
Σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των βασικών εμπορικών διαδρομών στις θαλάσσιες μεταφορές εμπορευματοκιβωτίων, τόσο σε επίπεδο ναύλων όσο και σε επίπεδο προσφερόμενης χωρητικότητας, καταγράφει η εταιρεία συμβούλων Xeneta.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, ο μέσος ναύλος για ένα container 40 ποδών στη γραμμή Ασίας – Ευρώπης κινείται ανοδικά λόγω αύξησης της ζήτησης, σε αντίθεση με τις γραμμές από Ασία προς ΗΠΑ όπου οι ναύλοι κινούνται πτωτικά καθώς πέφτει και η ζήτηση.
Οι μέσοι ναύλοι στη spot αγορά διαμορφώνονται στα 2.190 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40 ποδών (FEU) στις γραμμές από την Απω Ανατολή προς τη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, στα 2.838 δολάρια προς την Ανατολική Ακτή, στα 2.367 δολάρια προς τη Βόρεια Ευρώπη και στα 2.943 δολάρια προς τη Μεσόγειο, ενώ το δρομολόγιο από τη Βόρεια Ευρώπη προς την Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ διατηρείται στα 1.570 δολάρια ανά FEU.
Την ίδια στιγμή, η προσφερόμενη χωρητικότητα συνεχίζει να αυξάνεται για δεύτερη συνεχόμενη εβδομάδα και στις πέντε βασικές διαδρομές Ανατολής – Δύσης. Η προσφερόμενη χωρητικότητα από την Απω Ανατολή προς τη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ ενισχύθηκε κατά 5,4%, προς την Ανατολική Ακτή κατά 11,4%, προς τη Βόρεια Ευρώπη κατά 4,8% και προς τη Μεσόγειο κατά 8,7%, ενώ η γραμμή από τη Βόρεια Ευρώπη προς την Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ σημείωσε αύξηση 10,7%.
Σύμφωνα με τον Chief Analyst της Xeneta, Peter Sand, οι διαφορές στις επιδόσεις των δρομολογίων προς Ευρώπη και ΗΠΑ είναι πλέον έντονες και ουσιαστικά διαμορφώνουν το πλαίσιο για το 2026. Οπως αναφέρει, οι αυξήσεις στους ναύλους και την προσφερόμενη χωρητικότητα στις γραμμές προς τη Βόρεια Ευρώπη και τη Μεσόγειο αντικατοπτρίζουν ξεκάθαρα την ισχυρή ζήτηση, ενώ αντίθετα η αγορά των ΗΠΑ αντιμετωπίζει πτωτικές πιέσεις καθώς η επιπλέον χωρητικότητα υπερβαίνει τη ζήτηση. Ο Sand εκτιμά ότι οι τάσεις αυτές θα συνεχιστούν και το νέο έτος, καθώς η ευρωπαϊκή αγορά ενισχύεται από την αύξηση των κινεζικών εξαγωγών προς νέες αγορές εκτός Βόρειας Αμερικής, ενώ η αμερικανική εμπορική πολιτική αναμένεται να περιορίσει την καταναλωτική δραστηριότητα και τους όγκους των θαλάσσιων μεταφορών.
Η νέα εικόνα της αγοράς αναμένεται να καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τις στρατηγικές των μεταφορέων και των φορτωτών, καθώς το 2026 διαμορφώνεται ήδη ως έτος έντονων αντιθέσεων ανάμεσα σε δύο βασικές οικονομικές περιοχές: την Ευρώπη που εμφανίζει αναζωπύρωση της ζήτησης, και τις Ηνωμένες Πολιτείες που μπαίνουν σε φάση επιβράδυνσης.
Επισημαίνεται ότι η μεγαλύτερη άνοδος στην προσφερόμενη χωρητικότητα καταγράφεται στη διαδρομή Απω Ανατολή – Ανατολική Ακτή ΗΠΑ, όπου η συνολική προσφερόμενη χωρητικότητα αυξήθηκε κατά 11,4% μέσα σε μία εβδομάδα. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στις διπλές αναχωρήσεις της Ocean Alliance, με το πλοίο «Ever Focus» να αποπλέει από το Μπουσάν της Κορέας στις 19 Νοεμβρίου και το «Texas Triumph» από το Νίνγκμπο-Τζεοσάν στις 22 Νοεμβρίου. Και τα δύο πλοία αναμένεται να καταπλεύσουν στο λιμάνι της Σαβάνα στην Τζόρτζια πριν από τα Χριστούγεννα, ακολουθώντας τη διαδρομή μέσω της Διώρυγας του Παναμά.
Υψηλό 28 μηνών
Ιδιαίτερα ενισχυμένη εμφανίζεται και η χωρητικότητα στη γραμμή Βόρεια Ευρώπη – Ανατολική Ακτή ΗΠΑ, η οποία έφτασε σε υψηλό 28 μηνών, προσεγγίζοντας τις 60.000 TEU με βάση τον κυλιόμενο μέσο όρο τεσσάρων εβδομάδων. Σε σύγκριση με το χαμηλό δεκαμήνου που είχε σημειωθεί μόλις έναν μήνα νωρίτερα, η συνολική αύξηση ανέρχεται σε 55,5%. Το μεγαλύτερο μέρος της ανόδου προέρχεται από χωρητικότητα εκτός συμμαχιών, η οποία εκτινάχθηκε κατά 157,1%, ενώ και η Gemini Alliance αύξησε τις προσφερόμενες θέσεις της κατά 42,3%.
Ωστόσο, η αυξημένη προσφορά χωρητικότητας στις γραμμές προς τις ΗΠΑ φαίνεται να ξεπερνά τη ζήτηση, οδηγώντας σε σημαντικές πιέσεις στους ναύλους. Οι μέσοι ναύλοι spot προς την Ανατολική Ακτή μειώθηκαν κατά 2,8% μέσα σε μία εβδομάδα, συνολική πτώση 23% από την κορύφωση της 1ης Νοεμβρίου. Ακόμη μεγαλύτερη είναι η διόρθωση προς τη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, όπου οι ναύλοι υποχώρησαν κατά 3,2% αυτή την εβδομάδα, μετά την απότομη πτώση 17,2% που είχε προηγηθεί. Αντίθετα, οι ναύλοι προς την Ευρώπη κινούνται ανοδικά: από την Απω Ανατολή προς τη Μεσόγειο αυξήθηκαν κατά 4,1%, ενώ προς τη Βόρεια Ευρώπη ενισχύθηκαν κατά 5,6%.