
Σε ένα περιβάλλον ήδη επιβαρυμένο από γεωπολιτικές αναταράξεις, αυξημένα κόστη ενέργειας και αβεβαιότητα γύρω από την πορεία των επιτοκίων, η Τράπεζα της Αγγλίας επιβεβαιώνει μέσω νέας έρευνας ότι η βρετανική οικονομία βρίσκεται σε μια εύθραυστη φάση μετάβασης. Σύμφωνα με την έρευνα Decision Maker Panel, στην οποία συμμετείχαν πάνω από 2.000 επιχειρήσεις μεταξύ 7 και 21 Νοεμβρίου, οι βρετανικές εταιρείες αναμένουν μείωση θέσεων εργασίας, ενώ σχεδιάζουν να αυξήσουν τις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών με ρυθμούς ανάλογους των προηγούμενων μηνών.
Οι επιχειρήσεις προβλέπουν αύξηση τιμών κατά 3,7% μέσα στον επόμενο χρόνο, ελαφρώς υψηλότερα από την εκτίμηση του Οκτωβρίου. Το στοιχείο αυτό δείχνει ότι οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν ενσωματωμένες στο λειτουργικό κόστος, παρά τη μείωση του επίσημου δείκτη τιμών καταναλωτή στο 3,6% τον ίδιο μήνα. Αν και η BoE θεωρεί ότι ο πληθωρισμός έχει κορυφωθεί, οι επιχειρήσεις εμφανίζονται επιφυλακτικές για τη βιωσιμότητα της αποκλιμάκωσης.
Η εικόνα περιπλέκεται περαιτέρω από τις προβλέψεις για την απασχόληση. Οι εκτιμήσεις για τη μεταβολή στον αριθμό εργαζομένων τους επόμενους δώδεκα μήνες διαμορφώνονται στο –0,2%. Αν και η μείωση είναι περιορισμένη, σηματοδοτεί μια σταθερή τάση συρρίκνωσης που αντικατοπτρίζει τις πιέσεις της αγοράς εργασίας: αυξημένο κόστος κεφαλαίου, μειωμένη ζήτηση σε ορισμένους κλάδους και ανάγκη εξορθολογισμού δαπανών ενόψει πιθανής επιβράδυνσης της ανάπτυξης.
Παράλληλα, οι προσδοκίες των επιχειρήσεων για τον μελλοντικό πληθωρισμό καταναλωτή παραμένουν αμετάβλητες στο 3,4%. Η στασιμότητα αυτή ενδέχεται να υποδηλώνει δυσπιστία σχετικά με το αν η πρόσφατη υποχώρηση των τιμών είναι διατηρήσιμη ή αν πρόκειται για προσωρινό φαινόμενο, επηρεασμένο από παράγοντες όπως η πτώση των τιμών ενέργειας και οι διακυμάνσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Ένα ακόμη ενδιαφέρον εύρημα αφορά την αναμενόμενη αύξηση μισθών, η οποία προβλέπεται στο 3,8% για τον επόμενο χρόνο, ελαφρώς υψηλότερα από την προηγούμενη περίοδο. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι, παρά τη μείωση θέσεων εργασίας, η αγορά εξακολουθεί να ασκεί πιέσεις για καλύτερες αποδοχές, είτε λόγω ανταγωνισμού για εξειδικευμένο προσωπικό είτε λόγω της προσπάθειας των εργαζομένων να ανακτήσουν αγοραστική δύναμη.
Επιπτώσεις για την υπόλοιπη Ευρώπη
Οι εξελίξεις στη Βρετανία, ειδικά μετά το Brexit, συχνά λειτουργούν ως «καμπανάκι» για την υπόλοιπη ευρωπαϊκή οικονομία, και η συγκεκριμένη έρευνα δεν αποτελεί εξαίρεση.
Μεταδοτικός πληθωρισμός: Αν οι βρετανικές επιχειρήσεις συνεχίσουν να αυξάνουν τις τιμές, οι ευρωπαϊκές εταιρείες με εμπορικές σχέσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο ενδέχεται να δεχθούν ανάλογες πιέσεις, οδηγώντας σε αναθεώρηση τιμών και στην Ευρωζώνη.
Πιέσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού: Περικοπές προσωπικού σε κρίσιμους τομείς, όπως οι μεταφορές ή η μεταποίηση, θα μπορούσαν να επιβραδύνουν τις συναλλαγές και να αυξήσουν το κόστος για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Επιτοκιακή πολιτική: Εάν η BoE προχωρήσει σε μειώσεις επιτοκίων μετά τη σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενδέχεται να δεχθεί πίεση να χαλαρώσει και εκείνη την πολιτική της, ώστε να αποφύγει μεγάλες αποκλίσεις στις συνθήκες χρηματοδότησης.
Εμπιστοσύνη στις αγορές: Η επιβράδυνση της απασχόλησης σε μια μεγάλη αγορά όπως το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το επενδυτικό κλίμα σε ολόκληρη την ήπειρο, ιδιαίτερα στους κλάδους λιανικής και υπηρεσιών.
Η νέα έρευνα της Τράπεζας της Αγγλίας σκιαγραφεί ένα σκηνικό ελεγχόμενης αλλά επίμονης οικονομικής πίεσης, με μεικτά μηνύματα για τον πληθωρισμό, την απασχόληση και την ανάπτυξη. Οι επιπτώσεις δεν περιορίζονται στα βρετανικά σύνορα, αλλά επεκτείνονται στην υπόλοιπη Ευρώπη, αναδεικνύοντας την ανάγκη για προσεκτική παρακολούθηση και ευελιξία στις οικονομικές πολιτικές των κρατών-μελών.