
Στις 21 Δεκεμβρίου του 1992, ληστές αδειάζουν την Τράπεζα Εργασίας στην οδό Καλλιρρόης 19, σε μία επιχείρηση σπάνια για τα ελληνικά δεδομένα, που χαρακτηρίστηκε ως το ριφιφί του αιώνα. Η απογραφή της ληστείας ανέφερε τιμαλφή, επιταγές, συναλλαγματικές, ξένα νομίσματα, χαρτονομίσματα σε δολάρια ΗΠΑ, γερμανικά μάρκα, χρυσές λίρες Αγγλίας, πλάκες χρυσού άγνωστης αξίας. Αυτό που εντυπωσίασε τους αστυνομικούς ήταν ότι οι δράστες επέλεξαν να ανοίξουν μόνο τις 301 από τις 1.151 θυρίδες της τράπεζας κι ενώ είχαν τη δυνατότητα να τις ανοίξουν όλες. Όπως ανέφεραν τα ρεπορτάζ της εφημερίδας «TΑ ΝΕΑ» εκείνη την εποχή αλλά και μετέπειτα, το ριφιφί αιφνιδίασε ακόμη και τους ανθρώπους του ελληνικού υποκόσμου
Εκπληκτοι οι ειδικοί για τον τρόπο του «ριφιφί»
Όπως διαπίστωσαν ειδικοί εμπειρογνώμονες που κατέβηκαν στη σήραγγα μετά τη ληστεία, τα πρώτα δέκα μέτρα του τούνελ είχαν ανοιχτεί σε προγενέστερο χρόνο σε σχέση με τα υπόλοιπα. Στην εκτίμηση αυτή κατέληξαν, ύστερα από έρευνες που έκαναν στα υποστυλώματα και και στα τοιχώματα του τούνελ. Στην είσοδο του τούνελ, βρέθηκαν υπολείμματα από τσιμέντο. το. Πιθανόν οι δράστες να ξεκίνησαν την κατασκευή του τούνελ ένα χρόνο πριν, για κάποιο λόγο να σταμάτησαν και για να μην κινήσουν υποψίες να έφραξαν το στόμιο με τσιμέντο. Όταν αποφάσισαν να ξαναρχίσουν τις «εργασίες», έσπασαν το τσιμέντο και συνέχισαν την κατασκευή της υπόγειας σήραγγας. Με όλα τα «κομφόρ» είχαν εφοδιαστεί οι δράστες για να κάνουν άνετα τη δουλειά τους. Στη σήραγγα είχαν «στρώσει» αφρολέξ, για να μην πληγώνουν τα γόνατά τους από τις πέτρες την ώρα που έσκαβαν.
Και χημικά;
Ακόμα δεν αποκλείεται, εκτός από το κομπρεσέρ που χρησιμοποίησαν για την κατασκευή, να χρησιμοποίησαν και χημικά για να μπορέσουν να τρυπήσουν τον τοίχο του υπογείου, όπου βρίσκονται οι θυρίδες, ο οποίος είχε επένδυση από ατσάλι. Μετρημένες στα δάχτυλα ακόμα και στο εξωτερικό, είναι οι περιπτώσεις ριφιφί που έχουν γίνει με τέτοια οργάνωση και με τόσο «επιστημονικό» τρόπο. Οι δράστες κατά πάσα πιθανότητα είχανἶ εφοδιαστεί με τα σχέδια κατασκευής κτιρίου της Τράπεζας, είπε ένας από τους αστυνομικούς που ασχολείτο με τις έρευνες. Αλλιώς δεν εξηγείται πώς γνώριζαν τόσες λεπτομέρειες για το κτίριο, το ύψος των υπογείων, τα σημεία όπου περνούν οι αγωγοί. Το κτίριο αυτό πριν από την Κατοχή ήταν εργοστάσιο καπνού και τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε ανακαινιστεί.
Με μαθηματική ακρίβεια και υπολογισμούς, έφτιαξαν τη σήραγγα και κατάφεραν να φτάσουν στο σημείο ακριβώς που βρίσκεται ο τοίχος του υπογείου. Ένα μικρό λάθος στους υπολογισμούς, λίγα εκατοστά να έπεφταν έξω, η σήραγγα θα κατέληγε σε άλλο σημείο έξω από την Τράπεζα. Ακόμα οι δράστες ήταν εφοδιασμένοι κατά πάσα πιθανότητα με χάρτες από έργα που είχαν γίνει στον Ιλισό, γνώριζαν από που περνούν οι αγωγοί και πώς μπορούσαν να κινηθούν στο υπόγειο δίκτυο. Αν δεν είχαν το χάρτη, έλεγαν εμπειρογνώμονες που έκαναν τις έρευνες, θα μπορούσαν να χάσουν εύκολα τον προσανατολισμό τους, καθώς έφτιαχναν την υπόγεια σήραγγα.
Οι δράστες δεν χρησιμοποίησαν τα φρεάτια της ΕΥΔΑΠ, τουλάχιστον σε ακτίνα 300 μέτρων από την Τράπεζα. Άλλωστε, η γεννήτρια που χρησιμοποίησαν καθώς και τα άλλα μηχανήματα, βαγονέτα κ.λπ., δεν χωρούσαν να περάσουν από εκεί. Οι δράστες πιθανόν να μπήκαν στην υπόγεια στοά του Ιλισούτ από κάποιο κάποιο σημείο της λεωφόρου Χαμοστέρνας. Ακόμα εντύπωση προκαλεί το πώς κατάφεραν να φτιάξουν τέτοια υποστυλώματα, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος κατάρρευσης. Φεύγοντας οι δράστες, εκτός από εργαλεία, τα οποία δεν μπορούσαν να μεταφέρουν, εγκατέλειψαν και ένα σάκο, ο οποίος περιείχε τιμαλφή, τα οποία προφανώς δεν είχαν αξία γι’ αυτούς αφού δεν μπορούν να τα πουλήσουν. Ακόμα όμ βρέθηκαν χαρτιά
με σημειώσεις. Οι δράστες φαίνεται ότι γνώριζαν καλά και το χώρο όπου βρίσκονται οι θυρίδες της Τράπεζας. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, κάποιος από αυτούς να παρουσιάστηκε στην Τράπεζα, ως πε- λάτης, να νοίκιασε μία θυρίδα και έτσι με το πρόσχημα ότι πήγαινε για να τοποθετήσει κάτι στη θυρίδα του, «μελετούσε» το χώρο.
Τόσο τηλεοπτικό, που γίνεται… ταινία
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ» της Πέμπτης 24 Δεκεμβρίου 1992, μία παραγωγός τηλεοπτικών προγραμμάτων και θύμα της ληστείας, η κ. Λιάνα Πατέρα, είχε αποφασίσει να το κάνει ταινία. Όπως είχε πει τότε στα «ΝΕΑ», «είναι μία διέξοδος για μένα. Το βλέπω σαν εκτόνωση από το σοκ που έχω υποστεί μετά την κλοπή της περιουσίας μου. Η κεντρική ιδέα της ιστορίας είναι η εξής: μία ομάδα ανθρώπων μένουν τα Χριστούγεννα χωρίς λεφτά, χωρίς τίποτα. Στην οθόνη θα προβληθούν τα συναισθήματα αυτών των ανθρώπων, καθώς και οι σχέσεις με συνανθρώπους τους. Θα χάσουν κάποιους «φίλους», επειδή έχασαν και τα χρήματά τους και έτσι θα λάμψει η αλήθεια για τα πραγματικά αισθήματα. Στην ταινία οι διαρρήκτες και η δραστηριότητά τους παρακολουθείται και καταγράφεται. Μάλιστα, θα συμμετάσχει και ένας ξένος ηθοποιός, μάλλον Ιταλός, για να φανεί ότι η ενέργεια έχει προεκτάσεις στο εξωτερικό. Οι δράστες μετά το «ριφιφί» φεύγουν διά θαλάσσης με ταχύπλοο στο οποίο έχουν εγκαταστήσει και εργαστήριο για τη διάλυση των κοσμημάτων ή κρύβουν τα κλοπιμαία και δίνουν ραντεβού ὑστερα από τρία χρόνια για να τα μοιράσουν.
Το σενάριο
Η τελική επιλογή θα γίνει με την οριστική διαμόρφωση του σεναρίου του οποίου η συγγραφή ανετέθη σε τρεις σεναριογράφους με σκοπό να επιλεγεί το καλύτερο. Στην ταινία θα υπάρχουν και ρεαλιστικά πλάνα τα οποία η παραγωγός θα πάρει από τα τηλεοπτικά κανάλια που κάλυψαν το γεγονός. Για τη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα θα δουλέψουν συνεργεία αυτές τις μέρες και θα υπάρχει χάπι – εντ, το οποίο η κ. Λιάνα Πατέρα αρνήθηκε να αποκαλύψει, λέγοντας όμως ότι «το τέλος θέλω να εἶναι ευχάριστο». Σίγουρα πολύ κοντά με τα όσα δραματοποίησε στην ομώνυμη σειρά ο σκηνοθέτης Σωτήρης Τζαφούλιας, για την COSMOTE.
Το σενάριο της ληστείας αλά ιταλικά
Από την πρώτη στιγμή κυκλοφόρησε η φήμη ότι η όλη επιχείρηση ορ- γανώθηκε από το εξωτερικό γιατί στην Ελλάδα δεν υπήρχε κανείς που να κατείχε την τεχνογνωσία κατα- σκευής τόσο μεγάλων τούνελ, αναφέρει στην έρευνά του για τα ΝΕΑ ο Στέλιος Βραδέλης, στις 28 Δεκεμβρίου 2002. Το σκεπτικό αυτό υιοθέτησε εν μέρει και το βούλευμα του Εφετείου Αθηνών. ««Δεν στερείται λογικής ο ισχυρισμός ότι είναι δυνατόν οι δράστες να είναι αλ- λοδαποί, διότι η όλη επιχείρηση που σχε- διάσθηκε και εκτελέσθηκε, φανερώνει αν θρώπους όχι μόνο αδίστακτους αλλά και γνώστες του αντικει- μένου». Το σενάριο για το οποίο είχαν κάνει έρευνα «ΤΑ ΝΕΑ» επιβεβαιώνει εν μέρει το βούλευμα της Εισαγγελίας και προσθέτει ακόμη μία εκδoxń.
Η ύπαρξη μιας ελληνικής ομάδας με την απαραίτητη τεχνογνωσία για τη διάνοιξη τούνελ και κλοπές με τη μέθοδο του ριφιφί μάλλον δεν ευσταθεί. Απόδειξη ότι μετά το ριφιφί στην Τράπεζα Εργασίας ουδέποτε παρόμοιο περιστατικό απασχόλησε τις λληνικές διωκτικές αρχές. Η νέα εκδοχή, με εντυπωσιακές πληροφορίες για την προετοιμασία της επιχείρησης και τον κυρίαρχο ρόλο σε αυτήν ενός εκ των πιο διάσημων Ιταλών κακοποιών, ήρθε από «ΤΑ ΝΕΑ».
Συνάντηση στο Μιλάνο
Μια πληροφορία από ποινικό κρατούμενο, που ισχυρίζεται ότι ο ίδιος οργάνωσε το σχέδιο διαφυγής των κλοπιμαίων από την Ελλάδα, οδήγησε στην Ιταλία και συγκεκριμένα στο Μιλάνο. Δύο άνδρες, ένας Έλληνας και ένας Ιταλός, συναντήθηκαν το 1990 στο καφέ Duomo για να σχεδιάσουν το ριφιφί. Ο Έλληνας, ο οποίος δραστηριοποιείτο επαγγελματικά στην Ιταλία και κυρίως στην περιοχή του Μιλάνου, ήταν σύμφωνα με την πληροφορία ο εγκέφαλος του σχεδίου και συγγενής γνωστού λαϊκού συνθέτη. Ο άλλος εθεωρείτο ένας από τους καλύτερους διαρρήκτες της Ιταλίας, αλλά και του κόσμου. Ήταν ο Φράνκο Ρεστέλι, ο επονομαζόμενος και Φρανκίνο.
Ο Πάολο Μπιοντάνι, δημοσιογράφος της «Corriere della Sera» και ένας από τους πιο γνωστούς Ιταλούς αστυνομικούς ρεπόρτερ εκείνη την εποχή, είχε αναφέρει: «Παρακολουθώ τις κινήσεις και τα έργα του Φρανκίνο, σχεδόν από τότε που ξεκίνησα τη δημοσιογραφία.Για τους Ιταλούς ο Φρανκίνο είναι μια μυθική μορφή, σχεδόν cult. Όσο εντυπωσιακές είναι οι ληστείες που έχει καταστρώσει, άλλο τόσο εντυπωσιακές είναι και οι γυναίκες που τον συνοδεύουν κατά καιρούς στις εξόδους του».
Η καριέρα του στον χώρο του οργανωμένου εγκλήματος ξεκίνησε τη δεκαετία του 1960 ως μέλος της περίφημης σπείρας Vallanzasca, υπεύθυνης για ορισμένες από τις εντυπωσιακότερες ένοπλες ληστείες τραπεζών, απαγωγές κ.λπ. Όταν η ιταλική αστυνομία φυλάκισε σχεδόν όλα τα μέλη της σπείρας, ο Φρανκίνο εντάχθηκε στους κόλπους της Turatello, σπείρας που ειδικευόταν στις ληστείες τραπεζών. Εκεί έμαθε την τεχνική διάνοιξης τούνελ και κλοπής με τη μέθοδο του ριφιφί και γρήγορα αναδείχθηκε σε ηγετική μορφή του μιλανέζικου υποκόσμου.
Για την επαφή των δύο ανδρών, του Έλληνα «εγκεφάλου» και του Φρανκίνο, μεσολάβησε Ιταλός λαθρέμπορος τσιγάρων με έδρα το Μιλάνο, γνωστός στις ελληνικές αστυνομικές αρχές, με δράση κυρίως στο Ιόνιο. Αυτός έφερε σε επαφή τον Φρανκίνο με Έλληνα συνεργάτη του που δούλευε για λογαριασμό της Μαφίας, με σκοπό να οργανώσουν από κοινού τον τρόπο εξόδου των κλοπιμαίων από τη χώρα. Όπως αποκαλύπτει ο Έλληνας συνεργάτης τους, «ο Έλληνας εγκέφαλος της ληστείας είπε στον Φρανκίνο να μην ανησυχεί καθόλου για τη “δουλειά” γιατί υπάρχει άνθρωπος σε σημαντική θέση μέσα στην Τράπεζα που θα κανόνιζε τα πάντα».
Στην Ελλάδα το 1988
Ο Φρανκίνο και η ομάδα του ήρθαν για πρώτη φορά στηνΕλλάδα το καλοκαίρι του 1988 και φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του Έλληνα συνεργάτη τους στον Πειραιά για δύο εβδομάδες. Η ομάδα αποφάσισε, όπως ισχυρίζεται ο τελευταίος, δύο σχέδια δράσης, με βασικό αυτό του ριφιφί με τη διάνοιξη τούνελ. Το εναλλακτικό σχέδιο δράσης ήταν η είσοδος των ληστών από την πόρτα της τρά πεζας σε μη εργάσιμη ημέρα. Βασική προϋπόθεση και των δύο σχεδίων δράσης ήταν η αχρήστευση του συστήματος συναγερμού. Από την πρώτη στιγμή οι «εγκέφαλοι» της ληστείας ξεκαθάρισαν ότι αυτό που τους ενδιέφερε ήταν το περιε χόμενο των θυρίδων της τράπεζας και όχι μια εντυπωσιακή ληστεία των εισπράξεων.
Στην Ελλάδα δημιουργήθηκε ένα περιφερειακό δίκτυο υποστήριξης με Έλληνες συνεργάτες, από τους οποίους οι Ιταλοί διαρρήκτες προμηθεύτηκαν τα απαραίτητα, όπως γεννήτριες, βαγονέτα, σκαπτικά εργαλεία που χρειάζονταν για τη διάνοιξη της ήραγγας, αλλά και τις κατόψεις του κτιρίου όπου στεγαζόταν η τράπεζα. Η ομάδα ξεκίνησε να «δουλεύει» από το 1990 και περίμενε την ευ- καιρία που θα παρουσιαζόταν για την εκτέλεση του σχεδίου.
Ο.Κ. από τη φυλακή
Τον Ιούλιο του 1992 και ενώ η κατάστρωση του σχεδίου είχε σχεδόν ολοκληρωθεί, ο Φρανκίνο συνελήφθη για ένατη φορά από τις ιταλικές αρχές. Είχε δραπετεύσει τετεύσει από φυλακές υψίστης ασφαλείας πριν από ένα μήνα και για τον εντοπισμό του είχε κινητοποιηθεί το σύνολο της 1ταλικής αστυνομίας. Η εξέλιξη αυ- τή θορύβησε την υπόλοιπη ομάδα και προκάλεσε πανικό για το τι θα γινόταν. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες του Έλληνα συνεργάτη, ο Φρανκίνο από τη φυλακή έδωσε την άδειά του ώστε να εκτελεσθεί το σχέδιο. Ο Φρανκίνο βγήκε από τις ιταλικές φυλακές στις αρχές του 2002 και ύστερα από λίγους μήνες μεγάλη υπόθεση ληστείας με τη μέθοδο του ριφιφί στην τράπεζα Ambrossiano στην Piazza Duomo απασχόλησε τις διωκτικές αρχές και έφερε στο προσκήνιο ξανά το όνομά του, χωρίς ωστόσο να αποδειχθεί η ανάμειξή του στην υπόθεση. Ο δικηγόρος του Φράνκο Ρεστέλι, Ρομπέρτο Τσεράμι, σε τηλεφω νική επικοινωνία που είχαμε μαζί του μας είπε ότι «ο πελάτης μου αποδεδειγμένα έχει οργανώσει ληστείες και εκτός Ιταλίας, ωστόσο δεν μπορώ να γνωρίζω αν εμπλέκεται και σε παρόμοια υπόθεση στην Ελλάδα».