμηλή και όταν η μέθοδος πληρωμής μοιάζει ασυνήθιστη ή μη ασφαλής. Επίσης το 44% είναι επιφυλακτικό απέναντι σε έναν λανθασμένο ή ύποπτο σύνδεσμο URL.

Πάντως οι νεότεροι πιστεύουν πως αναγνωρίζουν με μεγαλύτερη σιγουριά περιεχόμενο που δημιουργήθηκε με ΑΙ, ωστόσο στο γενικό σύνολο το 53% των συμμετεχόντων δηλώνει πως δεν είναι ιδιαίτερα ή καθόλου σίγουροι για την αναγνώρισή του.

Το βέβαιο είναι ότι υπάρχει προβληματισμός, με τέσσερις στους δέκα να πιστεύουν πως η ΑΙ θα δυσκολέψει την αναγνώριση διαδικτυακής απάτης, το 34% να θεωρεί πως θα δυσκολέψει την αναγνώριση σε κάποιες περιπτώσεις αλλά θα διευκολύνει την ανίχνευσή τους σε άλλες, ενώ ένα 10% δεν αναμένει καμία επίδραση.

Το «phishing» παραμένει η πιο διαδεδομένη μέθοδος εξαπάτησης, αφού έξι στους δέκα δηλώνουν ότι έχουν στοχοποιηθεί μέσω αυτής. Ωστόσο είναι αξιοσημείωτο ότι οι απάτες που αξιοποιούν τεχνητή νοημοσύνη ή τεχνικές deepfake αναγνωρίζονται πλέον μόνο από το 7% των καταναλωτών. Αν και προσπαθούν να είναι προσεκτικοί, το 83% των καταναλωτών δηλώνει ότι ελέγχει τη νομιμότητα ενός διαδικτυακού πωλητή πριν προχωρήσει σε αγορά, ενώ το 76% πως είναι απίθανο να κάνει κλικ σε διαφήμιση που δημιουργεί «αίσθηση κατεπείγοντος».

Οι επιπτώσεις για όσους τελικά έπεσαν θύματα διαδικτυακής απάτης είναι η οικονομική απώλεια (22%), η συναισθηματική ταλαιπωρία (17%) και ο δισταγμός ή φόβος απέναντι στις διαδικτυακές συναλλαγές (16%). Από όσους υπέστησαν οικονομική ζημιά, το 63% έχασε ποσά έως 199 ευρώ, ωστόσο οι συνέπειες εκτείνονται πέρα από την οικονομική απώλεια, καθώς ύστερα από απόπειρα εξαπάτησης το 41% δηλώνει πως έγινε / θα είναι πιο προσεκτικό στο μέλλον αλλά παραμένει ανοιχτό να εμπιστευθεί μικρότερες ή νέες επιχειρήσεις για διαδικτυακές αγορές, ενώ το 37% περιορίζει τις αγορές του μόνο σε μεγάλες, γνωστές επιχειρήσεις.

Τέλος, για το 60% των ελλήνων καταναλωτών οι διαδικτυακές απάτες στα κοινωνικά δίκτυα γίνονται ολοένα και πιο εξελιγμένες, ενώ το 37% πιστεύει ότι οι απατεώνες μιμούνται επιτυχώς αξιόπιστα brands ή πρόσωπα και το 27% ότι ο μεγάλος όγκος διαφημίσεων και χορηγούμενου περιεχομένου που φαίνεται νόμιμο δυσχεραίνει την αναγνώριση απάτης.